Η διαβαλκανική μαφία

Από τη συνεργασία Καλαποθαράκου - Αρκάν ως τα «συμβόλαια θανάτου» και το «ξέπλυμα» χρημάτων Η διαβαλκανική μαφία Τι γνωρίζουν οι αρχές ασφαλείας για τις διμερείς σχέσεις ελλήνων και σέρβων «νονών» Β. Γ. ΛΑΜΠΡΟΠΟΥΛΟΣ «Γέφυρα» μεταξύ ελλήνων και σέρβων «μαφιόζων» έχει αποκατασταθεί τα τελευταία χρόνια, χωρίς η Ελληνική Αστυνομία να μπορέσει να παρακολουθήσει τις διασυνδέσεις των συμμοριών. Η αποκάλυψη






«Γέφυρα» μεταξύ ελλήνων και σέρβων «μαφιόζων» έχει αποκατασταθεί τα τελευταία χρόνια, χωρίς η Ελληνική Αστυνομία να μπορέσει να παρακολουθήσει τις διασυνδέσεις των συμμοριών. Η αποκάλυψη του «Βήματος» για τις σχέσεις του 37χρονου αρχινονού Θέμη Καλαποθαράκου, ο οποίος δολοφονήθηκε την προηγούμενη Τρίτη στον Μαραθώνα, με τον αρχηγό των παραστρατιωτικών ομάδων της Σερβίας Ζέλικο Ρασνάτοβιτς ή Αρκάν αποτελεί ένα μικρό μόνο «τμήμα» του πεδίου συνεργασίας ελληνικών και σερβικών συμμοριών. Λαθρεμπόριο όπλων, εμπόριο ναρκωτικών, υπόθαλψη καταζητουμένων, εκβιάσεις καταστηματαρχών, ξέπλυμα χρήματος και εκτελέσεις «συμβολαίων θανάτου» φαίνεται ότι αποτελούν μέρος της επαφής ελληνικών και σερβικών εγκληματικών συμμοριών. Η Αστυνομία, από την άλλη πλευρά, συγκεντρώνει ελάχιστες πληροφορίες για το εγκληματικό «δούναι και λαβείν» ελληνικών και σερβικών ομάδων, τις οποίες οι έλληνες κακοποιοί έχουν ως επτασφράγιστο μυστικό…



Η γνωριμία του Αρκάν με τον Καλαποθαράκο χρονολογείται από το 1991, όταν ο 28χρονος τότε Καλαποθαράκος είχε αναχωρήσει εσπευσμένα για τη Γερμανία προκειμένου να αποφύγει τις αντιδράσεις άλλων ελλήνων κακοποιών για τη δολοφονία στις 2 Αυγούστου 1991, στη Σαρωνίδα, του 36χρονου «αντιπάλου» του Θόδωρου Καλλιμώρου. Οπως προέκυψε από τις έρευνες των αξιωματικών του Τμήματος Εγκλημάτων Κατά Ζωής της Ασφάλειας Αττικής, τον Καλλιμώρο σκότωσαν μέλη του «συνδικάτου των εκτελεστών» μετά από προτροπή του Καλαποθαράκου. Ο αρχινονός φέρεται, λοιπόν, μέσω μιας ελληνικής «υψηλής γνωριμίας» του, να ήλθε σε επαφή με τον Αρκάν, ο οποίος του προσέφερε πλήρη κάλυψη. Ο Ζέλικο Ρασνάτοβιτς ή Αρκάν, ο οποίος δολοφονήθηκε στο Βελιγράδι στις 15 Ιανουαρίου 2000, εθεωρείτο από τους πλουσιότερους ανθρώπους στη Γιουγκοσλαβία και είχε επεκτείνει τις δραστηριότητές του στο εξωτερικό. Παράλληλα με τη δράση στον πόλεμο της Βοσνίας και του Κοσσυφοπεδίου των μαυροντυμένων μελών της παραστρατιωτικής ομάδας του που απεκαλείτο «Τίγρεις» φέρεται ότι ήλεγχε μια σειρά νυχτερινά κέντρα στο Μόναχο, στη Φραγκφούρτη και στη Στουτγάρδη, ενώ τον καταζητούσε και η Ιντερπόλ για ένοπλη ληστεία. Ετσι λοιπόν ο Καλαποθαράκος και ο Αρκάν διατηρούσαν συνεχείς επαφές στη Γερμανία, τις οποίες συνέχισαν όταν πλέον ο έλληνας αρχινονός επέστρεψε στην Ελλάδα για το δεύτερο «κύμα» εκκαθαρίσεων του «συνδικάτου του εγκλήματος». Μάλιστα από αυτές τις συναντήσεις φαίνεται ότι υπήρχαν και… ενθύμια, για τα οποία υπήρξε ενδιαφέρον των σερβικών δικαστικών αρχών που διερευνούσαν την υπόθεση της δολοφονίας του Αρκάν. Επρόκειτο για φωτογραφίες που βρέθηκαν στην κατοικία του σέρβου παραστρατιωτικού ηγέτη και στις οποίες εικονίζονται ο Καλαποθαράκος, ο Αρκάν καθώς και άλλα άτομα.


Την ίδια στιγμή που ο Αρκάν εκλεγόταν, το 1992, βουλευτής του κόμματος της Σερβικής Ενότητας που ο ίδιος ίδρυσε, φέρεται ότι είχε επαφές μέσω κυρίως συνεργατών του με την ομάδα Καλαποθαράκου και με άλλες «δορυφορικές» συμμορίες. Για τις σχέσεις αμοιβαίας εμπιστοσύνης και αρωγής ελλήνων και σέρβων κακοποιών οι ελληνικές διωκτικές αρχές είχαν ελάχιστες πληροφορίες…


* Οι πληροφορίες της Αστυνομίας


«Είχαμε κατά καιρούς μια σειρά πληροφορίες ότι η μαφία της παραλιακής χρησιμοποιούσε σέρβους εκτελεστές, οι οποίοι έρχονταν στην Ελλάδα είτε για τη διεκπεραίωση εγκληματικού συμβολαίου είτε για να έχουν την προστασία των ελληνικών συμμοριών. Και αυτό είτε γιατί είχαν αναμειχθεί σε δολοφονικές επιθέσεις μαφιόζικων ομάδων είτε γιατί ήταν καταζητούμενοι μερικοί εξ αυτών για εγκλήματα πολέμου στη Βοσνία ή αργότερα στο Κοσσυφοπέδιο. Ποτέ όμως δεν γνωρίζαμε τις ακριβείς διασυνδέσεις ελληνικών και σερβικών συμμοριών και πώς υπήρχε συνεχής αλληλοτροφοδοσία τους» σημειώνει αξιωματικός που έχει ερευνήσει τη δράση του περιβόητου «συνδικάτου των εκτελεστών».


Επιπλέον, όπως ανέφερε προς «Το Βήμα» αξιωματικός που γνώριζε τη δράση των συμμοριών εκβιαστών στα νότια προάστια, «υπήρχαν μια σειρά πληροφορίες ότι την περίοδο 1995-1996 ο Αρκάν είχε έλθει με άκρα μυστικότητα στην Αθήνα και είχε επαφές στην Ηλιούπολη με ομάδα συνεργατών του. Δεν υπήρξε όμως δυνατότητα για τον εντοπισμό του». Ασφαλώς ο Αρκάν φέρεται ότι είχε και άλλου είδους «υψηλές γνωριμίες» στην Αθήνα που του προσέφεραν πλήρη κάλυψη στις μετακινήσεις του όταν ήταν καταζητούμενος, από το 1997, για να δικαστεί με την κατηγορία των εγκλημάτων πολέμου από το Δικαστήριο της Χάγης. Μάλιστα, σύμφωνα με πληροφορίες, ορισμένα από τα εννέα παιδιά του Αρκάν σπούδαζαν προ μερικών ετών σε ξένα σχολεία στην Αθήνα.


Ενδεικτικό μάλιστα των «δεσμών» της ομάδας Αρκάν και διαφόρων ατόμων από τη χώρα μας είναι το δημοσίευμα της γιουγκοσλαβικής εφημερίδας «Στάμπα» στις 19.1.2000, τέσσερις ημέρες μετά την εκτέλεση του σέρβου παραστρατιωτικού ηγέτη, το οποίο ανέφερε: «Θύμα της επίθεσης είναι ένας σωσίας του Αρκάν. Ο ίδιος βρίσκεται στην Αθήνα, όπου τον γνώριζαν και τον εκτιμούσαν (sic) διάφοροι κύκλοι». Μάλιστα στο δημοσίευμα αναφέρεται ότι ο ηγέτης των «Τίγρεων» είχε πρόσβαση σε τραπεζικούς κύκλους επιβεβαιώνοντας πληροφορίες των ελληνικών αρχών ότι πολλοί Σέρβοι ­ κυρίως κακοποιοί ­ χρησιμοποιούσαν έλληνες συνεργάτες τους για τη μεταφορά μεγάλων χρηματικών ποσών σε τραπεζικά καταστήματα της Αθήνας.


* Ο εξοπλισμός των συμμοριών


Οπως αποκαλύπτει μάλιστα αξιωματικός της Κρατικής Ασφάλειας, «την τελευταία δεκαετία είχαν συνταχθεί εκθέσεις και υπήρχε ροή πληροφοριών για την τροφοδοσία από σέρβους παραστρατιωτικούς και όχι μόνον ελληνικών συμμοριών με μεγάλο αριθμό όπλων, από περίστροφα και πολυβόλα ως χειροβομβίδες. Παράλληλα έλληνες κακοποιοί ως αντάλλαγμα τους βοηθούσαν πολλές φορές στο ξέπλυμα βρώμικου χρήματος. Οι ίδιες πληροφορίες ανέφεραν ότι από σερβικές ένοπλες ομάδες υπήρχε τροφοδοσία με όπλα τουρκικών οργανώσεων. Παράλληλα σε πολλές περιπτώσεις λαθρεμπορίου τσιγάρων και καυσίμων από ελληνικές σπείρες υπήρχε παρεμβολή σερβικών συμμοριών που ήλεγχαν ένα ευρύ τμήμα λαθρεμπορίου του «βαλκανικού άξονα»».


Ενα άλλο πεδίο συνεργασίας ελληνικών και σερβικών συμμοριών ήταν το εμπόριο ναρκωτικών, στο οποίο χρησιμοποιούνται ως επικάλυμμα νομιμοφανείς εταιρείες. Εγγραφα διεθνών διωκτικών υπηρεσιών ανέφεραν ότι στο αλισβερίσι των ναρκωτικών πρωτοστατούσαν ο Αρκάν και ο μεγαλέμπορος κοκαΐνης Ντάρκο Ασάνιν, ο οποίος συνελήφθη από τις ελληνικές αρχές.


Παράλληλα ένας άλλος τομέας της αμοιβαίας «εξυπηρέτησης» ελληνικών και σερβικών συμμοριών είναι η υπόθαλψη καταζητουμένων για εγκληματικές ενέργειες. Σύμφωνα με πληροφορίες της Αστυνομίας, σέρβοι εκτελεστές ή καταζητούμενοι για εμπόριο ναρκωτικών έχουν βρει καταφύγιο σε κατοικίες ­ κυρίως στη Γλυφάδα, στη Βούλα, στη Βουλιαγμένη αλλά και στην Κηφισιά ­ ελλήνων κακοποιών αλλά και συνεργατών τους.


Οι Σέρβοι ήταν υπό την απόλυτη προστασία των ηγετών των ελληνικών συμμοριών, οι οποίοι μάλιστα φροντίζουν για την απεμπλοκή τους ή τη νομική υπεράσπισή τους σε περίπτωση ανάμειξής τους σε εγκληματικές ενέργειες επί ελληνικού εδάφους. Σύμφωνα μάλιστα με τους αξιωματικούς της Ασφάλειας Αττικής, δύο ένοπλες επιθέσεις που είχαν δεχθεί, στις 19.3.1999 και στις 9.6.99, στη Γλυφάδα και στη Βούλα τρεις Σέρβοι σχετίζονται με τη δραστηριοποίησή τους σε κυκλώματα της νύχτας.


Οι αξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας επαναλαμβάνουν ότι η συνεργασία ελλήνων με σκληρούς σέρβους κακοποιούς αποτελεί τη πλέον σκοτεινή και αδιερεύνητη πλευρά της εγκληματικής τους δραστηριότητας, αφού οι όροι και ο τρόπος συνεργασίας τους παραμένουν επτασφράγιστο μυστικό…

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.