Τόπος εξέλιξης, η Αθήνα της δεκαετίας του ’50. Σκηνικός χώρος, η αυλή ενός σαραβαλιασμένου ακινήτου λίγο προτού αυτό κατεδαφισθεί. Ηρωες, οι ένοικοί της. Ανθρωποι απλοί, «λαϊκοί», που, αν και διαφορετικοί μεταξύ τους, στην καθημερινότητά τους βιώνουν το κοινό δράμα της εξαθλίωσης, της ανέχειας, της ανεργίας, του εκπατρισμού. Αυτή είναι η «Αυλή των θαυμάτων», το πασίγνωστο έργο του ακαδημαϊκού Ιάκωβου Καμπανέλλη που, αποτελώντας την εφετεινή θερινή παραγωγή του Δημοτικού Περιφερειακού Θεάτρου Αγρινίου, δίνει την κορυφαία του παράσταση αύριο το βράδυ στο Θέατρο του Λυκαβηττού. Τη σκηνοθεσία υπογράφει ο Γιώργος Μιχαηλίδης, τα σκηνικά και τα κοστούμια η Αγνή Ντούτση ενώ η μουσική επιμέλεια είναι του Αντώνη Μιχαηλίδη. Επικεφαλής του θιάσου ο Χρήστος Βαλαβανίδης που στην πρώτη αυτή συνεργασία του με Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο ενσαρκώνει τον κύριο ρόλο του Στέλιου. Τους υπόλοιπους ήρωες του πολυπρόσωπου έργου υποδύονται μεταξύ άλλων οι Δήμητρα Καλπάκη, Ντόρα Σιμοπούλου, Μπέλλα Μπερδούση, Ντίνα Μιχαηλίδη, Δημήτρης Γιαννόπουλος και Μανώλης Γιούργος.
«Η αυλή των θαυμάτων» πρωτοπαρουσιάστηκε από το Θέατρο Τέχνης κατά τη θεατρική περίοδο 1957-58. Σε μια εποχή άνθησης του σχήματος, στην επιτυχία της τότε παράστασης συνετέλεσαν πέρα από τους ηθοποιούς του θιάσου δύο εξέχοντες εκπρόσωποι του ελληνικού μεταπολεμικού πολιτιστικού χάρτη που συνέπραξαν σε αυτήν: ο Γιάννης Τσαρούχης που υπέγραψε τα σκηνικά και τα κοστούμια και ο Μάνος Χατζιδάκις που συνέθεσε τη μουσική. «Αν με ρωτούσε κανείς τι θα ήθελα ως συγγραφέας, θα του απαντούσα: Να γράψω έργα με όσο το δυνατόν γνησιότερη την προέλευσή τους από τον τόπο μας» έγραφε τότε ο Ιάκωβος Καμπανέλλης στο πρόγραμμα της παράστασης αποσαφηνίζοντας τους σκοπούς του και συνέχιζε: «Αν με ξαναρωτούσε ποια είναι η φιλοδοξία μου στο θέατρο, θα έλεγα πως θα ήθελα με μια σειρά από θεατρικά έργα να ανακαλύψω τον Ελληνα ως σύγχρονο άνθρωπο… «Η αυλή των θαυμάτων» βασίζεται στην έλλειψη σταθερότητας και σιγουριάς που χαρακτηρίζει τη ζωή του Ελληνα. Η αστάθεια αυτή, τόσο γνώριμη σε όλους μας, αρχίζει από το αλλοπρόσαλλο κλίμα μας, τη «στρατηγική» γεωγραφική μας θέση, τη φτώχεια του τόπου μας και τελειώνει στην ιδιωτική μας οικονομία. Ολα στην Ελλάδα ανεβοκατεβαίνουν πολύ εύκολα, κυλούν, φεύγουν και η συνηθισμένη λαχτάρα του Ρωμιού είναι να στεριώσει κάπου, να σιγουρέψει κάτι. Η λαϊκή τάξη εκφράζει πάντα με πιότερη γνησιότητα τα χαρακτηριστικά της ζωής, γι’ αυτό δεν είναι τυχαίο που τοποθέτησα το έργο στον χώρο της».
Τα πολλά ωστόσο ανεβάσματα που ακολούθησαν στο διάστημα που μεσολάβησε από την ιστορική εκείνη παράσταση προσέδωσαν στο συγκεκριμένο έργο του Καμπανέλλη τον τίτλο του «κλασικού». Στην πρώτη του, ύστερα από 14 χρόνια, «έξοδο» από το Ανοιχτό Θέατρο ο Γιώργος Μιχαηλίδης εξηγεί τα κίνητρα που τον ώθησαν σε μία ακόμη παρουσίαση της «Αυλής». «Αρχικά ήταν η πρόθεσή μου να ανεβάσω το έργο για πρώτη φορά στην ιστορία του σε αρχαίο θέατρο» λέει αναφερόμενος στην πρεμιέρα του Ιουλίου που δόθηκε στο Αρχαίο Θέατρο Οινιαδών. «Από εκεί και πέρα το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της περιοδείας θα παίζαμε σε ανοιχτούς χώρους ήταν κάτι που «βοηθούσε», νομίζω, το έργο να βρει την καταγωγή του. Το ότι πρόκειται για κείμενο πολυπαιγμένο πάντως είναι κάτι που με αφήνει εντελώς αδιάφορο. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι το τι έχω εγώ να πω μέσα από αυτό». Ποιους άξονες ακολούθησε λοιπόν; «Πρόθεσή μου ήταν η μελέτη πάνω σε ένα έργο μυθικό. «Η αυλή των θαυμάτων» είναι για μένα, και όχι μόνο, το πρώτο μορφολογικά ολοκληρωμένο, δραματολογικά πλήρες θεατρικό της μεταπολεμικής δραματουργίας. Πιστεύω ότι δίνοντας αυτό το έργο ο Καμπανέλλης βοήθησε τον τόπο μας να ξαναβρεί τη θεατρική του λαλιά. Προσεγγίζοντάς το ήθελα να αφαιρέσω τη γραφικότητα, τη νοσταλγικότητα για τη δεκαετία του ’50. Η «Αυλή» είναι στο βάθος έργο σκληρό, ανελέητο. Προσπάθησα λοιπόν να δείξω αυτή τη σκληρότητα χωρίς να παραβλέψω το χιούμορ και τα στοιχεία που την κάνουν ζουμερή και ατόφια».
«Η αυλή των θαυμάτων» του Ιάκωβου Καμπανέλλη παρουσιάζεται αύριο, στις 9.00 μ.μ., στο Θέατρο του Λυκαβηττού. Η σκηνοθεσία είναι του Γιώργου Μιχαηλίδη, τα σκηνικά και τα κοστούμια της Αγνής Ντούτση και η μουσική επιμέλεια του Αντώνη Μιχαηλίδη. Στον πρωταγωνιστικό ρόλο εμφανίζεται ο Χρήστος Βαλαβανίδης. Μαζί του οι Ντόρα Σιμοπούλου, Ντίνα Μιχαηλίδη, Μπέλλα Μπερδούση και Δημήτρης Γιαννόπουλος.