Ο Γιάσερ Αραφάτ γεννήθηκε στο Κάιρο στις 24 Αυγούστου 1929 με το όνομα Μοχάμεντ Αμπντέλ Ραούφ Αραφάτ αλ Κουντούα αλ Χουσεΐν, παιδί ενός ευκατάστατου εμπόρου και μιας βαθιά θρησκευομένης μουσουλμάνας. Μετά τον αιφνίδιο θάνατο της μητέρας του, το 1933, ο πατέρας του τον στέλνει στην ελεγχόμενη από τους Βρετανούς Ιερουσαλήμ, όπου ζει ένας θείος του. Είναι η εποχή κατά την οποία εκκολάπτεται η σύγκρουση ανάμεσα στην αραβική πλειοψηφία και στις πρώτες εβραϊκές ομάδες «αυτοπροστασίας» (Χαγκάνα, Ιργκούν, ομάδα Στερν) καθώς οι εβραίοι μετανάστες στην Παλαιστίνη πολλαπλασιάζονται εξαιτίας των ναζιστικών διωγμών και των σιωνιστικών κηρυγμάτων της «Εξόδου».


Στην αρχή ο νεαρός Αραβας δεν παίρνει θέση σε αυτή τη σύγκρουση. Επιστρέφει στο Κάιρο, όπου σπουδάζει πολιτικός μηχανικός, αλλά μετά το τέλος του πολέμου στην Ευρώπη η ζωή του αλλάζει για πάντα. Το 1947 τον βρίσκει οργανωμένο εθνικιστή, να μεταφέρει παράνομα όπλα στην Παλαιστίνη. Τον Νοέμβριο του ίδιου έτους τα Ηνωμένα Εθνη αποφασίζουν τη διχοτόμηση της Παλαιστίνης και ο (προδιαγεγραμμένος) πόλεμος ξεσπά. Ο 19χρονος Αραφάτ, με μια χούφτα ομοϊδεάτες του, επιχειρεί να περάσει από την Αίγυπτο στην Παλαιστίνη αλλά οι ίδιοι οι Αραβες τον αφοπλίζουν. Χρειάζεται πολεμική πείρα: θα την αποκτήσει ως έφεδρος του αιγυπτιακού στρατού, παίρνοντας μάλιστα το 1956 το βάπτισμα του πυρός στη μάχη της Διώρυγας του Σουέζ. Μετά φεύγει για το Κουβέιτ, όπου εργάζεται ως μηχανικός, αλλά γρήγορα βρίσκει έναν σκληρό πυρήνα παλαιστινίων ομοϊδεατών του και μαζί τους ιδρύει την Αλ Φατάχ, με ισχυρή χρηματοδότηση από τις πλούσιες χώρες του Κόλπου.


Υπό την ηγεσία του η ένοπλη ομάδα ξεκινά τη δράση της στα Κατεχόμενα και μετά το 1964 γίνεται ουσιαστικά ο στρατιωτικός βραχίονας της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (ΟΑΠ) με ένα κύμα σαμποτάζ, επιθέσεων κομάντος και αεροπειρατιών. Το 1967 στη συντονισμένη επίθεση των αραβικών χωρών για την ανακατάληψη των εδαφών τους ο Αραφάτ είναι εκεί διοικώντας ένα τάγμα παλαιστινίων κομάντος. Πολεμά όμως εις μάτην: οι Αραβες τρέπονται τελικά σε φυγή και το Ισραήλ καταλαμβάνει τα στρατηγικής σημασίας συριακά Υψώματα του Γκολάν, τη Δυτική Οχθη του Ιορδάνη, τη Γάζα και τη Χερσόνησο του Σινά από την Αίγυπτο. Ο Αραφάτ και η Φατάχ καταφεύγουν στην Ιορδανία, όπου ένα χρόνο μετά τους επιτίθεται ο ισραηλινός στρατός. Η απελπισμένη αντίστασή τους αναγκάζει τους Ισραηλινούς σε υποχώρηση.


Αλλά ο βασιλιάς της Ιορδανίας Χουσεΐν, υπό την πίεση Λονδίνου και Ουάσιγκτον, δεν μπορεί να ανεχθεί το «κράτος εν κράτει» του Αραφάτ στη χώρα του. Υστερα από άγριες εμφύλιες συγκρούσεις η Φατάχ εκδιώκεται το 1971 για τον Λίβανο. Ενα χρόνο αργότερα, στους Ολυμπιακούς του Μονάχου, οι κομάντος του Μαύρου Σεπτέμβρη σοκάρουν τον κόσμο εκτελώντας 11 ισραηλινούς αθλητές και το Τελ Αβίβ βάζει τον Αραφάτ πρώτο στη μαύρη λίστα της Μοσάντ με τους «εκτελεστέους τρομοκράτες». Θα τον γλιτώσει ένας συμπατριώτης του, ο αιγύπτιος πρόεδρος Ανουάρ Σαντάτ, ο οποίος το 1973 επιτίθεται αιφνιδιαστικά στο Ισραήλ. Για τον Αραφάτ ο πόλεμος του Γιομ Κιπούρ είναι σωτηρία. Από προγραμμένος «τρομοκράτης» βρέθηκε αδιαμφισβήτητος ηγέτης του λαού του, πύρινος ομιλητής στη γενική συνέλευση του ΟΗΕ. Το 1982, όμως, με επικεφαλής τον στρατηγό Σαρόν, ισχυρές ισραηλινές δυνάμεις περνούν τα σύνορα με τον Λίβανο για να εκδιώξουν την ΟΑΠ και τον Αραφάτ από το νέο της «κράτος εν κράτει». Η εμμονή του σημερινού πρωθυπουργού του Ισραήλ να σκοτώσει πάση θυσία τον επί τρεις μήνες πολιορκούμενο στη Βηρυτό Αραφάτ γκρεμίζοντας τη μισή πόλη ήταν απίστευτη. Αλλά ο Αραφάτ γλίτωσε και πάλι: ένα ελληνικό πλοίο τον μετέφερε στην Τυνησία.


Ακολουθεί η ιντιφάντα, ο ξεσηκωμός χιλιάδων Παλαιστινίων της Δυτικής Οχθης απέναντι στην ισραηλινή κακομεταχείριση το 1987. Πέτρες εναντίον τανκς, παιδάκια εναντίον πάνοπλων στρατιωτών, εκατοντάδες νεκροί άμαχοι. Ο εξόριστος αρχηγός άδραξε την ευκαιρία: ανακήρυξε αυτόνομο παλαιστινιακό κράτος στη Δυτική Οχθη και στη Γάζα και το 1988 αποκήρυξε οριστικά την τρομοκρατία. Ως το τέλος του έτους 70 χώρες – ανάμεσά τους και οι ΗΠΑ – αναγνωρίζουν την ΟΑΠ. Αλλά ο Αραφάτ συνεχίζει τα λάθη: υποστηρίζοντας πεισματικά τον παλιό «σπόνσορά» του Σαντάμ Χουσεΐν στον Πόλεμο του Κόλπου κατάφερε να χάσει βασικές πηγές χρηματοδότησης από τους «πετρελαιάδες» του Περσικού, να «στεγνώσει» από ρευστό και να εξοργίσει τους Αμερικανούς, οι οποίοι υπό τον Μπους τον αντιμετωπίζουν και πάλι σαν «τρομοκράτη». Ο νέος «πλανητάρχης» Κλίντον όμως απαιτεί την επίλυση του Παλαιστινιακού και ο πρωθυπουργός του Ισραήλ Γιτζάκ Ράμπιν θέλει την ειρήνη. Υστερα από αλλεπάλληλες μυστικές συναντήσεις ο Ράμπιν και ο Αραφάτ υπέγραψαν το 1993 τη συνθήκη ειρήνης του Οσλο: σταδιακή αποχώρηση των ισραηλινών δυνάμεων από τα Κατεχόμενα, δημιουργία ανεξάρτητης Παλαιστινιακής Αρχής με αρχηγό τον Αραφάτ και δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα για τη σύντομη αναγνώριση του Παλαιστινιακού Κράτους.


Και μετά η καταστροφή. Ο Ράμπιν πέφτει νεκρός, η Ακροδεξιά επιστρέφει στην εξουσία υπό τον Νετανιάχου και ο Αραφάτ συνεχίζει τα λάθη. Είναι αυταρχικός, κυβερνά τα Κατεχόμενα με έναν στενό κύκλο πιστών οπαδών, φοβάται τους «δελφίνους» και γεμίζει τις φυλακές με αντιφρονούντες. Η σχεδόν δικτατορική συμπεριφορά του στα Κατεχόμενα θα γυρίσει μπούμερανγκ: ο Αραφάτ παραμένει σύμβολο του αγώνα αλλά όχι και ηγέτης του. Ηδη από το 1996 οι σκληροπυρηνικοί της Χαμάς και οι νεότεροι Μάρτυρες του Αλ Ακτσά που στρατολογούν «καμικάζι» απευθείας από τη διαλυμένη Φατάχ δεν τον υπακούνε πια. Τα τυφλά τρομοκρατικά χτυπήματά τους είναι ακριβώς αυτά που ρίχνουν τον Μπαράκ και φέρνουν στην εξουσία τον Σαρόν.


Οι έφοδοι των Ισραηλινών στα Κατεχόμενα και οι εν ψυχρώ δολοφονίες παλαιστινίων αξιωματούχων και αμάχων κλιμακώνονται. Στις 13 Φεβρουαρίου 2002 ξεκινά η μεγαλύτερη στρατιωτική επιχείρηση στη Γάζα. Η ανακατάληψη των Κατεχομένων έχει αρχίσει με την ουσιαστική ανοχή όλων των μεγάλων δυνάμεων.