Πολλές φορές δημιουργείται εύλογα η απορία αν οι ανθρώπινες σχέσεις στηρίζονται στη λογική ή στο συναίσθημα. Ειδικά σε έναν γάμο όπου η συμβίωση, εκτός από συναισθηματική και οικονομική, είναι κυρίως προβληματική… Οι νομοθέτες ανά τον κόσμο πάντως προσπάθησαν με βάση το σύστημα δικαίου κάθε χώρας να «κωδικοποιήσουν» τις συζυγικές σχέσεις
Σήμερα μπορεί κανείς ανάλογα με το πού ζει να εντάξει τις σχέσεις του με το έτερον ήμισυ σε ένα πλαίσιο με νομική κάλυψη ώστε, θεωρητικά τουλάχιστον, όλα να βαίνουν καλώς!!! Ετσι κάποιος μπορεί να δεσμευτεί εγγράφως ότι μετά τον γάμο δεν θα παχύνει ή δεν θα καπνίζει ή λίγο πιο χαλαρά με βάση το καθ’ ημάς δίκαιο να ορίσει απλώς τις οικονομικές του σχέσεις. Αν λοιπόν είστε από αυτούς που πιστεύουν ότι οι ανθρώπινες σχέσεις και ειδικότερα οι συζυγικές είναι αποτέλεσμα συναισθημάτων και μόνο, πλανάσθε πλάνην οικτρά!
Ολα της συμβίωσης δύσκολα
Μπορεί ο γάμος να θεωρείται ακόμη η ευτυχέστερη κατάληξη μιας σχέσης, ωστόσο οι στατιστικές αποδεικνύουν ότι το επικρατέστερο αποτέλεσμα ενός γάμου σήμερα είναι το διαζύγιο… Τα τελευταία στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας αναφέρουν, για το έτος 1997, 9.422 διαζύγια. Πρόκειται για δεδομένα τα οποία αποδεικνύουν ότι η συμβίωση είναι δύσκολη υπόθεση, καθώς η καθημερινότητα μας προσγειώνει ανώμαλα. Ετσι, παρά την ελπίδα της «δημιουργικής σύνθεσης» του Εγώ σε Εμείς, παρεμβαίνει συχνά ένας χωρισμός και όχι μόνο ματαιώνεται η προσπάθεια, αλλά επιπλέον η διαδικασία του διαζυγίου μεταβάλλεται σε μάχη… Το Δίκαιο λοιπόν προβλέπει και συμφωνίες για τη νομική κάλυψη των περιουσιακών αλλά σε κάποιες περιπτώσεις και των προσωπικών σχέσεων, με σκοπό την τυπική προστασία των συζύγων. Ανάλογα με τις πολιτιστικές, κοινωνικές και οικονομικές δομές κάθε χώρας έχει αναπτυχθεί και ένα νομικό πλαίσιο για τη «διασφάλιση» του θεσμού του γάμου. Μετά από «πειραματισμούς» χιλιάδων χρόνων κάθε χώρα διαμόρφωσε τη δική της νομοθεσία, η οποία συνήθως αντανακλά τα δεδομένα κάθε εποχής. Ετσι από το σύστημα δικαίου που ισχύει σε μια χώρα, από τον τρόπο που επιλέγουν να τον εφαρμόσουν οι πολίτες, αλλά και από την αντίληψη που επικρατεί για θεσμούς όπως ο γάμος μπορεί κανείς να διακρίνει ως έναν βαθμό και το ποιοτικό επίπεδο των ανθρωπίνων σχέσεων.
Οι αμερικανικές «καινοτομίες»
Καθώς οι στατιστικές στις ΗΠΑ αναφέρουν ότι ένα στα δύο ζευγάρια καταλήγει στο διαζύγιο, πολλοί είναι αυτοί που πιστεύουν ότι σε κάθε γάμο πρέπει να προηγείται μια προγαμιαία συμφωνία (prenuptial agreement). Θεωρητικά τουλάχιστον πρόκειται για μια μέθοδο ιδιότυπης προστασίας ή, ακριβέστερα, νομικής κάλυψης των σχέσεων του ζευγαριού, η οποία προβλέπεται από το αγγλοσαξονικό δίκαιο. Ως πριν από λίγα χρόνια η διαδικασία τής πριν από τον γάμο συμφωνίας ήταν ευρέως διαδεδομένη, κυρίως ανάμεσα στα πλούσια και διάσημα ζευγάρια, τα οποία όμως πολλές φορές χώριζαν απλώς με βάση τη συμφωνία τους. Σήμερα πάντως, παρ’ ότι ένα προγαμιαίο συμβόλαιο δεν μοιάζει ρομαντικό, θεωρείται απαραίτητο, αφού πολλοί υποστηρίζουν ότι συμβάλλει σε μια αρμονική σχέση. Ενα ζευγάρι λοιπόν, μετά τις αγάπες και την πρόταση γάμου υπό το σεληνόφως, ρυθμίζει και την προγαμιαία συμφωνία του, η οποία πραγματοποιείται έναν μήνα πριν από τον γάμο και ειδικότερα προτού σταλούν οι προσκλήσεις. Απαραίτητες προϋποθέσεις; Αποστασιοποίηση από το συναίσθημα που λογικά εμπλέκεται , ένας καλός δικηγόρος, καθώς και το να ξέρεις καλά τι θέλεις από τη ζωή σου αλλά κυρίως από τη ζωή του άλλου… Οσο για τις σκέψεις «ο κάθε άνθρωπος αναπτύσσεται ελεύθερα δίπλα στον άλλον» πρέπει να αποφεύγονται ως ξεπερασμένες. Η νομική κάλυψη πάντως μάλλον προσδίδει στον γάμο κύρος, ενώ με δεδομένες τις έγγραφες υποσχέσεις τους οι σύζυγοι προσέχουν από τον τρόπο διαχείρισης των οικονομικών τους ως την έγγαμη συμπεριφορά τους, όπως: να κόψουν το τσιγάρο, να μην παχύνουν μετά τον γάμο, να βγάζουν τα σκουπίδια τρεις φορές την εβδομάδα, να κάνουν μόνο ένα παιδί και πολλά ακόμη. Ενα προγαμιαίο συμφωνητικό ωστόσο δεν ισχύει αιώνια, αφού οι σύζυγοι έχουν τη δυνατότητα να αναθεωρούν τις υποχρεώσεις τους κάθε 10 ή 20 χρόνια. Σε περίπτωση δε διαζυγίου ο διαχωρισμός της περιουσίας δεν δημιουργεί προβλήματα, αφού και αυτό μπορεί να αποτελεί μέρος της συμφωνίας. Εν τέλει, γιατί να μην αντιμετωπίζει κανείς τον γάμο του σαν μια συμφωνία εργασίας ή μια πολιτική διασφάλισης της έγγαμης ζωής με κριτήριο τη λογική; αναρωτιέται ο Αμερικανός Joseph Zwack, δικηγόρος και συγγραφέας του πιο γνωστού εγχειριδίου προγαμιαίων συμφωνητικών, ο οποίος αναφέρει τα εξής: «Πρέπει κανείς να σκεφτεί πολύ σοβαρά την προγαμιαία συμφωνία από τη στιγμή όπου θα δεχθεί ότι ο γάμος δεν είναι μόνο συναισθηματική ή φυσιολογική ένωση αλλά και οικονομική. Είναι μια προσπάθεια για καλύτερη και πιο ειλικρινή επικοινωνία της οικογένειας. Μπορεί λοιπόν να μην ακούγεται πολύ ρομαντικό, αλλά πιστεύω ότι έτσι διατηρείται η αγάπη των ζευγαριών περισσότερο. Ο γάμος μας είναι η ευθύνη μας. Από τη στιγμή όπου οι συνθήκες και οι ρόλοι αλλάζουν συνεχώς και ο θεσμός του γάμου περνάει κρίση, πρέπει καμιά φορά το συναίσθημα να δίνει τη θέση του στη λογική».
Από την προίκα στην αυτοτέλεια
Στην Ελλάδα το νομοθετικό πλαίσιο του γάμου πέρασε διάφορα εξελικτικά στάδια. Επί πάρα πολλά χρόνια η προίκα ήταν πολλές φορές η απαραίτητη προϋπόθεση για έναν γάμο. Οι γονείς μαζί με την… ευχή τους έπρεπε να παραχωρήσουν στον υποψήφιο γαμπρό και περιουσιακά στοιχεία συχνά υπεράνω των δυνατοτήτων τους για να μη μείνει η θυγατέρα τους στο γνωστό… ράφι. Ετσι ο πατέρας έδινε στον γαμπρό, είτε κατά κυριότητα είτε κατ’ επικαρπία, περιουσιακά στοιχεία για να τον ελαφρύνει από τα… βάρη του γάμου. Διαβάζοντας προικοσύμφωνα του προηγούμενου ή και του 20ού αιώνα μπορεί να διακρίνει κανείς τις οικονομικές δυνατότητες των ανθρώπων καθώς και τα οικονομικά δεδομένα της εποχής. Αυτά όμως ως το ’83 όπου οι κοινωνικές και οικονομικές μεταβολές οδήγησαν στη μεταρρύθμιση του Αστικού Κώδικα, όπως μας εξηγεί ο διδάκτορας Αστικού Δικαίου του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Απόστολος Γεωργιάδης, ο οποίος επισημαίνει: «Η οικονομική και κοινωνική χειραφέτηση της γυναίκας ήταν ασυμβίβαστη με τη διοίκηση από τον άνδρα της προικώας περιουσίας, χωρίς καν για αυτό να λαμβάνεται υπόψη η βούληση της γυναίκας. Ετσι ο θεσμός της προίκας κηρύχθηκε αναχρονιστικός και αντισυνταγματικός, με αποτέλεσμα να καταργηθεί. Αυτό βέβαια δεν εμποδίζει τους γονείς να δίνουν περιουσιακά στοιχεία στα παιδιά τους. Σήμερα αυτό πραγματοποιείται με τη λεγόμενη γονική παροχή. Κατά τα λοιπά οι σύζυγοι σήμερα έχουν οικονομική αυτοτέλεια μετά τον γάμο τους, εκτός και αν αποφασίσουν να καθιερώσουν το σύστημα της κοινοκτημοσύνης, ως συμβατικό όμως μόνο σύστημα. Μπορούν λοιπόν να επιλέξουν τον σχηματισμό κοινής περιουσίας, στην οποία οι δύο σύζυγοι είναι συνδικαιούχοι κατά ένα δεύτερο εξ αδιαιρέτου. Η σύμβαση κοινοκτημοσύνης όμως δεν συνεπάγεται αυτοδίκαιη κτήση του ιδανικού μεριδίου, αφού αν ο ένας σύζυγος αποκτήσει κατά τη διάρκεια του γάμου ένα ακίνητο το οποίο υπάγεται στην κοινοκτημοσύνη ο άλλος σύζυγος δεν θα καταστεί αυτομάτως συγκύριος κατά ένα δεύτερο. Για να συμβεί αυτό πρέπει να του μεταβιβαστεί η κυριότητα στο παραπάνω ποσοστό. Ως σήμερα πάντως ελάχιστες συμβάσεις κοινοκτημοσύνης έχουν καταχωριστεί στο δημόσιο βιβλίο του Πρωτοδικείου Αθηνών. Αυτό σημαίνει ότι οι σύζυγοι προτιμούν κατά κανόνα το νόμιμο σύστημα της περιουσιακής αυτοτέλειας».
Οι ευρωπαϊκές συνήθειες
Στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες πάντως το σύστημα της κοινοκτημοσύνης επικρατεί όλο και περισσότερο, καθώς έχει εκτιμηθεί ότι με αυτό τον τρόπο ρυθμίζονται δικαιότερα οι περιουσιακές σχέσεις των συζύγων. Καθώς λοιπόν όλες οι προγαμιαίες συμβάσεις συντάσσονται με συμβολαιογραφικά έγγραφα αναζητήσαμε την εμπειρία ενός συμβολαιογράφου· όπως της κυρίας Νίκης Γόντικα-Χόνδρου, μέλους του ΔΣ της Επιτροπής Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Ενωσης και της Διεθνούς Ενωσης Συμβολαιογράφων, η οποία σχολιάζοντας το νομικό πλαίσιο των συζυγικών σχέσεων στην Ελλάδα μάς είπε: «Στη χώρα μας παρά την οικονομική ενότητα που επιφέρει η κοινοκτημοσύνη, με την οποία ενισχύεται η προσφορά και η θέση της γυναίκας, οι σύζυγοι είναι απρόθυμοι να υπαγάγουν στο καθεστώς της κοινοκτημοσύνης τις περιουσιακές τους σχέσεις». Αυτό όμως είναι κάτι που συμβαίνει και με πολλές συζύγους, οι οποίες είναι εξίσου απρόθυμες να μοιραστούν τουλάχιστον τα μετά τον γάμο περιουσιακά τους στοιχεία, συμπληρώσαμε· και η κυρία Γόντικα μας είπε: «Αυτό είναι γεγονός σήμερα ειδικά όπου η θέση της γυναίκας είναι πολύ πιο ισχυρή από ό,τι παλαιότερα. Ωστόσο το γεγονός ότι η ελληνική κοινωνία δεν είναι ώριμη να δεχτεί τις συμβάσεις κοινοκτημοσύνης δεν σημαίνει ότι ο νόμος δεν αναγνωρίζει και δεν προστατεύει τη συμβολή τού ενός συζύγου προς τον άλλον. Ο νόμος λοιπόν προβλέπει αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα και αυτό έγινε με τη σκέψη ότι είναι άδικο να αδιαφορεί ο νόμος για τη συμβολή τού ενός εκ των συζύγων. Το μέγεθος της συμβολής προσδιορίζεται είτε από το μέγεθος της συμβολής του δικαιουμένου είτε ορίζεται από τον νόμο κατά τεκμήριο στο ένα τρίτο». Οσο για το καθεστώς που επικρατεί στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες η κυρία Γόντικα τόνισε: «Στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης ισχύει στα γαμικά σύμφωνα η ελευθερία των συμβάσεων, με κάποιες μικρές εξαιρέσεις. Στην Αυστρία, για παράδειγμα, υπάρχει ακόμη ένα είδος προίκας που μπορεί να φέρει ο άνδρας, η γυναίκα ή κάποιος συγγενής ως ανακούφιση από τα βάρη του γάμου. Στο Βέλγιο και στο Λουξεμβούργο υπάρχει το σύστημα της νόμιμης κοινοκτημοσύνης στην οποία διακρίνονται τρεις κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων: τα κοινά, αυτά δηλαδή που ανήκουν και στους δύο συζύγους, αυτά που ανήκουν στη σύζυγο και αυτά που ανήκουν στον σύζυγο. Στη Γερμανία και στην Ιταλία ισχύει το νόμιμο σύστημα της συμμετοχής και της συνδιαχείρισης των συζύγων στα περιουσιακά στοιχεία που αποκτώνται μετά τον γάμο. Συχνά εξάλλου δεν αποκλείεται και η καθολική κοινοκτημοσύνη, ενώ στη Γαλλία και στην Ισπανία ισχύει το καθεστώς της μερικής κοινοκτημοσύνης, χωρίς να αποκλείονται και άλλου είδους συμβατικές ρυθμίσεις».
Περί «γενναιοδωρίας»
Εν κατακλείδι, παρ’ ότι η ελληνική νομοθεσία το προβλέπει, τα ζευγάρια στην Ελλάδα αρνούνται την οικονομική ένωση, άρα και τις συμβάσεις κοινοκτημοσύνης. Για του λόγου το αληθές ανατρέξαμε στο ειδικό δημόσιο βιβλίο του Πρωτοδικείου Αθηνών όπου δημοσιοποιούνται τέτοιου είδους συμβάσεις. Τα αποτελέσματα; Στα 10 χρόνια που ισχύει ο νόμος έχουν υπογραφεί 10 συμβάσεις! Μία σύμβαση τον χρόνο. Τόση γενναιοδωρία μεταξύ των συζύγων! Μπορεί λοιπόν να μην έχουμε φτάσει να ορίζουμε συμβατικά βάσει προγαμιαίων συμφωνητικών τις προσωπικές μας σχέσεις, ξέρουμε όμως να οριοθετούμε τις οικονομικές-συζυγικές μας σχέσεις με βάση καθώς φαίνεται το προσωπικό μας συμφέρον… Ωστόσο, επειδή το σύστημα δικαίου δεν μπορεί να υποδείξει συναισθήματα συντροφικότητας και εμπιστοσύνης, προέβλεψε την αναγνώριση της προσφοράς τού ενός προς τον άλλον, όπως και αν αυτή μεταφράζεται, αφού πολλοί και πολλές σύζυγοι εθελοτυφλούν… Δείγμα ίσως της εποχής, που μας έμαθε να ζούμε με τον γνωστό τρόπο: τα δικά μου δικά μου και τα δικά σου δικά μας… Ισως λοιπόν το προσωπικό συμφέρον, που φαίνεται να διακρίνει και τις συζυγικές σχέσεις, να αποτελεί και έναν από τους λόγους που το κάθε «Εγώ» δεν μεταβάλλεται επί της ουσίας σε «Εμείς», παρ’ όλες τις εντυπωσιακές γαμήλιες τελετές…