«Πρέπει να ξεφύγουμε από το παρελθόν»
Εθνικός ήρωας: όσο και αν ο χαρακτηρισμός αυτός ηχεί σήμερα όλο και περισσότερο βαρύγδουπος, δεν είναι λίγοι όσοι τον αποδίδουν στον ρώσο μαέστρο Βαλέρι Γκεργκίεφ αποτιμώντας έτσι και το ποσοστό επιτυχίας του σε μια μάλλον δύσκολη αποστολή που ξεκίνησε για τον ίδιο πριν από 12 χρόνια. Ποια ήταν αυτή; Να καταφέρει από τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή, όπου τοποθετήθηκε το 1988 σε ηλικία μόλις 35 ετών, να κρατήσει «ζωντανό» έναν οργανισμό που συνδέεται άρρηκτα με τη ρωσική μουσική ιστορία, το περίφημο Θέατρο Μαριίνσκι, σε μια εποχή που τα πάντα γύρω του κατέρρεαν. Και όσο για τα μυστικά «όπλα» του; Ο ίδιος τα συμπυκνώνει στο τρίπτυχο δουλειά, πίστη και αισιοδοξία.
Γεννημένος στη Μόσχα το 1953, ο Βαλέρι Γκεργκίεφ άρχισε τις μουσικές σπουδές του στο Ωδείο του Λένινγκραντ. Μαθητής ακόμη κέρδισε τον διαγωνισμό διευθυντών ορχήστρας της τότε Σοβιετικής Ενωσης ενώ οι διεθνείς διακρίσεις του εγκαινιάστηκαν με τον διαγωνισμό Herbert von Karajan στο Βερολίνο το 1977. Μαέστρος της Χρονιάς στα Διεθνή Βραβεία Κλασικής Μουσικής το 1993, Μουσικός της Χρονιάς από την εφημερίδα «Independent» το 1994, ο Βαλέρι Γκεργκίεφ απέσπασε το Βραβείο Σοστακόβιτς το 1997, ενώ σήμερα έχει τον πλήρη έλεγχο της Ορχήστρας, της Οπερας και του Μπαλέτου του Θεάτρου Μαριίνσκι. Εχοντας συνδέσει το όνομά του με μερικές από τις λαμπρότερες ανά τον κόσμο εμφανίσεις του περίφημου συγκροτήματος, ο διεθνούς φήμης αρχιμουσικός θα βρεθεί με την Ορχήστρα Κίροφ στην Αθήνα για δύο συναυλίες που θα δοθούν την Τρίτη και την Τετάρτη στο Μέγαρο Μουσικής.
Λίγο προτού μια ιστορική Ορχήστρα «ταξιδέψει» τους μουσικόφιλους της πρωτεύουσας στη μαγεία της τέχνης των ήχων, ένας διάσημος μαέστρος μιλάει στο «Βήμα της Κυριακής» για τη δουλειά, το προσωπικό του όραμα και τα σχέδιά του. Και ωστόσο, όσα ακολουθούν είναι απλώς ένας πρόλογος αφού ο Βαλέρι Γκεργκίεφ υπόσχεται μεγαλύτερες «αποκαλύψεις» την προσεχή εβδομάδα στην Αίθουσα Φίλων της Μουσικής…
Πότε ήταν η τελευταία φορά που εμφανιστήκατε στην Ελλάδα;
«Αν δεν κάνω λάθος, ήταν πριν από τρία χρόνια, με τη Φιλαρμονική του Ρότερνταμ στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών. Θυμάμαι ωστόσο πολύ καλά και την αμέσως προηγούμενη εμφάνισή μου στη χώρα σας με την Ορχήστρα Κίροφ το 1989, και πάλι στο Ηρώδειο. Είναι ωστόσο η πρώτη φορά που θα παίξουμε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και πραγματικά περιμένω αυτές τις δύο συναυλίες με μεγάλη ανυπομονησία. Εχω ακούσει τα καλύτερα για τον χώρο. Με την Ελλάδα πάντως με συνδέει μια μεγάλη «γκάμα» αναμνήσεων. Ξεκινούν από ευχάριστες και καταλήγουν ως και κωμικές».
Δηλαδή;
«Για να αρχίσω από τις τελευταίες, έχω πάντα στη μνήμη μου μια σκηνή όπου προσπαθούσα να σώσω τον εαυτό μου κολυμπώντας σε κάποια από τις θάλασσές σας. Οσο για τις ευχάριστες, θυμάμαι πάντα τη μαγεία του Ηρωδείου, την υπέροχη ακουστική του… Ο,τι ωστόσο μου είχε κάνει μεγαλύτερη εντύπωση, πέρα βέβαια από τα μνημεία του πολιτισμού για τα οποία φαντάζομαι ότι όλοι οι επισκέπτες σας μιλούν, προέρχεται από τη σύγχρονη Αθήνα. Μια πόλη απίστευτα «ζωντανή», όπου κυριολεκτικά η μουσική δεν σταματά ποτέ».
Ας μιλήσουμε λίγο για το πρόγραμμα των δύο αυτών συναυλιών.
«Θα παρουσιάσουμε δύο διαφορετικά προγράμματα που θα τα χαρακτήριζα «πολυστυλιστικά». Την Τρίτη το πρόγραμμά μας περιλαμβάνει τη «Θάλασσα», τρία συμφωνικά σχεδιάσματα του Κλοντ Ντεμπυσί, το «Ποίημα της έκστασης», έργο 54, του Αλεξάντρ Σκριάμπιν, και τη Συμφωνία αρ. 5 του Σεργκέι Προκόφιεφ, ενός συνθέτη που αγαπώ ιδιαίτερα και τον θεωρώ μάλλον «περιφρονημένο». Την Τετάρτη θα παίξουμε τη Συμφωνία αρ. 6, επονομαζομένη και «Τραγική», του Γκούσταβ Μάλερ. Υπέροχη μουσική που θα μας επιτρέψει να δείξουμε τη δουλειά και την ποιότητα του ήχου μας».
Δώδεκα χρόνια στο «τιμόνι» του Θεάτρου Μαριίνσκι. Τι σημαίνει για σας αυτή η περίοδος;
«Τη θεωρώ αναμφίβολα την πιο δημιουργική φάση της ζωής μου. Ανέλαβα αυτή τη θέση σε μια εποχή πολύ δύσκολη, όταν η πάλαι ποτέ Σοβιετική Ενωση βρισκόταν υπό κατάρρευση. Πρώτος μου στόχος λοιπόν ήταν να εξασφαλίσω την επιβίωση του θεάτρου. Ωστόσο σήμερα, 12 χρόνια μετά, πιστεύω ότι έχω κάθε λόγο να είμαι υπερήφανος. Το συγκρότημά μας εξακολουθεί να διατηρεί το μεγάλο κύρος του, ενώ οι σταθερές εμφανίσεις μας σε όλο τον κόσμο μάς έχουν εξασφαλίσει ένα εξίσου σταθερό διεθνές κοινό. Στο διάστημα αυτό αλλάξαμε ριζικά τον τρόπο που παρουσιάζουμε τις παραγωγές δίνοντάς τους ένα πιο σύγχρονο πρόσωπο, διευρύναμε το ρεπερτόριό μας, ενώ εξακολουθούμε να ερμηνεύουμε το ρωσικό ρεπερτόριο, θέλω να πιστεύω, καλύτερα από οποιαδήποτε άλλη ορχήστρα της χώρας μας. Εξαιρετικά σημαντικές θεωρώ εξάλλου και τις «γέφυρες» που βρήκαμε με το εξωτερικό συστήνοντας τους «Φίλους της ΄Οπερας Κίροφ» στο Λονδίνο και την Αμερική. Σίγουρα πάντως η πορεία δεν ήταν εύκολη».
Ποιες δυσκολίες αντιμετωπίσατε δηλαδή;
«Δεν θα ήθελα να παραμείνω ιδιαίτερα σε αυτές. Στη Ρωσία άλλωστε είμαστε συνηθισμένοι στις δυσκολίες, ξέρουμε καλά τι θα πει η λέξη πρόβλημα. Η αλήθεια είναι ότι με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης αντιμετωπίσαμε τραγικές καταστάσεις. Η οικονομία μας κυριολεκτικά κατέρρευσε. Ωστόσο δεν είναι στον χαρακτήρα μου να δραματοποιώ καταστάσεις. Θεωρώ χαμένο χρόνο το να κάθομαι και να παραπονιέμαι και ευτυχώς είναι κάτι που το συνειδητοποίησα αρκετά νωρίς. Αντικατέστησα λοιπόν την γκρίνια με τη δραστηριότητα και ευτυχώς είδα, είδαμε αποτέλεσμα».
Σε τι επίπεδο βρίσκονται σήμερα οι ρωσικές ορχήστρες σήμερα;
«Σε πολύ άνισο. Εχουμε κάποια σύνολα καλά και κάποια άλλα πολύ κακά. Στην Αγία Πετρούπολη υπάρχουν δύο υψηλού επιπέδου ορχήστρες, η δική μας και η Φιλαρμονική. Στη Μόσχα όμως τα πράγματα δείχνουν να έχουν προβλήματα. Γενικότερα μετά την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» τα πράγματα στον χώρο μας μοιάζουν προβληματικά».
Θέλετε να πείτε ότι πριν ήταν καλύτερα;
«Το καλύτερο και το χειρότερο είναι συνάρτηση πολλών πραγμάτων. Εχει σχέση με τις οικονομικές απολαβές, την ποιότητα του συνόλου, το κοινό… Επί Σοβιετικής Ενωσης η κοινωνία μας δεν ήταν ιδανική, το επίπεδο ωστόσο των τεχνών ήταν πολύ υψηλό. Είχαμε άλλωστε ένα από τα καλύτερα συστήματα εκπαίδευσης. Τα τελευταία χρόνια είναι αλήθεια ότι αντιμετωπίσαμε μεγάλη «αιμορραγία» σε έμψυχο δυναμικό. Πολλοί ρώσοι μουσικοί αναζήτησαν την τύχη τους στο εξωτερικό. Ωστόσο δεν είναι λίγοι οι νέοι άνθρωποι που επάνδρωσαν στο διάστημα αυτό και τα δικά μας σύνολα».
Εσείς σκεφτήκατε να αναζητήσετε αλλού την τύχη σας;
«Δεν είχα λόγους για κάτι τέτοιο. Μένοντας στη χώρα μου κέρδισα την αποδοχή και την αναγνώριση έξω από τα σύνορά μας. Ως σήμερα έχω διευθύνει όλες ή σχεδόν όλες τις μεγάλες ορχήστρες της Δύσης. Η σταθερή ωστόσο ενασχόλησή μου με την Ορχήστρα Κίροφ μού προσέφερε μεγάλη αυτοπειθαρχία και αυτοσυγκέντρωση. Αντί να διευθύνω 25 ορχήστρες, διευθύνω πια τέσσερις ή πέντε. Εχω μια δέσμευση με τη Μητροπολιτική Οπερα της Νέας Υόρκης, τη Φιλαρμονική του Ρότερνταμ, τη Φιλαρμονική της Βιέννης, ενώ υπάρχουν μια σειρά φεστιβάλ στα οποία προΐσταμαι ή συμμετέχουμε «παραδοσιακά» θα έλεγα με την Ορχήστρα. Ολη η υπόλοιπη ενέργειά μου πηγαίνει στο Θέατρο Μαριίνσκι. Αυτό το συγκρότημα είναι η οικογένειά μου».
Διαφέρει ο τρόπος της δουλειά σας με τις υπόλοιπες ορχήστρες;
«Οχι πολύ. Είμαι από τους ανθρώπους που πιστεύουν στη δύναμη της προσωπικότητας, του χαρίσματος. Αυτό άλλωστε αναζητεί και το κοινό. Δεν μιλώ για τη μικρή μειονότητα που βλέπει άκριτα τα πάντα. Ο περισσότερος κόσμος θέλει να ξέρει πού θα δώσει τα χρήματα του εισιτηρίου, έχει ανάγκη ένα ποσοστό «ασφαλείας» ως προς το τι θα δει. Γι’ αυτό και η προσωπική μου φιλοδοξία για κάθε εμφάνισή μου είναι εν πολλοίς η ίδια, είτε μέσα είτε έξω από τη Ρωσία».
Ποια είναι δηλαδή;
«Να προσφέρω ένα καλό αποτέλεσμα, να μη μετανιώσει ο κόσμος που ήρθε να με δει. Ξέρω καλά ότι κανένας δεν μπορεί να τους κάνει όλους ευτυχισμένους. Ωστόσο θέλω οι ευχαριστημένοι να είναι οι περισσότεροι. Γι’ αυτό προσπαθώ να είμαι ρεαλιστής, να πατάω στη γη. Ακούω τους μουσικούς, προσπαθώ να αφουγκράζομαι τον κόσμο. Το «χρώμα» του χειροκροτήματος είναι βασικό κριτήριο για μένα. Σε αυτή την κατεύθυνση ωστόσο με έχει βοηθήσει η συνολική ευθύνη του θεάτρου που έχω. Μου προσφέρει σφαιρική άποψη για τα πράγματα».
Για να επιστρέψουμε στην ιδιότητά σας ως μαέστρου, πώς φαντάζεστε το μέλλον των ορχηστρικών συνόλων στο νέο αιώνα;
«Νομίζω ότι τα πάντα θα εξαρτηθούν από την ικανότητά μας να παίρνουμε ρίσκα. Νιώθω ότι πρέπει επιτέλους να ξεφύγουμε από την «ασφάλεια» της εμμονής στο παρελθόν, να αντιμετωπίσουμε τα πράγματα με φρέσκια ματιά. Ζούμε σε μια ηλεκτρονική εποχή, το Internet έχει δημιουργήσει μια νέα πραγματικότητα και αυτά είναι στοιχεία που δεν μπορούμε να αγνοήσουμε. Εχουν σαφή αντίκτυπο και στη δική μας δουλειά. Δε μπορούμε για παράδειγμα να διευθύνουμε Μπετόβεν με τον ίδιο τρόπο που διηύθηναν τα έργα του πριν από 50 χρόνια. Σε αυτή την περίπτωση ο κόσμος δεν έχει κανέναν λόγο να έρθει σε μια ζωντανή συναυλία. Μπορεί θαυμάσια να ακούσει έναν δίσκο. Εμείς οι ίδιοι πρέπει να δουλέψουμε προκειμένου να πείσουμε για την αναγκαιότητά μας. Να δείξουμε, δηλαδή, ότι οι περισσότερες πληροφορίες δεν σημαίνουν καθόλου και υψηλότερη κουλτούρα».
Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ
Οι συναυλίες της Ορχήστρας Κίροφ του Θεάτρου Μαριίνσκι θα δοθούν την Τρίτη και την Τετάρτη στην Αίθουσα Φίλων της Μουσικής του Μεγάρου και εντάσσονται στο πλαίσιο της σειράς «Μεγάλες Ορχήστρες Μεγάλοι Μαέστροι» που στηρίζει με χορηγία της η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος.