Δολάρια και ψεύτικοι θεοί

Οταν ο Μωυσής έλειπε για δουλειές, ήταν δηλαδή με τον Θεό και ελάμβανε τις εντολές Του, οι Ισραηλίτες ανησύχησαν. Την ανησυχία τους ανέλαβε να καταπραΰνει ο Ααρών, ο οποίος τους κατασκεύασε τον «Χρυσό Μόσχο», κάτι για να κοιτούν, να προσκυνούν και να λατρεύουν. Ο πειρασμός είναι μεγάλος να πιστέψει κανείς ότι έστω μία από τις Δέκα Εντολές προστέθηκε αφότου ο Μωυσής επέστρεψε και, εξοργισμένος, πέταξε το χρυσαφένιο μοσχάρι στη φωτιά: ουκ έσονταί σοι θεοί έτεροι πλην εμού.

Οταν ο Μωυσής έλειπε για δουλειές, ήταν δηλαδή με τον Θεό και ελάμβανε τις εντολές Του, οι Ισραηλίτες ανησύχησαν. Την ανησυχία τους ανέλαβε να καταπραΰνει ο Ααρών, ο οποίος τους κατασκεύασε τον «Χρυσό Μόσχο», κάτι για να κοιτούν, να προσκυνούν και να λατρεύουν. Ο πειρασμός είναι μεγάλος να πιστέψει κανείς ότι έστω μία από τις Δέκα Εντολές προστέθηκε αφότου ο Μωυσής επέστρεψε και, εξοργισμένος, πέταξε το χρυσαφένιο μοσχάρι στη φωτιά: ουκ έσονταί σοι θεοί έτεροι πλην εμού.

Στο εξώφυλλο του τελευταίου τεύχους του περιοδικού «Τime», ένας μεσήλικος γκριζομάλλης Βρετανός κοιτάζει τον φακό με έντονα μάτια, πίσω από γυαλιά με γαλάζιους φακούς. Τα σφιγμένα χείλη του υπονοούν έναν σαρκασμό, μια ασέβεια. Μια ασέβεια όμως που έχει πλέον παγκόσμια φήμη και έχει απασχολήσει σχεδόν κάθε μέσο ενημέρωσης σε όλον τον κόσμο εδώ και είκοσι χρόνια. Για την πρόσφατη ομοβροντία διεθνούς δημοσιότητας υπάρχουν πολλοί λόγοι: με σημαντικότερο ίσως ανάμεσά τους έναν ταύρο με χρυσά κέρατα και οπλές 18 καρατίων, διατηρημένο σε φορμαλδεΰδη. Ο χρυσός αυτός μόσχος είναι διαθέσιμος για όποιον έχει να πληρώσει από 14,6 ως 22 εκατομμύρια δολάρια.

Ουδείς γνωρίζει πόσοι από αυτούς που θα σπεύσουν να τον αγοράσουν θυμούνται τη βιβλική αφήγηση ή αντιμετωπίζουν την αγορά τους αυτή με όσο σαρκασμό αντιμετώπισε την κατασκευή του μόσχου ο δημιουργός του. Ο μεσήλικος και γκριζομάλλης, πλέον, Ντέιμιεν Χερστ θυμάται πολύ καλά τη βιβλική αφήγηση: Πόσα θα πληρώνατε για τον δικό σας, ολόδικό σας, προσωπικό σας ψεύτικο θεό; Το ζήτημα που έχει κάνει όλον τον κόσμο να μιλάει και πάλι για τον Ντέιμιεν Χερστ είναι το νέο σώμα δουλειάς του. Αλλά, βεβαίως, δεν είναι μόνον αυτό. Γεννημένος το 1965 στο Μπρίστολ και επί σειράν ετών αγαπημένο παιδί του δαιμόνιου συλλέκτη Τσαρλς Σάατσι, ο Ντέιμιεν Χερστ έχει κατά καιρούς φιλοτεχνήσει διάφορα αναπάντεχα αντικείμενα, όπως έναν καρχαρία-τίγρη ή μια αγελάδα και ένα μοσχαράκι χωρισμένα στα δύο, όλα κλεισμένα σε δεξαμενές με φορμαλδεΰδη, και δεν έχει ποτέ αφήσει το προσκήνιο της σύγχρονης τέχνης. Στο τρέχον σώμα δουλειάς, το οποίο περιλαμβάνει 233 έργα συνολικά και έχει τίτλο «Ομορφα μέσα στο κεφάλι μου», εκτός από τον προαναφερθέντα ταύρο θα συναντήσει κανείς ένα αντίγραφο διάσημου βιτράιγ από τον καθεδρικό του Ντάραμ, φτιαγμένο από χιλιάδες πολύχρωμα φτερά αληθινών πεταλούδων, μία ζέβρα σε δεξαμενή φορμαλδεΰδης με λευκό πλαίσιο, και έναν μονόκερω, ένα λευκό πόνι δηλαδή με ένα κέρατο στο κούτελό του.

Ο Χερστ όμως δεν παρουσιάζει απλώς τη νέα δουλειά του. Τα έργα αυτά τα έχει φτιάξει- αυτός και οι 120 βοηθοί του στα έξι εργαστήριά τουειδικά για να τα προσφέρει κατευθείαν σε δημοπρασία, από τον οίκο Sotheby΄s. Και είναι αυτή η κίνηση, περισσότερο ακόμη και από τα προκλητικά- και προκλητικά ακριβάνέα έργα, που έχει κάνει, για ακόμη μία φορά, τον διεθνή κόσμο της τέχνης να ζαλίζεται. Οι οίκοι δημοπρασιών παραδοσιακά περιορίζονται στη λεγόμενη δευτερογενή αγορά, δηλαδή στις μεταπωλήσεις, και δεν πωλούν νέα έργα. Ο Χερστ δηλαδή απέκλεισε έτσι από τη διαδικασία πώλησης και τους δύο ισχυρότατους γκαλερίστες του, τον Τζέι Τζόπλινγκ της γκαλερί White Cube, στο Λονδίνο, και τον Λάρι Γκαγκόζιαν της γκαλερί Gagosian, στη Νέα Υόρκη, υπονομεύοντας ανελέητα και θορυβωδώς μια σχέση που θεωρείται λίγο ως πολύ δεδομένη στον κόσμο της τέχνης, αυτή του καλλιτέχνη με τον γκαλερίστα του.

Οι γκαλερί κάποιες φορές κρατούν ως και 60% της τιμής πώλησης των έργων- αν και οι γκαλερί του Χερστ κρατούν, τα τελευταία χρόνια, μόνο το 30%- αλλά επιπλέον δρουν ως μάνατζερ, κατευθύνοντας συνολικά τη σταδιοδρομία των καλλιτεχνών. Από την γκαλερί του ένας σύγχρονος καλλιτέχνης δεν περιμένει απλώς να του παράσχει έναν χώρο για να εκθέτει ή να του πουλάει τα έργα του, αλλά και να τον προωθεί στους πιο ενδιαφέροντες επιμελητές και διοργανωτές μεγάλων ομαδικών εκθέσεων και μπιενάλε και να πουλάει τα έργα του σε ευυπόληπτες ιδιωτικές συλλογές και σε μουσεία και όχι άκριτα σε όποιον έχει χρήματα. Ο Ντέιμιεν Χερστ όμως δεν χρειάζεται πια τέτοιου είδους προώθηση από κανέναν. Και δηλώνει τη διαφωνία του υπερηφάνως. «Σιχαίνομαι» λέει «όταν κάποιος μπαίνει σε μια γκαλερί και λέει πως θέλει να αγοράσει έναν Ντέιμιεν Χερστ,να του λένε:Και ποιος είσαι εσύ;».

Φυσικά η περίπτωση του Χερστ είναι διαφορετική από των περισσοτέρων, καθ΄ ότι έχει τη δύναμη να κάνει πράξη τις διαφωνίες του. Παρά τις φήμες ότι τόσο ο Τζόπλινγκ όσο και ο Γκαγκόζιαν είναι σφοδρά ενοχλημένοι από την κίνηση αυτή, κανένας τους δεν εξέφρασε τίποτε δημόσια παρά υποστήριξη για το εγχείρημα. Ο Λάρι Γκαγκόζιαν μάλιστα δήλωσε ότι η γκαλερί του θα στείλει εκπρόσωπο στη δημοπρασία για να «χτυπήσει» κάποια έργα. Το μόνο βέβαιο είναι ότι ο εκπρόσωπός του θα χρειαστεί γερό στομάχι: η δημοπρασία, που θα διεξαχθεί αύριο και μεθαύριο, αναμένεται να αποφέρει περί τα 120 εκατομμύρια δολάρια.

Κάθε φορά που, όταν γράφω, οι λέξεις «τέχνη» και «δολάρια» εμφανίζονται αρκετά κοντά η μία στην άλλη, αναμένω ανακλαστικά πλέον την αντίδραση όσων πιστεύουν ότι η τέχνη έχει χάσει το νόημά της σε έναν κόσμο όπου το «υπερβατικό» στοιχείο της έχει εξαφανιστεί και αποτελεί μόνο ένα όργανο του φιλελεύθερου ύστερου καπιταλισμού. Στην ίδια κατηγορία εμπίπτουν όσοι πνέουν μένεα εναντίον καλλιτεχνών όπως ο Χερστ, κατηγορώντας τον ότι το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι η αυτοπροβολή του. Για πολλούς λόγους- ιστορικά εντοπίσιμους ασφαλώς, αλλά δεν είναι εδώ ο χώρος- καλός καλλιτέχνης είναι ο φτωχός καλλιτέχνης. Κανένας δεν είναι διατεθειμένος να συζητήσει την καλλιτεχνική αξία ενός έργου αν ο δημιουργός του έχει μισό δισεκατομμύριο δολάρια προσωπική περιουσία.

Τον νοιάζουν βέβαια όλα αυτά τον Ντέιμιεν Χερστ; Οχι ιδιαίτερα. Σε μια συνέντευξη που του είχα πάρει πριν από μερικά χρόνια, θυμάμαι, μου έλεγε: «Είμαι εικαστικός καλλιτέχνης. Φτιάχνω αντικείμενα ώστε κάποιος να σταθεί μπροστά τους και να τα δει. Αν απλώς δεις μια φωτογραφία στην εφημερίδα,δεν έχεις δει ένα γλυπτό. Υπάρχουν άνθρωποι που έρχονται και μου λένε “είναι απαίσιο” ή “είναι σκατά” ή “το σιχαίνομαι”.Και εγώ τους ρωτάω:“Α,ναι;Ποιο έργο είδες; ”. Και μου απαντούν:“Δεν έχω δει κανένα,διάβασα τι κάνεις στην εφημερίδα…”».

Υπήρχε κάτι ανεξήγητα ισχυρό στην παρουσία του καρχαρία, το τέρας αυτό, τόσο θεοποιημένο στην ανθρώπινη φαντασία, ακίνητο, μετέωρο, με όλη του τη ζωή να έχει παρέλθει: «Η σωματική απιθανότητα του θανάτου στο μυαλό κάποιου που ζει» το είχε τιτλοφορήσει ο Χερστ. Και πόση πικρή, μαύρη και βίαιη σάτιρα υπήρχε σε εκείνη την αγελάδα με το μοσχαράκι της, κομμένα στα δύο, σε τέσσερις δεξαμενές: «Μητέρα και παιδί χωρισμένα». Και πόση ακόμη παιδική αγωνία, το είδος της απόγνωσης που νιώθει κανείς στην ηλικία που το να είναι μόνος αρχίζει να γίνεται συνειδητό ως μοναξιά, σε εκείνο το σαστισμένο, μοναχικό προβατάκι: «Μακριά από το κοπάδι».

Τώρα ο Χερστ τα έχει βάλει πάλι με όλους και έστω μόνον αυτό μού φαίνεται ότι αξίζει πολλά. Πολύ περισσότερα από μερικά εκατομμύρια δολάρια.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.