Η σωστή και έγκαιρη μεταρρύθμιση της τοπικής αυτοδιοίκησης είναι υπόθεση εθνικής σημασίας που απαιτεί την εθνική συναίνεση και τη συνεργασία
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η μεταρρύθμιση της τοπικής αυτοδιοίκησης για τη συνένωση των δήμων και των κοινοτήτων, γνωστή με τη συμβολική ονομασία πρόγραμμα «Καποδίστριας», του οποίου πρωταγωνιστής υπήρξε ο πρώην υπουργός κ. Αλ. Παπαδόπουλος, ήταν εύστοχη. Παρά τις αντιδράσεις στις τοπικές ιδίως κοινωνίες για την υποχρεωτική κατάργηση των μικρών δήμων (και όλων σχεδόν των κοινοτήτων), τελικά η μεταρρύθμιση εκείνη λειτούργησε προς τη θετική κατεύθυνση. Μολονότι δεν συμπληρώθηκε με την προώθηση ανάλογων μεταβολών στα λοιπά επίπεδα της τοπικής και περιφερειακής διοίκησης του κράτους (νομαρχίες, περιφέρειες), στάθηκε εν τούτοις ένα πρώτο και αποφασιστικό βήμα στο γενικότερο εγχείρημα για τον ουσιαστικό εκσυγχρονισμό και τη δομική αλλαγή της δημόσιας διοίκησης στη χώρα μας. Είναι, λοιπόν, δικαιολογημένες και απολύτως κατανοητές η ικανοποίηση και η περηφάνια για το έργο αυτό από τους πολιτικούς που το σχεδίασαν και το έφεραν σε πέρας.
Νέες προκλήσεις
Η ψυχρή, ωστόσο, λογική αλλά και το αίσθημα ευθύνης υπαγορεύουν πρόσθετα μέτρα και πιο καινοτόμες πλέον πρωτοβουλίες προς την κατεύθυνση της διαρθρωτικής μεταβολής του διοικητικού μηχανισμού στο τοπικό, το περιφερειακό και το κεντρικό επίπεδο. Οι τρεις κρίκοι πρέπει να ανασυντεθούν και να αναδιοργανωθούν με νέο τρόπο, πιο λιτό, πιο αποτελεσματικό, λιγότερο γραφειοκρατικό, πιο κοινωνικά προσανατολισμένο. Γιατί η δημόσια διοίκηση εξακολουθεί να αποτελεί την « αχίλλειο πτέρνα » του κοινωνικού μετασχηματισμού στη χώρα. Παραμένει δέσμια των γνωστών δυσλειτουργιών και προβληματικών καταστάσεων του παρελθόντος. Με συνέπεια την κακή οργάνωση, το ακατάλληλο προσωπικό, τις επικαλύψεις των αρμοδιοτήτων, το μεγάλο κόστος, την αδιαφάνεια, τα εμπόδια στην ανάπτυξη και, εν τέλει, την ατελή εξυπηρέτηση του πολίτη.
Δύσκολα, λοιπόν, μπορεί να δικαιολογηθούν ο εφησυχασμός και η ομφαλοσκόπηση για τα επιτεύγματα του χθες. Οι προκλήσεις του αύριο είναι πολύ πιο έντονες και απαιτητικές. Για τους λόγους αυτούς ξενίζει η εκ προοιμίου επιφυλακτική έως απορριπτική στάση απέναντι σε νέες πρωτοβουλίες και προβληματισμούς για τη διοικητική μεταρρύθμιση. Και αυτός που τους σχεδιάζει να χαρακτηρίζεται «λαθρεπιβάτης» και υποκριτής. Τούτο μάλιστα από ανθρώπους που υπέστησαν οι ίδιοι τη δυσπιστία και την υπονόμευση από τα εγκατεστημένα συμφέροντα και τη συντήρηση.
Νομίζω ότι η καλή πίστη δεν πρέπει να εκλείψει οριστικά από το πολιτικό πεδίο και την κουλτούρα της χώρας. Πολλώ μάλλον που υπάρχουν γόνιμες σκέψεις και έντιμες φωνές σε όλες τις πολιτικές παρατάξεις και μπορούν ίσως να συνεργασθούν δημιουργικά σε ένα εγχείρημα υπερκομματικής και εθνικής σημασίας.
Το ζήτημα, ειδικότερα, της μεταρρύθμισης της τοπικής και περιφερειακής διοίκησης, που ήδη έθεσε ο Πρωθυπουργός ως προτεραιότητα της κυβερνητικής πολιτικής, ενώ εύλογο είναι να αντιμετωπίζεται με κριτικό πνεύμα, δεν είναι- θαρρώ- πολύ δημιουργικό να καταγγέλλεται εξ υπαρχής με συνοπτικές διαδικασίες και με καταδίκη προθέσεων. Πολλώ μάλλον που στο παρόν τουλάχιστον στάδιο η σχετική πρωτοβουλία εμφανίζεται να συνοδεύεται από ορισμένα στοιχεία αρκετά ελπιδοφόρα.
Πρώτον, ο λεγόμενος «Καποδίστριας 2» παρουσιάζει έναν πιο σφαιρικό χαρακτήρα από τον προηγούμενο, με την έννοια ότι δεν περιορίζεται στην πρωτοβάθμια μόνο αυτοδιοίκηση αλλά περιλαμβάνει ανάλογες μεταβολές και στα συναφή επίπεδα της περιφερειακής διοίκησης και αυτοδιοίκησης (συγχώνευση νομαρχιών, μετατόπιση κέντρου βάρους στις περιφέρειες). Δεύτερον, η κυβέρνηση δεν οριστικοποίησε τη δική της συγκεκριμένη νομοθετική επιλογή προτού λάβει υπ΄ όψιν της ανάλογες, μέσα από διαδοχικά συνέδρια, προτάσεις από την ΚΕΔΚΕ και την ΕΝΑΕ, ήτοι τους πλέον αρμόδιους κοινωνικούς και θεσμικούς φορείς. Πράγμα που ήταν σύνηθες στο παρελθόν και οδηγούσε σε αντιπαραθέσεις.
Τρίτον, στο καθαρά τεχνοκρατικό ή αναλυτικό επίπεδο, πέρα από τις επιστημονικές προτάσεις που έχουν κατά καιρούς δημοσιευθεί, ζητήθηκε και έχει ήδη τεθεί σε δημόσια διαβούλευση σχετική ειδική μελέτη του Ινστιτούτου Τοπικής Αυτοδιοίκησης, το οποίο δεν υπάγεται στην κυβέρνηση αλλά στην ΚΕΔΚΕ.
Τέταρτον, η θεσμική προετοιμασία μοιάζει επίσης προς το παρόν αρκετά έγκαιρη και συστηματική. Οπως δήλωσε πρόσφατα ο Πρωθυπουργός, οι νέες αυτοδιοικητικές αρχές, που θα αναλάβουν τα καθήκοντά τους τον Ιανουάριο του 2011, αναμένεται να λειτουργήσουν στο πλαίσιο των νέων θεσμών και των νέων αρμοδιοτήτων. Η διετία που θα μεσολαβήσει έως τότε προσφέρει επαρκές διάστημα για την εξειδίκευση των λεπτομερειών και την εξοικείωση των πολιτών και των στελεχών με τη νέα πραγματικότητα.
Ο τόπος μας είναι μικρός
Συνάγεται, λοιπόν, ότι, μολονότι περαιτέρω ολιγωρία και καθυστερήσεις δεν επιτρέπονται, ίσως είναι άκαιρη από την άλλη πλευρά η υπέρμετρη σπουδή στην καταδίκη σκέψεων και προτάσεων, που δεν έχουν ακόμα προσλάβει την οριστική τους μορφή.
Αντίθετα, παρατηρήσεις, ιδέες, προσθήκες και διευκρινίσεις, που διατυπώνονται από ανθρώπους με γνώση και εμπειρία, όπως ο κ. Αλ. Παπαδόπουλος, είναι όχι μόνο χρήσιμες αλλά και αναγκαίες. Γιατί ο τόπος μας είναι μικρός και τα προβλήματά του μεγάλα για να έχουμε την πολυτέλεια εξαιρέσεων και εξορισμού ανθρώπων με διάθεση και ικανότητα προσφοράς. Από όποιες παρατάξεις και αν προέρχονται, σε όποιο μετερίζι του έθνους και αν υπηρετούν. Η σωστή και έγκαιρη μεταρρύθμιση της τοπικής αυτοδιοίκησης- ο «Καποδίστριας 2»- είναι υπόθεση εθνικής σημασίας που απαιτεί την εθνική συναίνεση και τη συνεργασία.
Ο κ. Αντ. Μακρυδημήτρης είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.