Είναι στρεβλό να θεωρούμε μετά βεβαιότητος ότι θα ήταν καλό για την ίδια την Κίνα να ακολουθήσει τα δυτικά πρότυπα κοινωνικής οργάνωσης
Στις 13 Ιουνίου 1910 ο Αρθουρ Τζέιμς Μπάλφουρ ανέπτυξε στη Βουλή των Κοινοτήτων την κυβερνητική θέση της Βρετανίας για τη διακυβέρνηση της Αιγύπτου: «Γνωρίζουμε τον πολιτισμό της Αιγύπτου καλύτερα από τον πολιτισμό οιασδήποτε άλλης χώρας. Τον γνωρίζουμε ως το απώτερο παρελθόν. Τον γνωρίζουμε σε μεγαλύτερο βάθος. Γνωρίζουμε περισσότερα γι΄ αυτόν. (…) Τα δυτικά έθνη αμέσως μόλις εμφανίστηκαν στην Ιστορία έδειξαν τις απαρχές της ικανότητάς τους να αυτοκυβερνώνται. (…) Σε ό,τι αποκαλείται Ανατολή δεν θα βρείτε τέτοια ίχνη. Ολοι οι μεγάλοι αιώνες τους ήσαν υπό δεσποτικές, απόλυτες κυβερνήσεις. (…) Είναι καλό γι΄ αυτά τα μεγάλα έθνη να ασκείται από εμάς η απόλυτη διακυβέρνησή τους; Νομίζω πως είναι. Η εμπειρία δείχνει ότι υπό την εξουσία μας είχαν την καλύτερη κυβέρνηση όλης της ιστορίας τους. (…) Κάθε ειδικότερο θέμα πρέπει να αποφασίζεται ανάλογα με το τι, υπό το φως της δυτικής εμπειρίας και γνώσης (…), πιστεύουμε εμείς ότι είναι καλύτερο για τη φυλή που υπόκειται στην εξουσία μας».
Την ομιλία αυτή ο Εντουαρντ Σαΐντ (στο έργο του «Οριενταλισμός») είχε θεωρήσει πρότυπο της δυτικής στάσης έναντι των ανατολικών χωρών. Ασφαλώς η αποικιοκρατική πολιτική χαράχθηκε με βάση τα απτά συμφέροντα. Στηρίχθηκε όμως και στην πεποίθηση της Δύσης ότι γνωρίζει τους τόπους και τους πολιτισμούς των λαών αυτών καλύτερα από τους ίδιους και ότι άρα είναι αρμοδιότερη να προσδιορίσει τι είναι καλό γι΄ αυτούς.
Θυμήθηκα τον Μπάλφουρ και τον Σαΐντ με αφορμή τα δυτικά αφιερώματα για την Κίνα επ΄ αφορμή των Ολυμπιακών Αγώνων. Η άποψη ότι η Δύση γνωρίζει άριστα το πρακτέο στην Κίνα υφέρπει στα περισσότερα κείμενα. Ακόμη και στις πολύ ενδιαφέρουσες ανταποκρίσεις του Francois Ηautier της «Figaro» που αναδημοσιεύει «Το Βήμα» διακρίνεται η πεποίθηση του δημοσιογράφου ότι γνωρίζει την ουσία των πραγμάτων (άραγε μιλάει τις γλώσσες των χωρών που περιηγείται;). Γράφει έτσι, αβασάνιστα, για το Βλαδιβοστόκ ότι, εξαιρουμένων των διανοουμένων, «ο υπόλοιπος τοπικός πληθυσμός δεν παρουσίαζε κανένα κοινωνιολογικό ενδιαφέρον». Και συμπεραίνει ανεπιφύλακτα πως «οι δύο λαοί (Ρώσοι και Κινέζοι) δεν είχαν τίποτε να τους συνδέει παρά μόνο τη βιαιότητα».
Είναι απολύτως εύλογο να αναλύει ένας Δυτικός την κατάσταση στην Κίνα με βάση το τι είναι ωφέλιμο για τη Δύση. Μπορεί να τη θεωρεί ελπίδα ή, αντίθετα, απειλή για τη δυτική ευμάρεια- και να έχει δίκιο. Είναι όμως στρεβλό να υπολαμβάνουμε ότι γνωρίζουμε εις βάθος τα κινεζικά πράγματα και ότι θα ήταν μετά βεβαιότητος καλό για την ίδια την Κίνα να ακολουθήσει τα δυτικά πρότυπα κοινωνικής οργάνωσης.
Η Κίνα κυβερνάται αυταρχικά από το Κομμουνιστικό Κόμμα. Υπ΄ αυτή τη διακυβέρνηση οικοδομείται και παρουσιάζει θεαματική οικονομική ανάπτυξη. Εχει πετύχει να αποτινάξουν τα δεσμά της φτώχειας 300-400 εκατομμύρια άτομα. Ταυτόχρονα διατηρεί την κρατική συνοχή και επαυξάνει τη στρατιωτική ισχύ της ώστε να συντηρεί τη μεγάλη αυτοκρατορία που, έπειτα από χιλιάδες χρόνια ιστορίας, είχε ταπεινωθεί από τους Ιάπωνες και τους Δυτικούς, για να ανασυγκροτηθεί υπό το «κόκκινο άστρο».
Είμαστε σίγουροι ότι η παροχή ατομικών ελευθεριών και η αποκατάσταση πολυκομματικού συστήματος θα είχαν επιτύχει περισσότερα; Με τον τρόπο που έγινε στη Σοβιετική Ενωση επέφερε όχι μόνο τη διάλυση αλλά και τη φτώχεια, τη μείωση του προσδόκιμου ζωής, την καταλήστευση του δημόσιου πλούτου από μαφιόζους. Αν στο Πεκίνο είχαν υιοθετήσει ανάλογα μέτρα, θα είχαν υπερβεί τη φτώχεια τα 300-400 εκατομμύρια; Η φιλελεύθερη δημοκρατία είναι κατά τη γνώμη μου το καλύτερο πολίτευμα, δεν είναι όμως βέβαιον ότι συνιστά την προτιμητέα λύση για τους άλλους. Τη Ρώμη, ιστορείται, την έσωσε από την πρόωρη κατάρρευση ο Διοκλητιανός. Είχε πιθανότατα την αποδοχή της πλειονότητας των Ρωμαίων. Αλλά δημοκράτης δεν ήταν.