Το μεγαλείο αυτού του συμβόλου του αγώνα των μαύρων της Νότιας Αφρικής κατά του απαρτχάιντ βρίσκεται στον σεβασμό του για τους απλούς ανθρώπους
O Τζον Ρέιντερς ήταν επικεφαλής του πρωτοκόλλου υπό την προεδρία του Φρεντερίκ ντε Κλερκ, αλλά όταν το Αφρικανικό Εθνικό Κογκρέσο (ΑΝC) κέρδισε τις εκλογές το 1994 σκέφτηκε ότι θα έπρεπε να βρει κάτι καλύτερο να κάνει. Προφανώς ο Νέλσον Μαντέλα επιθυμούσε να έχει έναν άνθρωπο της εμπιστοσύνης του σε μια τόσο ευαίσθητη θέση. Ο Ρέιντερς ήλθε σε επαφή με τη διοίκηση των φυλακών, όπου είχε και ο ίδιος εργαστεί στο παρελθόν, και διαπίστωσε προς μεγάλη του ανακούφιση ότι θα είχε την ευχαρίστηση να τον πάρουν πίσω. Μία ημέρα αφότου εξελέγη ο Μαντέλα πρόεδρος της Νότιας Αφρικής, ο Ρέιντερς έφθασε νωρίς στο γραφείο του με δύο τεράστιες κούτες, προκειμένου να μαζέψει τα πράγματά του. Λίγο αργότερα κάποιος χτυπούσε την πόρτα του. Ηταν ο Μαντέλα.
– « Καλή σου μέρα! Πώς είσαι; » ρώτησε ο νεοεκλεγείς πρόεδρος, προσθέτοντας στη συνέχεια συνοφρυωμένος: « Μα…τι ακριβώς κάνεις; ».
– « Κύριε πρόεδρε, μαζεύω τα πράγματα μου,πηγαίνω σε νέο πόστο ».
– « Α,μάλιστα.Και πού πηγαίνεις ακριβώς; ».
– « Στις Σωφρονιστικές Υπηρεσίες,κύριε πρόεδρε ».
– « Οχι, αποκλείεται, δεν σου το συνιστώ αυτό » απάντησε ο Μαντέλα χαμογελώντας με νόημα. « Τους ξέρω πολύ καλά.Πάρα πολύ καλά. Οχι, όχι δεν σου το συνιστώ με τίποτα! ».
Ο Ρέιντερς, ξαφνιασμένος από αυτή την αντίδραση, χαμογέλασε αμήχανα.
– « Είσαι ελεύθερος να φύγεις,αν αυτό επιθυμείς» συνέχισε ο Μαντέλα « όμως θα προτιμούσα να μείνεις. Δεν έχουμε έμπειρα άτομα να στελεχώσουν το γραφείο και άνθρωποι σαν εσένα μας είναι απαραίτητοι.Πέντε χρόνια θα είναι μόνο!Δεν έχω, άλλωστε, πρόθεση να παραμείνω και για δεύτερη θητεία στην προεδρία.Θα ήμουν ευγνώμων αν παρέμενες ».
Αμέσως ο Ρέιντερς άρχισε να αδειάζει τις κούτες. Εμεινε στο πλευρό του Μαντέλα ως το τέλος και τον συνόδευσε σε αμέτρητα ταξίδια στο εξωτερικό αλλά και στο εσωτερικό της χώρας, πάντοτε γοητευμένος και έκπληκτος από την ευγένεια και τη λεπτότητα με την οποία του φερόταν ο πρόεδρος. Από τη θερμή χειραψία που αντάλλασσαν κάθε πρωί, από το ενδιαφέρον που έδειχνε για την οικογένειά του ως τη φορά που τον συνέστησε στον πάπα κατά τη διάρκεια επίσκεψής τους στη Ρώμη.
Οπως είχε υποσχεθεί, ο Μαντέλα εγκατέλειψε την προεδρία το 1999 όμως ο Ρέιντερς συνέχισε να προσφέρει τις υπηρεσίες του στον νέο πρόεδρο Τάμπο Μπέκι. Εναν χρόνο αργότερα έλαβε ένα αναπάντεχο όσο και ευχάριστο τηλεφώνημα από τον πρώην πρόεδρο ο οποίος τον προσκαλούσε οικογενειακώς στην κατοικία του στο Γιοχάνεσμπουργκ. Ο Ρέιντερς έφθασε εκεί με τη σύζυγο και τα δύο του παιδιά, περιμένοντας να συναντήσει και τους υπόλοιπους προσκεκλημένους. Αλλά δεν υπήρχαν άλλοι επισκέπτες παρά μόνο ο Μαντέλα και η τριμελής οικογένειά του.
Οταν κάθησαν στο τραπέζι, ο Μαντέλα σήκωσε το ποτήρι του και στράφηκε στην οικογένεια του πρώην συνεργάτη του λέγοντας: « Θέλω να σας ζητήσω συγγνώμη που σας στέρησα τόσο καιρό από την παρουσία του συζύγου και πατέρα σας ο οποίος ήταν επιφορτισμένος με τόσες υποχρεώσεις προς το συμφέρον όλων μας.Πρέπει,όμως,να ξέρετε ότι ήταν θαυμάσιος στη δουλειά του! Πραγματικά θαυμάσιος! » Οταν τελείωσε το γεύμα ο Μαντέλα συνόδευσε την οικογένεια Ρέιντερς ως την έξοδο και περίμενε ώσπου να επιβιβαστούν στο αυτοκίνητο.
Ο ίδιος ο Ρέιντερς μού διηγήθηκε αυτή και άλλες ακόμη ιστορίες λίγα χρόνια αργότερα. Αγαπούσε τον Μαντέλα σαν πατέρα και έφερνε στη μνήμη του τη σεμνότητα αυτού του ανθρώπου χωρίς να μπορεί να κρύψει τα δάκρυά του. (Ο ίδιος υπήρξε ένας πολύ ευγενής, καλλιεργημένος, ευχάριστος και διαχυτικός άνθρωπος. Μια μεγάλη προσωπικότητα. Λυπήθηκα πολύ με την είδηση της αρρώστιας και του θανάτου του.)
Ολα αυτά τα χρόνια έχουν φθάσει στα αφτιά μου πολλές ακόμη ιστορίες και περιστατικά από τη ζωή αυτού του ανθρώπου που διηγούνται την καλοσύνη του προς τους απλούς ανθρώπους, είτε επρόκειτο για τους γκρουμ των πολυτελών ξενοδοχείων είτε για τους ηλικιωμένους συντρόφους των ημερών του αγώνα ενάντια στο απαρτχάιντ τους οποίους προσκαλούσε στο σπίτι του. Διηγήσεις που φανερώνουν τη μεγαλοψυχία του που συνοψίζεται, νομίζω, στο εξής: στην απόλυτη αρμονία μεταξύ της συμπεριφοράς του στην ιδιωτική του ζωή με τις αρχές που χαρακτήριζαν τη δημόσια εικόνα του. Οι αρχές αυτές- δημοκρατία, αγώνας ενάντια στον ρατσισμό, δικαιοσύνη και τόσες άλλες- συνοψίζονται σε μια υπέροχη και χιλιοειπωμένη λέξη, τον σεβασμό. Σεβασμός για όλους ανεξαιρέτως, άνδρες και γυναίκες.
Λέω «χιλιοειπωμένη» επειδή έχω συναντήσει διάσημους ανθρώπους, όπως το μπασκετμπολίστα Μάικλ Τζόρνταν, να διαλαλούν όπου σταθούν και όπου βρεθούν τον «σεβασμό». Τον σεβασμό, όμως, που οφείλουν οι υπόλοιποι να δείχνουν προς αυτούς και όχι τον σεβασμό που ούτε καν φαντάζονται την ύπαρξή του, αυτόν που οι ίδιοι θα έπρεπε να εκδηλώνουν προς τους άλλους.
Για τον Μαντέλα αυτή αποτελεί μια αξία ζωής την οποία την εφαρμόζει είτε βρίσκεται μαζί με «επιφανείς» προσωπικότητες μπροστά στις κάμερες είτε όχι. Το περιστατικό που μου είχε διηγηθεί ο Ρέιντερς, το ότι τον προσκάλεσε σε δείπνο ενώ είχαν σταματήσει για καιρό να είναι συνεργάτες, φανερώνει ακριβώς αυτόν τον σταθερό και χωρίς διακρίσεις σεβασμό προς τους συνανθρώπους του. Θεωρώ μάλιστα ότι αυτό είναι και το κατ΄ εξοχήν χάρισμά του, αυτό που μας αφήνει ως κληρονομιά. Δεν σχετίζεται με τη μεταδοτικότητα του λόγου του, στην οποία άλλωστε δεν είχε ιδιαίτερο ταλέντο, αλλά με την ακεραιότητα του χαρακτήρα του. Μια ακεραιότητα ακηλίδωτη και απαστράπτουσα σαν ένα πραγματικό διαμάντι.
Ο κ. Τζον Κάρλιν είναι συγγραφέας. Το βιβλίο του για τον Νέλσον Μαντέλα «Ρlaying the Εnemy» θα κυκλοφορήσει στα αγγλικά τον Σεπτέμβριο.