Καραβίας Φωκίων Διευθύνων σύμβουλος της Eurobank

Βήματα και προϋποθέσεις μιας μακροπρόθεσμης ευημερίας

Οι επιχειρήσεις εξετάζουν τα αποτελέσματά τους με συχνότητα τριμήνου. Aκόμη και οι μεγαλύτερες, όπως οι τράπεζες, έχουν έναν σχεδιασμό τριετίας ή πενταετίας. Η επέτειος των 100 χρόνων μιας εφημερίδας, που από τη φύση της έχει την περιοδικότητα μίας ημέρας ή μίας εβδομάδας, μας δίνει τη δυνατότητα να κοιτάξουμε από απόσταση και να δούμε τη μεγάλη εικόνα. Να σκεφτούμε, δηλαδή, πώς προβάλλεται η χώρα μας, η Ελλάδα, η οικονομία της, ο κλάδος μας, ο τραπεζικός, και η δική μας δραστηριότητα στον μακρό χρόνο της Ιστορίας.

Ζούμε σε έναν έντονα μεταβαλλόμενο κόσμο με την Ευρώπη να βρίσκεται σε σχετικά πιο αδύναμη θέση, γεγονός που οριοθετεί τις προκλήσεις που η χώρα μας θα πρέπει να διαχειριστεί τις επόμενες δεκαετίες. Πρώτον, η γεωπολιτική αστάθεια και η ανάγκη για αμυντική θωράκιση αποτελεί ένα νέο δεδομένο για την Ευρώπη, που πολλαπλασιάζει τις απειλές που καλείται να αντιμετωπίσει η Ελλάδα στη γεωγραφική μας περιοχή. Ταυτόχρονα, αναδεικνύονται νέες οικονομικές περιοχές, όπως η Μέση Ανατολή και η περιοχή του Κόλπου, η Αφρική και η Ινδία. Την εξέλιξη αυτή οφείλουμε να εξετάσουμε σοβαρά, τόσο η Ευρώπη όσο και η Ελλάδα, συνεκτιμώντας ότι θα δημιουργηθούν νέοι ανταγωνισμοί και γεωπολιτικές εντάσεις. Δεύτερον, το δημογραφικό, με όλες τις πτυχές του, που περιλαμβάνουν τη μείωση των κατοίκων και τις απαραίτητες κινήσεις για την αντιμετώπισή της, αλλά και τη γήρανση του πληθυσμού και τις συνακόλουθες ανάγκες χρηματοδότησης ενός επαρκούς ασφαλιστικού συστήματος με δυσμενείς ηλικιακές αναλογίες. Τρίτον, η νέα ενεργειακή κατάσταση. Η ενέργεια θα παραμείνει σημαντικά ακριβότερη από ό,τι τις προηγούμενες δεκαετίες λόγω της ενεργειακής μετάβασης, της εργαλειοποίησης της αγοράς υδρογονανθράκων στο πλαίσιο των γεωπολιτικών ανταγωνισμών, αλλά και των αλλεπάλληλων λαθών στη χάραξη κοινής ευρωπαϊκής ενεργειακής πολιτικής. Τέταρτον, η εκρηκτική εξέλιξη της τεχνολογίας κυρίως στον χώρο της αξιοποίησης δεδομένων και της τεχνητής νοημοσύνης που αλλάζει πολλές παραδοσιακές οικονομικές πρακτικές. Πέμπτον, η επιβράδυνση ή ακόμη και αντιστροφή της παγκοσμιοποίησης, με την εισαγωγή νέων προστατευτικών πολιτικών (ιδίως στις ΗΠΑ) και την επιστροφή της παραγωγής σε γεωγραφικές περιοχές εγγύτερες στις δυτικές αγορές.

Εξετάζοντας ολιστικά την οικονομία και τα ευρύτερα διλήμματα που προκύπτουν σήμερα, αλλά αφορούν και τις επόμενες γενιές, είναι φανερό πως υπάρχει για τη χώρα μας μια άμεση προτεραιότητα. Και αυτή είναι η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου

Εξετάζοντας ολιστικά την οικονομία και τα ευρύτερα διλήμματα που προκύπτουν σήμερα, αλλά αφορούν και τις επόμενες γενιές, είναι φανερό πως υπάρχει για τη χώρα μας μια άμεση προτεραιότητα. Και αυτή είναι η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου, ώστε η ελληνική οικονομία να είναι διεθνώς ανταγωνιστική και μακροπρόθεσμα βιώσιμη. Καθώς ερχόμαστε από μια διαδοχή κρίσεων – την οικονομική, τη δημοσιονομική, την κρίση χρέους, την πανδημία – που ανεξάρτητα από τις διαφορετικές αιτίες οδήγησαν σε μακρά και υποτροπιάζουσα ύφεση, είναι ανάγκη να παραμείνουμε για σειρά ετών σε ισχυρή θετική ανάπτυξη. Προπάντων, να σημειώνουμε σταθερά ρυθμούς ανάπτυξης μεγαλύτερους από τον μέσο ευρωπαϊκό, ώστε να μπούμε ξανά σε τροχιά πραγματικής σύγκλισης με τους εταίρους μας στην ΕΕ και να ανακτήσουμε το χαμένο έδαφος. Η μεγέθυνση του ΑΕΠ είναι απαραίτητη, αλλά δεν αρκεί. Ιστορικά, η ανάπτυξη στην Ελλάδα προερχόταν κυρίως από την κατανάλωση. Ακόμη και σήμερα η συμμετοχή της ιδιωτικής κατανάλωσης στο ΑΕΠ παραμένει κοντά στο 70%, όπως και στην κορύφωση της οικονομικής κρίσης το 2014-2018. Μετά τη μεγάλη οικονομική και κοινωνική περιπέτεια της προηγούμενης δεκαετίας, όμως, έχει γίνει κοινή συνείδηση ότι αυτό το μοντέλο έχει εξαντλήσει τα όριά του, οδηγεί σε αδιέξοδο και δεν πρέπει να επαναληφθεί. Επομένως, ο κρίσιμος παράγοντας για το ορατό μέλλον είναι η επίτευξη μιας ανάπτυξης με διάρκεια και υψηλούς ρυθμούς, που θα στηρίζεται στην επενδυτική δραστηριότητα – δημόσια και ιδιωτική, με εγχώρια και διεθνή κεφάλαια και, ασφαλώς, με την ισχυρή ώθηση από τα ευρωπαϊκά κονδύλια.

Τα σημάδια είναι θετικά. Πρώτα από όλα, η ελληνική κοινωνία έχει απαλλαγεί από τις προκαταλήψεις του παρελθόντος και έχει αγκαλιάσει την επιχειρηματικότητα ως μοχλό παραγωγής πλούτου και διάχυσης της ευημερίας. Οι διαθέσιμοι ευρωπαϊκοί πόροι είναι χωρίς προηγούμενο: συνολικά πάνω από 90 δισεκατομμύρια ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (TAA), το ΕΣΠΑ, την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, το SURE και τα άλλα ευρωπαϊκά ταμεία. Και κάτι ιδιαίτερα σημαντικό: ο τρόπος διαχείρισης του ΤΑΑ που έχει επιλεγεί στο σκέλος των δανείων, με το κράτος να διατηρεί τις στρατηγικές επιλογές και την εποπτεία, αλλά με το τραπεζικό σύστημα και τις ελεγκτικές εταιρείες σε κομβικό ρόλο για τη διοχέτευση των πόρων στην πραγματική οικονομία αποδεικνύεται λειτουργικό, αντιγραφειοκρατικό και αποτελεσματικό. Απόδειξη ότι η Ελλάδα ήταν από τις πρώτες χώρες που απορρόφησαν την πρώτη και ζήτησαν να εκταμιευθεί και η δεύτερη δόση των πόρων του ΤΑΑ – και η Eurobank αντίστοιχα η πρώτη τράπεζα που ζήτησε να λάβει τη δεύτερη δόση για τη χρηματοδότηση επενδυτικών σχεδίων των πελατών μας. Τέλος, η Ελλάδα βρίσκεται στο ραντάρ της διεθνούς επενδυτικής κοινότητας. Αυτό φαίνεται από τον αριθμό των εταιρειών παγκόσμιας εμβέλειας που δραστηριοποιούνται πια στη χώρα με διαφορετικούς τρόπους και σχεδιασμούς, αλλά και από τις συζητήσεις με όλους τους διεθνείς επενδυτές, όσους είναι ήδη εδώ και τους πολλούς που περιμένουν την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας ώστε να δεσμεύσουν κεφάλαια προς επένδυση στην Ελλάδα. Είναι ενδεικτικό ότι για πρώτη φορά εφέτος, ύστερα από 13 συνεχή χρόνια που οι αποσβέσεις ήταν μεγαλύτερες των νέων επενδύσεων, έχουμε θετικό επενδυτικό ισοζύγιο και έτσι αρχίζουμε να καλύπτουμε το επενδυτικό κενό του παρελθόντος, που έχει υπολογιστεί σε 94 δισ. ευρώ σε πραγματικές τιμές.

Προβάλλοντας την εικόνα της ελληνικής οικονομίας στο μέλλον, προβάλλει και το ερώτημα τι κάνουμε από τη δική μας πλευρά για να συμβάλουμε στην υλοποίηση μιας θετικής προοπτικής. Η Eurobank έχει ενσωματώσει αυτόν τον προβληματισμό στην επιχειρηματική της στρατηγική. Επιλέγουμε, δηλαδή, να ευθυγραμμίσουμε τις κεντρικές επιλογές της τράπεζας και την αντίστοιχη χάραξη του επιχειρηματικού της σχεδιασμού με όσα παραπάνω εντοπίσαμε ως μείζονα προτάγματα για τη χώρα μας. Η συγκεκριμένη προσέγγιση αναδεικνύεται ανάγλυφα στο κρίσιμο, για τους λόγους που αναλύθηκαν, πεδίο των επενδύσεων. Η Eurobank χρηματοδοτεί όλους τους πελάτες της, νοικοκυριά και επιχειρήσεις, για όλες τις ανάγκες τους με τραπεζικά κριτήρια. Αυτό ισχύει και δεν πρόκειται να αλλάξει. Στην τρέχουσα συγκυρία, ωστόσο, δίνουμε προτεραιότητα στη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων, μικρών, μεσαίων ή μεγαλύτερων, και ιδιαίτερα των επενδυτικών τους σχεδίων. Ηδη για το 2022 η πιστωτική επέκταση θα είναι σχεδόν 2,5 δισεκατομμύρια ευρώ – ύψος-ρεκόρ στην ιστορία της Eurobank και προέρχεται κυρίως από νέο δανεισμό επιχειρηματικών πελατών. Συμμετέχουμε ενεργά – τόσο συμβουλευτικά όσο και χρηματοδοτικά – στην υλοποίηση των περισσότερων μεγάλων έργων δημιουργίας, επέκτασης ή αναβάθμισης δημόσιων υποδομών, όπως ηλεκτρικά δίκτυα, δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου ή μείζονα οδικά και κατασκευαστικά έργα. Εχουμε, μάλιστα, διακριτή συμβολή στον τομέα της ενέργειας, που θα έχει κεντρικό ρόλο στη μελλοντική ανάπτυξη της οικονομίας. Τεκμηριώνοντας τη στρατηγική μας προσέγγιση, πρόσφατα εκπονήσαμε και δώσαμε στη δημοσιότητα μια ειδική μελέτη για τη σύνθεση των επενδύσεων, τους τομείς που θα πρωταγωνιστήσουν και τις συνιστώσες της ανάπτυξης που θα εγγυηθούν τη βιωσιμότητά της.

Παράλληλα, στο σκέλος της κοινωνικής ευθύνης, έχουμε αναλάβει μια μείζονα πρωτοβουλία για την ανάδειξη της σημασίας του δημογραφικού προβλήματος και τη στήριξη της οικογένειας, συνολικά αλλά κατ’ εξοχήν στις ακριτικές περιοχές των ανατολικών ελληνικών συνόρων. Πρόκειται για μια μακροχρόνια δέσμευση της τράπεζας σε έναν σχεδιασμό που περιλαμβάνει πολλαπλές δράσεις – σε μια από αυτές είχαμε τη χαρά να δούμε πρόσφατα τη γέννηση δυο παιδιών από τη συνεργασία μας με την οργάνωση BeLive. Η πρωτοβουλία για το δημογραφικό θα συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια και συμπληρώνει τη βασική δραστηριότητα και δέσμευσή μας, που είναι η στήριξη της οικονομικής δραστηριότητας ώστε να παράγει ευημερία για όλους.

ΓΡΑΦΟΥΝ ΓΙΑ ΤΑ 100 ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΒΗΜΑΤΟΣ