Πάντα η προσπάθεια να ρίξεις μια ματιά στο μέλλον είναι γοητευτική. Ωστόσο, η δική μου οπτική αντανακλάται καλύτερα στη ρήση του Albert Camus: «Η πραγματική γενναιοδωρία προς το μέλλον βρίσκεται στο να τα δίνουμε όλα στο παρόν».
Η χώρα μας την περασμένη δεκαετία βρέθηκε σε έναν δύσκολο κύκλο οικονομικής χρεοκοπίας που απείλησε και δοκίμασε πολλές από τις κατακτήσεις της. Ομως κατάφερε και άντεξε με την προσπάθεια πολλών και τις θυσίες ακόμη περισσότερων, και όχι μόνο βρίσκεται και πάλι ψηλά σε θέματα δημοκρατίας, πολιτισμού, ποιότητας ζωής, συμμαχιών με ισχυρές δυνάμεις, αλλά και σε οικονομικό επίπεδο συντελείται ένα πραγματικό θαύμα. Κόντρα στη διεθνή συγκυρία που πλήττει σχεδόν όλες τις χώρες, η Ελλάδα ξεχωρίζει, διακρίνεται και επανακάμπτει με γοργούς ρυθμούς.
Οδηγός μας πρέπει να είναι αφενός η πάση θυσία αποφυγή των πολιτικών και οικονομικών λαθών που κάναμε ως χώρα και αφετέρου η αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων μας
Η προβολή μας λοιπόν στο μέλλον θα πρέπει να επεκτείνεται μέχρι το τέλος της τρέχουσας δεκαετίας, με στόχο όχι μόνο να βρεθούμε πολύ πάνω από τα προ κρίσης επίπεδα σε οικονομικό επίπεδο, όχι μόνο να έχουμε ρυθμίσει οριστικά ζητήματα που μας ταλαιπώρησαν τόσο (και αναφέρομαι κυρίως στο δημόσιο χρέος), αλλά ταυτόχρονα να είμαστε μπροστά και να μη χάσουμε την επαφή μας με τον ραγδαία εξελισσόμενο κόσμο και την τεχνολογική επανάσταση.
Οδηγός μας πρέπει να είναι αφενός η πάση θυσία αποφυγή των πολιτικών και οικονομικών λαθών που κάναμε ως χώρα και αφετέρου η αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων μας. Κατοικούμε σε έναν απίστευτο τόπο που είναι επιθυμητός από όλο τον κόσμο για τουρισμό, ψυχαγωγία, μόνιμη ή ημιμόνιμη διαμονή, επαγγελματική εγκατάσταση (όπως κάνουν τελευταία τεχνολογικοί κολοσσοί). Και δεν πρέπει να ξεχνάμε πως διαθέτουμε επιπλέον ένα υψηλού επιπέδου ανθρώπινο δυναμικό, παρά τις τεράστιες διαρροές του προς το εξωτερικό.
Αυτοί πρέπει να είναι οι δύο πυλώνες της προσπάθειάς μας. Πολιτικές που προωθούν, αλλά και προστατεύουν τον τόπο, πολιτικές αξιοποίησης και επαναπατρισμού του ανθρώπινου δυναμικού, πολιτικές αξιοποίησης του γεωστρατηγικού χώρου, πολιτικές φιλικές προς τις επενδύσεις είναι αυτές που χρειαζόμαστε τώρα.
Επιπρόσθετα, θα πρέπει οπωσδήποτε να στηρίξουμε τη συνεχιζόμενη επανάκαμψη του τραπεζικού τομέα, καθώς, χωρίς υγιείς τράπεζες, όλες οι άλλες προσπάθειες θα είναι θνησιγενείς. Είναι δεδομένο ότι δίχως ισχυρό τραπεζικό σύστημα, οι ξένες επενδύσεις δεν θα είναι εφικτές. Οι ξένες εταιρείες-κολοσσοί που έχουν ισχυρή κεφαλαιακή βάση και τεχνογνωσία, μόνο αν παντρευτούν με την ντόπια αποταμίευση, μέσω φυσικά των ισχυρών ελληνικών τραπεζών, μπορούν να επενδύσουν σε μεγάλη κλίμακα και να αλλάξουν πραγματικά τα οικονομικά δεδομένα.
Είναι πολύ ελπιδοφόρο το γεγονός πως το τελευταίο διάστημα βλέπουμε να συζητούνται και να υλοποιούνται συμφωνίες που αφορούν ελληνικές εταιρείες, συμφωνίες που ξεπερνούν κατά πολύ το 1 δισ. ευρώ σε αξία. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι γύρω από τις μεγάλες επενδύσεις αναπτύσσεται ένα ολόκληρο οικονομικό οικοσύστημα από μικρές ή και μεγαλύτερες ακόμη εταιρείες, λειτουργώντας συμπληρωματικά και δημιουργώντας χιλιάδες θέσεις εργασίας.
Είναι καιρός λοιπόν να βρούμε έξυπνα, αλλά ισχυρά κίνητρα προσαρμοσμένα στη δική μας πραγματικότητα, αλλά και τρόπους που θα οδηγήσουν επενδυτικά την Ελλάδα στο 2050. Σήμερα χτίζονται και στη χώρα μας οι βάσεις στους τομείς των Επικοινωνιών, της Ενέργειας, των Δεδομένων, αλλά και του Τουρισμού.
Είμαι όχι απλώς αισιόδοξος, αλλά πεπεισμένος πως αν δεν ανακοπεί η σημερινή πορεία της Ελλάδας, η χώρα θα γνωρίσει καλύτερες μέρες. Τόσο στο άμεσο όσο και στο απώτερο μέλλον.