Οταν ο κ. Ευ. Βενιζέλος έλεγε κατά την έναρξη της ομιλίας του στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠαΣοΚ ότι «τα δύο κόμματα συμφωνήσαμε, στο επίπεδο των αρχηγών τους» την προγραμματική συμφωνία ΝΔ και ΠαΣοΚ, μάλλον αγνοούσε το βάθος της αλήθειας που περικύκλωσε αιφνιδίως τον ίδιο και τον κ. Αντ. Σαμαρά.
Ο Πρωθυπουργός και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης έχουν να αντιμετωπίσουν ένα βαρύ κλίμα στο εσωτερικό των κομμάτων τους, το οποίο αδικεί την πιο ρεαλιστική, λεπτομερή και συναινετική συμφωνία δύο αντίπαλων κομμάτων που αποφάσισαν να κηρύξουν εκεχειρία έως ότου βγει η χώρα από την κρίση. Το Μέγαρο Μαξίμου απέφυγε να σχολιάσει τη συμφωνία, η οποία είναι το αποτέλεσμα προσωπικού κόπου, από τον Αύγουστο, των κκ. Σαμαρά και Βενιζέλου με ελάχιστη ανάμειξη συνεργατών τους. Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και πρόεδρος του ΠαΣοΚ όμως την υπερασπίστηκε τόσο με δημόσια δήλωσή του όσο και στην ΚΟ του κόμματός του, μιλώντας για συμφωνία όχι ανάμεσα σε δύο κόμματα αλλά στην κυβέρνηση και στην ελληνική κοινωνία και για ανοιχτή πρόσκληση προς όλες τις πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις για μια ελάχιστη βάση συναίνεσης για τα στοιχειώδη.
Θεμέλια της προγραμματικής συμφωνίας είναι ο στόχος για την εξάντληση της τετραετίας σε συνθήκες ασφάλειας και σταθερότητας, η απαλλαγή της χώρας από το μνημόνιο, η άρνηση λήψης νέων μέτρων που θα περιορίζουν μισθούς και συντάξεις αλλά και η υλοποίηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, η διόρθωση αδικιών, η ανάπτυξη, το νέο παραγωγικό μοντέλο, η αύξηση της απασχόλησης. Λίγα σημεία, από τα συνολικά 43, χρειάστηκαν εντατικές διαπραγματεύσεις των δύο πλευρών, με πιο δύσκολο το θέμα του εκλογικού νόμου. Η αρχική διατύπωση από την πλευρά του ΠαΣοΚ ήταν πιο αναλυτική και αποτύπωνε την άποψη του προέδρου του ΠαΣοΚ για την αναλογική κατανομή του μπόνους στα κόμματα που συμμετέχουν σε κυβερνήσεις συνεργασίας. Η τελική διατύπωση μοιάζει να διέσωσε μόνο το πνεύμα της πρότασης Βενιζέλου: το εκλογικό σύστημα δεν πρέπει να τροφοδοτεί τεχνητές πολώσεις αλλά να εναρμονίζεται με την ανάγκη για πολιτική σταθερότητα μέσα από την υπεύθυνη προγραμματική συνεργασία.
Είναι αλήθεια ότι σε ευρωπαϊκές χώρες με κουλτούρα κυβερνήσεων συνεργασίας, τα κείμενα των προγραμματικών συμφωνιών είναι ασφυκτικά λεπτομερή, αλλά στην Ελλάδα είναι η πρώτη φορά που συμφωνείται ένα κείμενο το οποίο θέτει πραγματικούς όρους κυβερνητικής συνεργασίας. Το προηγούμενο κείμενο της τρικομματικής κυβέρνησης ήταν τόσο μακριά από την πραγματικότητα ώστε ξεχάστηκε αμέσως μετά την υπογραφή του.
Η κυβέρνηση, έχει να αντιμετωπίσει την πίεση της κοινωνίας και της αγοράς που έχουν εξαντλήσει το όριο της αντοχής τους. Λίγες ώρες μετά την υπογραφή της προγραμματικής συμφωνίας στο Μέγαρο Μαξίμου, ο κ. Βενιζέλος βρέθηκε αντιμέτωπος με μέτωπο κατά της προγραμματικής συμφωνίας στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠαΣοΚ, το οποίο όμως δεν έφτασε μέχρι την πλήρη αμφισβήτησή του. Οι βουλευτές, άλλος με πιο έντονο τρόπο κι άλλος ηπιότερα, χαρακτήρισαν το κείμενο γενικόλογο, ότι δεν περιγράφει καμία αλλαγή πολιτικής, ότι δεν καλύπτει τον κόσμο που συνεχώς ακούει ότι δεν θα επιβληθούν νέα μέτρα και έπειτα διαψεύδονται οι προσδοκίες του, ότι πρέπει να σταματήσουν οι αιφνιδιασμοί από τη ΝΔ, ότι δεν μπορεί να «τη βγαίνει ο Σαμαράς από τα αριστερά» στο ΠαΣοΚ που έχει ματώσει για τη σωτηρία της χώρας. Η αγωνία που εκφράστηκε συμπυκνώνεται σε ένα ερώτημα: «Πώς οριοθετούμαστε έναντι του Σαμαρά που παριστάνει πάλι τον αντιμνημονιακό;».
Ο κ. Βενιζέλος, όπως περιγράφουν παριστάμενοι βουλευτές, άκουσε με δυσφορία, την οποία δεν έκρυψε στη δευτερολογία του, αρκετές τοποθετήσεις βουλευτών, και κυρίως των κκ. Κ. Σκανδαλίδη Να φτιάξουμε μια λίστα με τα μέτρα που λέμε ότι δεν θα ψηφίσουμε»), Θ. Μωραΐτη («Η προγραμματική συμφωνία δεν είναι εκλογική συμμαχία. Ζούμε το έργο αντιμνημονιακός Σαμαράς Νο 2») και της κυρίας Θεοδώρας Τζάκρη («Ο Σαμαράς κάνει ψευτοαντίσταση με την τρόικα. Δεν έχει νόημα να είμαστε σε μια κυβέρνηση συνεργασίας αν δεν μπορούμε να επιβάλουμε την ατζέντα μας»). Οι τοποθετήσεις των βουλευτών δεν συνιστούν, πάντως, ομαδοποίηση. «Δεν υπάρχει τίποτα στο κείμενο της προγραμματικής συμφωνίας που να μην εκφράζει το ΠαΣοΚ, τις πολιτικές και την αξιακή φυσιογνωμία του. Αντίπαλός μας είναι η κρίση, τα μεγάλα ιστορικά διλήμματα, οι αγορές, η τρόικα. Εμείς κάνουμε την επιλογή να μην επιβάλουμε κανένα νέο μέτρο» είπε στους βουλευτές.
Ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ αναγκάστηκε να σηκώσει τους τόνους και να επισημάνει ότι ακούει γκρίνια από τους βουλευτές που τον πίεζαν να φέρει την προγραμματική συμφωνία. «Δεν παντρευτήκαμε τη ΝΔ. Η ΝΔ ήρθε στη δική μας πολιτική. Το κείμενο της προγραμματικής συμφωνίας δεν καταργεί τις διαφορές, ιδεολογικές, αξιακές, πολιτικές, ιστορικές. Δεν καταργεί τη μνήμη ή τα αισθήματα» τους απάντησε. Επίσης έψεξε τους βουλευτές επειδή όπως είπε κάνουν τον μάγκα με τη ΝΔ αλλά δεν λένε τίποτε για τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ που συνεργάζεται με τους Ανεξάρτητους Ελληνες. «Είναι αυτή αριστερή συνεργασία; Τουλάχιστον εμείς συνεργαζόμαστε με τη ΝΔ για τη σωτηρία της χώρας, ενώ αυτοί για να κάνουν έφοδο στην εξουσία!» τόνισε.
Η δυσκολία που συνάντησε ο κ. Βενιζέλος στην ΚΟ του ΠαΣοΚ, σε συνδυασμό με τη δυσφορία μερίδας βουλευτών της ΝΔ για τη στήριξη που του παρέχει το Μέγαρο Μαξίμου σχετικά με τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, δημιουργούν τις ιδανικές συνθήκες για ένα ατύχημα. Εμπειρος κοινοβουλευτικός θύμιζε ότι τον Ιανουάριο του 2012, δύο εβδομάδες πριν από το κύμα διαγραφών στο ΠαΣοΚ και στη ΝΔ, 13 «πράσινοι» βουλευτές αρχικά και 21 «γαλάζιοι» βουλευτές στη συνέχεια διαφοροποιήθηκαν σε διατάξεις για τα φαρμακεία και τους δικηγόρους, παρακινούμενοι ο ένας από τον άλλον. «Από την επιμόλυνση ξεκινάει το κακό» σημείωνε.
Λύση για το χρέος
Το ρίσκο της διαπραγμάτευσης
Το αληθινό πρόβλημα –και όχι αυτά που επικαλούνται οι βουλευτές της κυβερνητικής πλειοψηφίας –είναι το γεγονός ότι η κυβέρνηση προτίθεται να αξιοποιήσει την προγραμματική συμφωνία ως το βασικό κείμενο στην πολιτική διαπραγμάτευση με τους ευρωπαίους εταίρους και το ΔΝΤ. Η ελληνική κυβέρνηση έχει σηκώσει τους τόνους έναντι της τρόικας σε μια περίοδο που δεν έχει σχηματιστεί η γερμανική κυβέρνηση και που οι ευρωπαίοι αξιωματούχοι προαναγγέλλουν ότι η συζήτηση για την ελάφρυνση του χρέους θα ξεκινήσει έπειτα από τις ευρωεκλογές.
Ο κ. Σαμαράς, στις συναντήσεις που είχε στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής, έθεσε το ζήτημα να ξεκινήσει η συζήτηση πριν από τις εκλογές. Πολιτικοί παράγοντες στην Ελλάδα δεν κρύβουν την ανησυχία τους για το ρίσκο που ενέχει αυτή η στρατηγική επιλογή της κυβέρνησης. Επιπλέον κοινοτικές πηγές σχολίαζαν ότι είναι μάλλον απίθανο να τεθεί το θέμα του χρέους, που σημαίνει επιβάρυνση των φορολογουμένων άλλων χωρών, προς συζήτηση πριν από τις ευρωεκλογές. Για τον ίδιο λόγο, προσέθεταν, δεν υπάρχει σκέψη για αποπομπή του ΔΝΤ και των κονδυλίων που συνεισφέρει στον Μηχανισμό Στήριξης και ότι δεν αναμένεται να δοθεί λύση πριν από το φθινόπωρο του 2014. Μάλιστα, ανώτατοι ευρωπαίοι αξιωματούχοι σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις τους με κυβερνητικά στελέχη στις Βρυξέλλες δεν κρύβουν την αντίθεσή τους με το ελληνικό αίτημα για πολιτική διαπραγμάτευση, επειδή εκτιμούν ότι υπάρχει κίνδυνος να βρεθούν όλοι ενώπιον αδιεξόδου.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ