Γράμμα κενό ή σχεδόν κενό φαίνεται ότι έχει μείνει ο περίφημος νόμος για την εφαρμογή του ενιαίου μισθολογίου για τους υπαλλήλους του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα, καθώς αρκετές υπηρεσίες φαίνεται πως έχουν βρει τρόπο να τον παρακάμψουν ή να τον αγνοήσουν. Από επίσημα στοιχεία των υπουργείων που κατατέθηκαν πρόσφατα στη Βουλή και αποκαλύπτει σήμερα το «Βήμα της Κυριακής», η μισθοδοσία των δημοσίων υπαλλήλων στην Ελλάδα, δέκα μήνες μετά την έναρξη εφαρμογής του νόμου, μόνο ενιαία δεν είναι! Κάθε υπουργείο εξακολουθεί να αμείβει τους υπαλλήλους του αναγνωρίζοντας ακόμη και σήμερα επιδόματα και βοηθήματα που θα έπρεπε να έχουν καταργηθεί (όπως για παράδειγμα το επίδομα χρήσης υπολογιστή που κατήργησε τον περασμένο μήνα το υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης), αυξάνοντας σημαντικά τις μηνιαίες αποδοχές τους σε ποσοστό που κυμαίνεται από 10% ως και 40%. Οι υπερβάσεις φαίνονται ακόμη μεγαλύτερες στους υπαλλήλους ορισμένων Δημοσίων Οργανισμών και εποπτευόμενων από το Δημόσιο φορέων, για τους οποίους ισχύουν οι περιορισμοί του ενιαίου μισθολογίου που παρακάμπτονται προκλητικά με πρόσθετες αποδοχές κάθε τύπου.

Τα στοιχεία για το μισθολογικό κόστος των δημοσίων υπαλλήλων έφτασαν πρόσφατα στη Βουλή κατόπιν αιτήματος του βουλευτή της ΝΔ κ. Κ. Κουτσογιαννακόπουλου, αλλά ακόμη και οι υπουργοί που υπέγραψαν τους σχετικούς καταλόγους δηλώνουν άγνοια για τις υπερβάσεις στις μισθοδοσίες. «Εχουμε δώσει αυστηρές εντολές να εφαρμοστεί πλήρως το ενιαίο μισθολόγιο, αλλά δεν έχουμε τη δυνατότητα να παρακολουθούμε συνεχώς τις μισθοδοσίες κάθε υπηρεσίας» υπογραμμίζουν ορισμένοι εξ αυτών, με τους οποίους επικοινώνησε το «Βήμα».

Ιδια ήταν και η απάντηση του υπουργού Οικονομικών κ. Ι. Στουρνάρα, στον οποίο τέθηκε το ζήτημα των αποκλίσεων από το ενιαίο μισθολόγιο στα υπουργεία.

«Οποιος δεν το εφαρμόζει θα λογοδοτήσει»
υπογραμμίζει ο υπουργός Οικονομικών, ομολογώντας ταυτόχρονα ότι δέχεται κατά καιρούς ασφυκτικές πιέσεις από συναδέλφους του υπουργούς για να δεχθεί εξαιρέσεις σε ορισμένες κατηγορίες δημοσίων υπαλλήλων. Και για τον λόγο αυτόν φαίνεται ότι ορισμένα κυβερνητικά στελέχη κλείνουν τα μάτια όταν διαπιστώνουν παραβίαση των αρχών του ενιαίου μισθολογίου.
Είναι χαρακτηριστικό ότι από τα 18 υπουργεία μόνο τα εννέα κατέθεσαν τα σχετικά στοιχεία στη Βουλή. Μεταξύ αυτών που δεν απάντησαν είναι το υπουργείο Οικονομικών που φημίζεται για τις υψηλές αποδοχές των υπαλλήλων του, το υπουργείο Υγείας, το υπουργείο Πολιτισμού και το υπουργείο Εργασίας. Αλλά και από τα εννέα που απάντησαν, τα υπουργεία Παιδείας, Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης απέφυγαν επιμελώς να παραθέσουν τα αναλυτικά στοιχεία για το προσωπικό τους.

Επιδόματα και πριμ


Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 29 του νόμου 4024/11 ο μέσος μηνιαίος μισθός ενός δημοσίου υπαλλήλου πανεπιστημιακής εκπαίδευσης φθάνει τα 1.600 ευρώ και τα 1.520 για τους υπαλλήλους τεχνολογικής εκπαίδευσης.
Με εξαίρεση το πολιτικό προσωπικό του υπουργείου Εξωτερικών και του υπουργείου Μακεδονίας-Θράκης (του οποίου οι υπάλληλοι βρίσκονται σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα) σε κανένα άλλο υπουργείο δεν εφαρμόζεται πλήρως το ενιαίο μισθολόγιο, καθώς εξακολουθούν να χορηγούνται επιδόματα και πριμ παραγωγικότητας που θα έπρεπε να έχουν καταργηθεί. Ο μέσος μισθός του υπαλλήλου πανεπιστημιακής εκπαίδευσης στο υπουργείο Ανάπτυξης φθάνει τα 2.672 ευρώ και στο υπουργείο Υποδομών τα 2.345,23 ευρώ. Στο υπουργείο Τουρισμού τα 2.044 ευρώ και στο ΥΠΕΚΑ τα 2.033 ευρώ. Παρ’ ότι είναι πιθανό να περιλαμβάνονται σε αυτά τα νούμερα και οι εργοδοτικές εισφορές (διότι ούτε αυτό αποσαφηνίζεται στους σχετικούς πίνακες που κατατέθηκαν στη Βουλή στις περισσότερες περιπτώσεις), η απόκλιση από τα μεγέθη του ενιαίου μισθολογίου είναι τόσο μεγάλη που είναι σαφές ότι οι σχετικές διατάξεις καταστρατηγούνται.
Χαρακτηριστικό επίσης του αλαλούμ που επικρατεί στις μισθοδοσίες των δημοσίων υπαλλήλων είναι το γεγονός ότι σε ορισμένα υπουργεία και σε ορισμένους φορείς του Δημοσίου παρατηρείται το παράδοξο να είναι υψηλότερες οι αποδοχές του προσωπικού τεχνολογικής εκπαίδευσης από το προσωπικό πανεπιστημιακής εκπαίδευσης! Και σε κάποιους άλλους οι αποδοχές των υπαλλήλων δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης είναι ίσες με τις αποδοχές του βοηθητικού προσωπικού υποχρεωτικής εκπαίδευσης.
Ακούγεται απίστευτο, αλλά είναι πέρα για πέρα αληθινό το γεγονός ότι ο απόφοιτος Δημοτικού που υπηρετεί στο υπουργείο Ανάπτυξης έχει μεγαλύτερο μισθό από τον υπάλληλο πανεπιστημιακής εκπαίδευσης του υπουργείου Εσωτερικών!
Φορείς εκτός ελέγχου


Ακόμη πιο μεγάλες είναι οι αποκλίσεις από τις αρχές του ενιαίου μισθολογίου στις ΔΕΚΟ και τους εποπτευόμενους από τα υπουργεία φορείς. Για παράδειγμα, στους φορείς του υπουργείου Υποδομών ο μέσος μισθός υπαλλήλου ΠΕ στην ΔΕΠΑΝΟΜ ΑΕ αγγίζει τα 3.082 ευρώ και του ΤΕ τα 2.133 ευρώ, ενώ στη ΘΕΜΙΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΗ ο υπάλληλος ΠΕ έχει μέσο μισθό 2.394 ευρώ και ο ΤΕ 1.906 ευρώ. Στον Οργανισμό Ανάπτυξης Κρήτης οι ΠΕ υπάλληλοι έχουν μέσο μισθό 2.734 ευρώ και οι ΤΕ 2.480 ευρώ ενώ στην ΕΡΓΟΣΕ 2.240 και 1.496 αντίστοιχα.
Στους φορείς που εποπτεύονται από το υπουργείο Ανάπτυξης, ο ΠΕ υπάλληλος του Κέντρου Προγραμματισμού Οικονομικών Ερευνών έχει μέσο μισθό 3.381 ευρώ και ο ΤΕ 1.896 ευρώ, ενώ στον Οργανισμό Προώθησης Εξαγωγών οι αποδοχές των υπαλλήλων κυμαίνονται από 1.978 ως 2.418 ευρώ. Πρέπει να σημειωθεί ότι στα νούμερα αυτά περιλαμβάνονται και οι εργοδοτικές εισφορές, οι οποίες όμως αντιστοιχούν σε ένα μικρό ποσοστό του συνόλου των αποδοχών, επειδή ο εργοδότης είναι το ίδιο το κράτος που ελέγχει και τον ασφαλιστικό φορέα.
Από τους φορείς που εποπτεύει το υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης, οι υπάλληλοι ΠΕ του Εθνικού Τυπογραφείου έχουν αποδοχές που αγγίζουν κατά μέσο όρο τα 2.151 ευρώ και του ΑΣΕΠ τα 1.999 ευρώ, ενώ στα 2.138 φθάνουν οι αποδοχές του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης.
Αντίστοιχη εικόνα ανομοιογενών αποδοχών επικρατεί και στους εποπτευόμενους φορείς όλων των άλλων υπουργείων, με εξαίρεση τους υπαλλήλους που μισθοδοτούνται με ειδικά μισθολόγια (γιατροί, δικαστικοί, διπλωμάτες, ένστολοι και πανεπιστημιακοί) αλλά και το διοικητικό προσωπικό των πανεπιστημίων, στους οποίους το ενιαίο μισθολόγιο εφαρμόζεται κατά γράμμα.
Είναι προφανές ότι οι αποκλίσεις αυτές, αλλά και οι υπερβάσεις από τις αρχές του Ενιαίου Μισθολογίου εξακολουθούν να επιβαρύνουν το Δημόσιο, είτε γιατί οι διοικήσεις του προχώρησαν σε αυθαίρετες ερμηνείες του νόμου, διατηρώντας επιδόματα που θα έπρεπε να έχουν καταργηθεί, ή θεωρώντας ότι όλοι οι υπάλληλοί τους εξαιρούνται από τις σχετικές διατάξεις, όπως συνέβη πριν από έναν χρόνο με το προσωπικό των ανεξάρτητων αρχών.
Το ζήτημα όμως είναι ότι με την κατάσταση αυτή, όπως έχει διαμορφωθεί, η Πολιτεία φαίνεται για μια ακόμη φορά να ακολουθεί προνομιακή μεταχείριση για τους δημοσίους υπαλλήλους. Και όλα αυτά σε μια χρονιά που ακόμη και το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης ομολογεί ότι υπάρχουν ακόμη αδικαιολόγητες δαπάνες που επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ