Βλέπουν και σωπαίνουν. Οι συνήθως λαλίστατοι υπουργοί του Αντώνη Σαμαρά απέφυγαν τις προηγούμενες ημέρες τα σχόλια για τη σημερινή γενική απεργία. Αυτά τα κρατούν για τις ώρες μετά – όταν θα βγουν στα κανάλια για να καυτηριάσουν τα τυχόν επεισόδια μεταξύ αστυνομικών και διαδηλωτών, πάντα φυσικά εις βάρος των τελευταίων. Και να τονίσουν με την ευκαιρία, πόσο πολύ αναγνωρίζουν τον πόνο και τις θυσίες του ελληνικού λαού για την έξοδο από την κρίση.
Λόγια του αέρα. Το ύφος και το ήθος τους δεν αγγίζει τους απεργούς. Γι αυτό και μένουν χωρίς απήχηση – χάνονται στο κενό.
Η γενική απεργία οφείλεται σε τέσσερις λόγους: πρώτον, στην αύξηση της ανεργίας, δεύτερον, στην περικοπή μισθών και συντάξεων, τρίτον στη συρρίκνωση των εργασιακών δικαιωμάτων, και τέταρτον, στο ξεχαρβάλωμα του κοινωνικού κράτους.
Και μόνο ένας από αυτούς τους λόγους θα δικαιολογούσε την κήρυξη της, και οι τέσσερις μαζί τη διαρκή της επανάληψη.
Η μεταπολεμικά πρωτοφανής επίθεση σε εισοδήματα και δικαιώματα έχει και άλλες επιπτώσεις. Η κυριότερη είναι ότι μαζί με την απότομη πτώση του βιοτικού επιπέδου καταστράφηκαν και οι θεσμοί, όπως εκείνοι στον τομέα της υγείας και ασφάλειας, που εξασφάλιζαν τη συναίνεση των πλατιών στρωμάτων (μισθωτών και ελεύθερων επαγγελματιών) στον ελληνικό υπαρκτό καπιταλισμό.
Πολύς κόσμος απέσυρε από τότε την εμπιστοσύνη του από τα παραδοσιακά κόμματα, θέτοντας υπό αίρεση και τη νομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος. Οι μαγικές εικόνες περί ισότητας και ισονομίας, που παρήγαγε η κυρίαρχη ιδεολογία, καταρρακώθηκαν. Κι αυτό άνοιξε το δρόμο για τη νεοναζιστική Χρυσή Αυγή.
Η επιτυχία της γενικής απεργίας δεν είναι δεδομένη. Σίγουρη φαίνεται μόνο η μεγάλη συμμετοχή σε αυτήν. Το πιθανότερο είναι όμως ότι δεν θα επιτύχει τον κεντρικό στόχο της, ήτοι την κατάργηση του μνημονίου. Η κυβέρνηση είναι ακόμα αρκετά ισχυρή, για να μπορεί να αρνηθεί και κάθε επιμέρους παραχώρηση.
Όμως και μόνο η διεξαγωγή της γενικής απεργίας αποτελεί επιτυχία. Κι αυτό για λόγους που αφορούν στη θεμελιακή σχέση εργασίας και κεφαλαίου. Η σχέση αυτή είναι, υπό κανονικές συνθήκες, εντελώς άνιση – οι εργαζόμενοι έχουν το κάτω χέρι, οι εργοδότες το πάνω. Σε μια απεργία όμως η ανισότητα σπάει σε χίλια κομμάτια, η ροή της εκμετάλλευσης διακόπτεται, οι αντίπαλοι αντιπαρατίθενται με ίσα όπλα. Για λίγες τουλάχιστον ώρες, το καπιταλιστικό σύστημα εργασίας και ζωής καταλύεται. Οι εργοδότες εισπράττουν αυτή την εμπειρία ως Ύβρη, οι εργαζόμενοι ως απελευθέρωση. Και η απελευθέρωση είναι γενική, όταν γενική είναι και η απεργία.
Μια απεργιακή κινητοποίηση δεν αποτελεί βέβαια απελευθερωτική γυμναστική. Το ζητούμενο της είναι πάντα συγκεκριμένο και μάλλον πεζό: Σήμερα – το φρενάρισμα της «τρελής» κούρσας του μνημονίου.
Το αν οι απεργοί θα ανατρέψουν σήμερα τα ήδη ληφθέντα μέτρα, είναι, όπως ειπώθηκε παραπάνω, πολύ αμφίβολο. Πιο εύκολα, αντίθετα, θα μπορούσαν να βάλουν φρένο στις σχεδιαζόμενες αποφάσεις της κυβέρνησης, όπως για τον περιορισμό του δικαιώματος της απεργίας, ή την περαιτέρω μείωση του κατώτατου μισθού. Και μόνο αυτό, αν το πετύχαιναν, θα έφτανε για να αναπτερώσει το ηθικό τους – και να ενισχύσει έτσι σημαντικά τη θέση τους στο μελλοντικό αγώνα κατά του μνημονίου.