Στο θεατρικό έργο «Αυτές που δεν προλάβατε», όπου πρωταγωνιστεί φέτος, μια αφήγηση-ωδή στη γυναικεία φιλία, την ενδυνάμωση και την αλήθεια, έχει βρει σίγουρα πολλά κομμάτια από την ίδια. Η Άλκηστις Ζιρώ είναι φίλη ζωής και μια γυναίκα επαναστάτρια – δεν βολεύεται, δεν συμβιβάζεται και διαρκώς τολμά. Το κορίτσι που γνώρισα πριν από μερικά χρόνια εξακολουθεί να διατηρεί την αυθεντικότητα και τη γλύκα της, εξελίσσεται όμως και σε μια εξίσου ενδιαφέρουσα γυναίκα. Φωτεινή και αφοπλιστικά λαμπερή, ευγενική και αυθόρμητη, ισορροπημένη και κάπως ονειροπόλα, μαχήτρια και αδιαπραγμάτευτη, είναι παρούσα στη ζωή της και στα πράγματα, προσπαθεί για έναν καλύτερο εαυτό και μια πιο δίκαιη κοινωνία και αγαπά και σέβεται τον άνθρωπο.
Ποιες είναι οι πρώτες σας δυνατές αναμνήσεις που αφορούν την υποκριτική και ποια η καθοριστική στιγμή για την απόφαση να ασχοληθείτε με αυτήν;
Νομίζω πως όλοι μας, ανεξάρτητα από το δρόμο που επιλέγουμε να ακολουθήσουμε μεγαλώνοντας, έχουμε ανεξάντλητες αναμνήσεις από τους ρόλους που ενσαρκώναμε ως παιδιά καθημερινά και με τεράστια ευκολία, μπρίο και αυτοπεποίθηση. Οπότε, οι πρώτες αναμνήσεις που έχω από την υποκριτική είναι το παιχνίδι. Υπάρχει όμως και ένα γεγονός που σίγουρα με σημάδεψε και με συνοδεύει επί χρόνια. Στη δευτέρα ή την τρίτη γυμνασίου, είχαμε έναν υπέροχο δάσκαλο στο θέατρο –φοίτησα σε καλλιτεχνικό σχολείο–, ο οποίος μας έφερε ένα έργο του Ρόμπερτ Σνάιντερ, τη «Βρωμιά», το ψυχογράφημα ενός μετανάστη, πάνω στο οποίο θα έπρεπε να δουλέψουμε για καιρό. Να σημειώσω ότι εκείνη την περίοδο υπήρχε κοινωνικά ανησυχητική άνοδος της Ακροδεξιάς, οπότε το έργο μάς διαμόρφωσε όχι απλώς καλλιτεχνικά αλλά και κοινωνικοπολιτικά. Αυτό το έργο λοιπόν έγινε ένα από τα αγαπημένα μου κείμενα μέχρι και σήμερα και με αυτό πέρασα μετέπειτα στη σχολή του Θεάτρου Τέχνης Κάρολος Κουν.
Ο παππούς και τα βιβλία… Θυμίστε μας λίγο αυτή την τρυφερή ιστορία.
Ο παππούς ο Γκυ, ο αφανής παππούς. Πάντα εξαφανισμένος, πάντα χωμένος μέσα στα βιβλία και στις κασέτες του. Έχω πολύ χαρακτηριστικές εικόνες στο μυαλό μου από εκείνον, αλλά όχι συνεχόμενες στιγμές, κάποια still frames μόνο. Ο παππούς έδινε το παραμύθι στην ηρωίδα γιαγιά, την Καίτη, κι εκείνη, με τη σειρά της, μας έφτιαχνε ολόκληρους κόσμους με καράβια που ναυαγούσαν ή ζωάκια που κατάφερναν να γυρίσουν τον πλανήτη. Δεν θυμάμαι σχεδόν κανένα τέλος από εκείνα τα παραμύθια. Με έπαιρνε ο ύπνος ενώ η γιαγιά συνέχιζε να διαβάζει μέχρι να κοιμηθούμε βαθιά. Αυτήν τη στιγμή η βιβλιοθήκη μου είναι γεμάτη από την παρακαταθήκη που μου άφησε ο παππούς με παραμύθια και θεατρικά και λογοτεχνικά έργα.