Η κινηματογραφική βιογραφία του Στέλιου Καζαντζίδη "Υπάρχω" εξιστορεί και τους δεσμούς του με δυο εμβληματικές τραγουδίστριες, την Καίτη Γκρέι και την Μαρινέλλα. Και οι δύο σχέσεις είχαν μεγάλη δημοσιότητα και χάρη στην ιδιαίτερα επεισοδιακή τους φύση "έγραψαν" στο συλλογικό ασυνείδητο των Ελλήνων:
Η Καίτη Γκρέι είχε αφηγηθεί για την γνωριμία τον έρωτα και τη συνεργασία της με τον Στέλιο Καζαντζίδη στο «Όγδοο»: «Μικρά παιδιά ήμασταν. Ήταν η πρώτη μου αγάπη και ο πρώτος άντρας που με έκανε να νοιώσω γυναίκα. Μείναμε μαζί πέντε ολόκληρα χρόνια (1953-58). Την στοργή που βρήκε σε μένα δεν τη βρήκε από καμιά γυναίκα. Ήμουν δούλα στον άντρα. Ήταν άρρωστος και του έδινα την σπλήνα και την μάσαγε και μου την έδινε στο χέρι. Όπως έχεις ένα μωρό, έτσι είχα εγώ τον Στέλιο. Πολλά Σαββατόβραδα δεν ήθελε να πάμε για δουλειά και προτιμούσε να μείνουμε μαζί στο σπίτι. Ήταν η μεγαλύτερη κατάχρηση της ζωής μου. Κάπου δεν ήταν τυχερό. Εκείνος ξεμυαλίστηκε όχι εγώ. Ξαναγύρισε σε μένα ο Στέλιος μετά από ένα χρόνο. Όμως εγώ κάπου είχα παγώσει. Έκανα μια προσπάθεια να σμίξω με τον Στέλιο, αλλά όπως φαίνεται το είχα ξεπεράσει και ήδη είχα γνωρίσει έναν άλλο άνθρωπο και ήμουν ευτυχισμένη μαζί του, το Νίκο Λαιμό, τον εφοπλιστή».
«Μου έκανε μια πολύ άτιμη πράξη, το αναφέρω νομίζω και στο βιβλίο μου.» είχε δηλώσει με πικρία ο Στέλιος Καζαντζίδης για το τέλος της σχέσης του με την Καίτη Γκρέι. «Άρχισε να βρίζει, να κάνει πράγματα που δεν έπρεπε και είπα να φύγω για να συνεχίσω με τη Μαρινέλλα στης οποίας το πρόσωπο και στη φωνή της είχα βρει ενδιαφέρον»
«Έκανε προσπάθειες να ξανασμίξουμε. Είμαι σίγουρη ότι μετά από εμένα έμπλεξε με πολλές γυναίκες. Όταν παντρεύτηκε την Μαρινέλλα πήγαμε περιοδεία. Τότε εκδηλώθηκε και είπε μόλις κατέβω στην Αθήνα θα πάρω διαζύγιο. Το’ πε και το’ κανε. Έμενε στην οδό Κνωσού και εγώ στην πλατεία Αττικής. Με πήρε τηλέφωνο να πάω να τον βρω. Δεν μπορούσα γιατί είχα κλείσει θέση στο σινεμά για να δω το «Δόκτορ Ζιβάγκο». Πήγα τελικά για λίγο. Είχε ένα φάκελο στο κομοδίνο. Ανοίγω και βλέπω το διαζύγιο. Σε καλή μεριά, του είπα. Τότε έφευγα για Αμερική να κάνω πρεμιέρα στην Σπηλιά. Στα μέσα του ’60. Μου ζήτησε να μείνω κοντά του. Στέλιο και εγώ κάποτε σε είχα πολύ ανάγκη να μείνεις κοντά μου και εσύ με εγκατέλειψες στο ξενοδοχείο. Πήρε τη μάνα του και την Μαρινέλλα και φύγαν και με άφησε χωρίς ούτε μια δραχμή. Αυτό με πείραξε πάρα πολύ. Δεν το ξεπέρασα ποτέ. Αν δεν ήταν τότε ο Καρνέζης με τον Παπαδόπουλο θα είχα φουντάρει…».
«Μου έκανε μια πολύ άτιμη πράξη, το αναφέρω νομίζω και στο βιβλίο μου." είχε δηλώσει με πικρία σε τηλεοπτική του συνέντευξη ο Στέλιος Καζαντζίδης για το τέλος της σχέσης του με την Καίτη Γκρέι. "Συνεννοήθηκε με τον τότε διοικητή ασφαλείας τον γνωστό Σκαλούμπακα και φαίνεται πως τα βρήκανε… Άρχισε να με κυνηγάει ο Σκαλούμπακας, έστελνε κάτι τζιπ με παιδιά της ασφαλείας να με βρουνε. Εγώ είχα φύγει για να αποφύγω τη βαβούρα του χωρισμού. Δουλέψαμε στο Λουξεμβούργο, είχα γνωρίσει τη Μαρινέλλα. Άρχισε να βρίζει, να κάνει πράγματα που δεν έπρεπε και είπα να φύγω να καταλαγιάσει το πράμα, Να φύγει για να συνεχίσω με τη Μαρινέλλα στης οποίας το πρόσωπο και στη φωνή της είχα βρει ενδιαφέρον»
Η Μαρινέλλα και ο Στέλιος Καζαντζίδης γνωρίστηκαν το 1956 στη Θεσσαλονίκη, όταν ο τραγουδιστής ήταν ακόμη με την Καίτη Γκρέι με την οποία είχαν αρραβωνιαστεί, δεν παντρεύτηκαν όμως ποτέ καθώς την τραγουδίστρια δεν ενέκρινε η μητέρα του Στέλιου Καζαντζίδη, Γεσθημανή, την οποία ο λαϊκός βάρδος λάτρευε και υπολόγιζε όσο καμία άλλη γυναίκα στη ζωή του. Έτσι κάπως ξαφνικά μπήκε στη ζωή του η Μαρινέλλα. Ο Καζαντζίδης την άκουσε ένα βράδυ να τραγουδά. Η ίδια η Μαρινέλλα είχε διηγηθεί σε ραδιοφωνική συζήτηση με τον Αντώνη Ρέμο:
«Τον Καζαντζίδη τον γνώρισα από τον Στέλιο Ζαφειρίου. Εγώ δεν είχα ιδέα ποιος ήταν ο Στέλιος Καζαντζίδης, δεν τον ήξερα. Μου λέει «Τραγουδάς ωραία, μπράβο! Σεκόντα ξέρεις να κάνεις»; Λέω «Ξέρω» και μετά μου λέει «Ψαρεύεις»; Λέω «Βεβαίως» και με ρωτά «Πάμε για ψάρεμα»; Ψαρέψαμε, δεν πιάσαμε τίποτε, αλλά μάλλον έπεσε ένα φλερτάκι εκεί θυμάμαι. Φορούσα μαγιό και φαίνεται ότι έτσι του άρεσα του Στέλιου. Τσαχπινομπουρμπουλήθρα ήμουν, ένα γλυκό συμπαθητικό κορίτσι, αλλά δεν ήμουν όμορφη. Αυτό δεν εμπόδισε κανέναν να με αγαπήσει πάρα πολύ»!
Στην μεγάλη συνέντευξή της στον Τάσο Τρύφωνος είχε πει: “Ποτέ δεν σκέφτηκα να παντρευτώ, ούτε ήθελα να παντρευτώ. Έκανα και δύο γάμους, έτσι για να έχουμε να λέμε. Με τον Στέλιο Καζαντζίδη κατάλαβα αμέσως ότι είχαμε αγάπη ξαφνικά, με είδε, τον είδα στα μάτια, κοιταχτήκαμε και ερωτευτήκαμε. Πολύ καλό παιδί, ντροπαλός κι αυτός. Άρχισα να μιλάω εγώ για τη δουλειά του και λιγότερο εκείνος. Δεν του άρεσε να βγαίνει το βράδυ να τραγουδάει. Ήταν η μεγαλύτερη φωνή, δεν το συζητάω! Ο Μπιθικώτσης ήταν μετά.»
Σαν τραγουδιστικό δίδυμο έγραψαν ιστορία με τραγούδια όπως η «Μαντουμπάλα», και η «Ζιγκουάλα», έφεραν το αστικό κοινό στα άλλοτε περιθωριακά μπουζούκια και η επιτυχία τους τους ταξίδεψε στις Ελληνικές παροικίες στο εξωτερικό όπου αποθεώθηκαν. Αν και όλοι ήξεραν ότι είναι ζευγάρι, χρειάστηκε να περάσουν οκτώ χρόνια μέχρι οι δυο τους να παντρευτούν.
Ο αστικός μύθος θέλει τη συμβίωση του ζευγαριού δύσκολη. Ο παλιός φίλος και μουσικός του Στέλιου Καζαντζίδη Δημήτρης Τζάρας είχε πει σχετικά: «Η Μαρινέλλα -η Κίτσα, όπως τη φωνάζαμε τότε- ήταν και είναι πολύ άξια. Γι’ αυτό και ανέβηκε στο υψηλότερο βάθρο και θεωρείται σήμερα κορυφαία. Δουλέψαμε πολύ μαζί με τη Μαρινέλλα και τον Καζαντζίδη. Βοηθούσε όλους όσους ήταν τριγύρω της. Δεν θα ξεχάσω στα πρώτα της βήματα, όταν ο Στέλιος είχε ήδη γίνει φίρμα, η Μαρινέλλα ήταν πολύ φτωχή κοπέλα. Ο Στέλιος δεν της είχε πάρει ούτε ένα παλτό. Και όταν ήταν να βγάλουμε αναμνηστικές φωτογραφίες για να στείλουμε σε καρτ ποστάλ, με το παλτό της γυναίκας μου έβγαζε φωτογραφίες, γιατί δεν της έπαιρνε τίποτα ο Στέλιος.»
«Έφυγα από τον Καζαντζίδη μ' ένα κατοστάρικο στην τσέπη. Δεν είχα πού να πάω, και πάλι δεν είχα άγχος. Λέω: ο Θεός είναι μεγάλος, ξέρει και τα δίνει κατά την καρδιά του ανθρώπου.» έχει πει η Μαρινέλλα για τον χωρισμό της.
Ένα άλλο θέμα που απασχολούσε το μουσικόφιλο κοινό ήταν και το γιατί το ζευγάρι δεν αποκτούσε παιδί. Σύμφωνα με τον Καζαντζίδη πάντως, ο ίδιος δεν μπορούσε να αποκτήσει παιδιά εξ αιτίας ενός ατυχήματος που είχε στο στρατό. Το σίγουρο είναι ότι δύο χρόνια αργότερα ο γάμος κατέληξε σε διαζύγιο. «Έφυγα από τον Καζαντζίδη μ ένα κατοστάρικο στην τσέπη. Δεν είχα πού να πάω, και πάλι δεν είχα άγχος. Λέω: ο Θεός είναι μεγάλος, ξέρει και τα δίνει κατά την καρδιά του ανθρώπου.» έχει πει η Μαρινέλλα για τον χωρισμό της.
Ο Καζαντζίδης είχε πει στην μεγάλη του συνέντευξη στην Όλγα Μπακομάρου: «Με τη Μαρινέλλα γνωριστήκαμε όταν πρωτοδούλεψα στη Θεσσαλονίκη το ’56, δεθήκαμε, κατεβήκαμε στην Αθήνα και συνεργαστήκαμε κάπου δέκα χρόνια. Σαν ζευγάρι καλλιτεχνικό οπωσδήποτε διαπρέψαμε, δεν υπήρχαν μεταξύ μας ζήλιες, καβγάδες, είχαμε συνεννόηση με τα μάτια. Στη ζωή όμως δεν ταιριάζαμε. Ο γάμος μας κράτησε απ’ το 64 ως το 65 κι αιτία του χωρισμού μας ήταν η απόφασή μου να σταματήσω απ’ τα κέντρα. Η Μαρινέλλα μού είχε δηλώσει πως δεν είναι διατεθειμένη ν’ αφήσει την καριέρα της.»
"Όταν βγήκε το διαζύγιο και χωρίσαμε με τη Μαρινέλλα, πέρασα μέρες που δεν ήθελα να βάλω μπουκιά στο στόμα μου... Δεν με ένοιαζε αν θα φάω, πότε θα φάω και τι θα φάω. Τίποτε δεν με ένοιαζε. Είχα αφεθεί" είχε αφηγηθεί στον Θανάση Λάλα ο Στέλιος Καζαντζίδης.
Οι δυο τους ακολούθησαν διαφορετικές πορείες: Η Μαρινέλλα σηκώθηκε από την καρέκλα που ήταν καθηλωμένη επί σκηνής και μεταμορφώθηκε σε μια νέας κοπής entertainer που θα έγραφε ιστορία, ενώ ο Καζαντζίδης σιγά σιγά αποτραβήχτηκε από τα φώτα και τη δημοσιότητα. Κάποιοι ήθελαν να συμβαίνει αυτό επειδή είχε χάσει τη «γυναίκα της ζωής του». Ο ίδιος ωστόσο την είχε βρει στο πρόσωπο της τελευταίας του συζύγου, της Βάσως που έμεινε στο πλευρό του μέχρι τέλους.
Με την Μαρινέλλα όμως κράτησαν μια φιλική σχέση. Άλλωστε όταν γνωρίστηκαν τόσο νέοι. Η φιλία κράτησε μέχρι τέλους. Η Μαρινέλλα ήταν ένας από τους ανθρώπους που στάθηκαν δίπλα στον τραγουδιστή κατά τη διάρκεια της ασθένειας του, μέχρι το θάνατό του το 2001. «Σχεδόν κάθε απόγευμα πήγαινα στο σπίτι της Βάσως και του Στέλιου Καζαντζίδη. Επειδή ήταν απέξω κάμερες και δημοσιογράφοι, βρήκαμε έναν δρόμο που μου είπε η Βάσω και έμπαινα στο σπίτι τους κρυφά. Όπως και στο νοσοκομείο που πήγαινα, έμπαινα από το γκαράζ”…