Τα εγκλήματα του Ted Bundy τα γνωρίζουμε και την ιστορία του την έχουμε ακούσει πολλάκις: ένας όμορφος, πανέξυπνος και γοητευτικός άνδρας που μέσα του έκρυβε ένα τέρας. Γεννημένος στις 24 Νοεμβρίου 1946, ήταν κατά συρροή δολοφόνος που σκότωσε τουλάχιστον 30 νεαρές γυναίκες τη δεκαετία του 1970. Χρησιμοποιούσε τη γοητεία του και διάφορες απάτες, όπως το να προσποιείται τραυματισμό ή αναπηρία, για να κερδίζει την εμπιστοσύνη των θυμάτων του.
Οι πράξεις του περιλάμβαναν απαγωγές, σεξουαλικές επιθέσεις, νεκροφιλικές πράξεις, δολοφονίες ενώ επίσης δραπέτευσε δύο φορές από τη φυλακή. Η δίκη του ήταν από τις πρώτες που μεταδόθηκαν τηλεοπτικά, ενισχύοντας τη φήμη του και την προβληματική απεικόνισή του από τα ΜΜΕ ως «γοητευτικού τέρατος».
Η μιντιακή απεικόνιση του Ted Bundy και η σύνδεσή του με την «ομορφιά» και τη «γοητεία» παραμένει ένα εξαιρετικά προβληματικό φαινόμενο. Παρόλο που πολλοί τον χαρακτήρισαν ως «χαρισματικό» και «γοητευτικό», αυτό ήταν περισσότερο μια ποπ κατασκευή παρά μια πραγματικότητα. Η «καραμέλα» του ωραίου άνδρα, συνοδεύει τόσο στενά την υπόθεσή του, που θα περίμενε κανείς, στην αναζήτηση του ονόματός του, να δει ένα μοντέλο του Calvin Klein.
Ωστόσο, σας προκαλώ να ρίξετε μια ματιά σε οποιαδήποτε φωτογραφία του και δε νομίζω ότι η λέξη «όμορφος» θα είναι το πρώτο πράγμα που θα περάσει από το μυαλό σας. Ο Bundy, αν και διέθετε ένα ευχάριστο παρουσιαστικό για την εποχή, σε καμία περίπτωση δεν ξεχώριζε για την ομορφιά του. Αντίθετα, το αφήγημα αυτό καλλιεργήθηκε από τα ΜΜΕ για να δημιουργήσει έναν έντονο αντιθετικό συμβολισμό: ένας άντρας «τόσο κανονικός» ή «τόσο ελκυστικός» που θα μπορούσε να κερδίσει την εμπιστοσύνη γυναικών χωρίς να δημιουργήσει υποψίες.
Μέχρι και σήμερα, τα μέσα αναδεικνύουν τη γοητεία του μέσω χολιγουντιανών απεικονίσεων, όπως η ερμηνεία του από τον Zac Efron στο Extremely Wicked, Shockingly Evil, and Vile, γεγονός που συχνά ενίσχυσε το μύθο της «γοητευτικής κακίας», αντί να εστιάζει στη φρίκη των εγκλημάτων του και στα θύματα.
Άλλες αναλύσεις τονίζουν ότι η έμφαση στην γοητεία του Bundy συσκοτίζει την πραγματικότητα: δεν ήταν ιδιοφυΐα, αλλά επωφελήθηκε από την ανεπαρκή αστυνομική συνεργασία, το μισογυνισμό και την αδιαφορία προς τις εξαφανισμένες γυναίκες.
Και τι σημασία έχει αν ένας κατά συρροή δολοφόνος ήταν όμορφος, μέτριος ή άσχημος; Μεγάλη! Η επιμονή στο παρουσιαστικό του δε χρησιμοποιήθηκε τόσο για να περιγράψει τον ίδιο αλλά για να εξηγήσει την ευκολία με την οποία διέπραττε τα εγκλήματά του, διαστρεβλώνοντας τα γεγονότα και μειώνοντας την ευθύνη των αρχών, που χειρίστηκαν τις υποθέσεις εξαφάνισης των θυμάτων του με εγκληματική ραθυμία.
Επιπλέον, αυτή η προσέγγιση βασίστηκε σε μορφές έμμεσου victim blaming. Η σύνδεση της εμφάνισης του Bundy με την ευκολία του να διαπράττει εγκλήματα υπαινίσσεται ότι τα θύματά του, νεαρές γυναίκες και κορίτσια, ήταν τόσο επιφανειακά ή αφελή, ώστε εμπιστεύονταν τυφλά έναν «όμορφο» άντρα.
Σίγουρα, τα πρότυπα ομορφιάς αλλάζουν ανά δεκαετία. Ωστόσο, δε είναι τόσο δύσκολο να ανατρέξουμε στο παρελθόν και να εξετάσουμε τι θεωρείτο «όμορφο» τότε. Τα πρότυπα ομορφιάς της εποχής του δεν ταιριάζουν με την εμφάνιση του Bundy. Οι διασημότητες της δεκαετίας του 1970, όπως ο Robert Redford, o Kent McCord, o Ryan O'Neal ή ο Andy Gibb, έθεταν τον πήχη της ανδρικής γοητείας, και ο Bundy δεν τον πλησίαζε.
Στην πραγματικότητα, η επιτυχία του Bundy ως δολοφόνου βασίστηκε όχι στο παρουσιαστικό του αλλά στις χειριστικές του ικανότητες, όπως η προσποίηση τραυματισμών (π.χ. φορώντας γύψο και ζητώντας βοήθεια για να κουβαλήσει κάποιο φορτίο). Έτσι, εκμεταλλευόταν την ενσυναίσθηση και τον κοινωνικο-πολιτισμικό «προγραμματισμό» των γυναικών να είναι εξυπηρετικές και ευγενικές, συχνά εις βάρος της ασφάλειάς τους.
«Ήταν πολύ καλός άνθρωπος», είχε δηλώσει ο φίλος του Bundy, Marlin Lee Vortman, που τον γνώρισε μέσω της δουλειάς του στο Ρεπουμπλικανικό κόμμα. «Ήταν ο τύπος άντρα που θα ήθελες να παντρευτεί η αδερφή σου». Στη δίκη του το 1979 για τις δολοφονίες των Lisa Levy και Margaret Bowman, ο δικαστής του είπε: «Να προσέχεις τον εαυτό σου, νεαρέ». Αφού τον καταδίκασε σε θάνατο, πρόσθεσε: «Είναι τραγωδία για το δικαστήριο να βλέπει μια τέτοια πλήρη απώλεια ανθρώπινης αξίας». Αυτή η φράση, ειπώθηκε όχι για τα θύματα αλλά για τον Bundy, που παρά τις σπουδές του, την ευφράδεια και την ευστροφία του, θα περνούσε το υπόλοιπο της ζωής του στη φυλακή. Δε θα γινόταν «κάτι». Αυτή ήταν η μεγάλη απώλεια! Χάσαμε έναν εν δυνάμει ηγέτη, έναν μελλοντικό δικηγόρο, έναν πιθανό πολιτικό ακτιβιστή...
Αυτή ήταν η πραγματική γοητεία του Bundy: αυτό που κρύβεται πίσω από τη μυστηριώδη «ομορφιά» του. Σε άντρες που είχαν κύρος και εξουσία, δεν έμοιαζε με δολοφόνο, αλλά με κάποιον σαν αυτούς. Ακόμα κι όταν ήξεραν τι είχε κάνει, αναγνώριζαν κάτι οικείο στον τρόπο του. Στον πυρήνα της μιντιακής απεικόνισης του Bundy είναι η ευρέως αποδεκτή ιδέα της «χαμένης δυνατότητάς» του να διαπρέψει. Ένας αξιοσημείωτος αριθμός ανθρώπων έβλεπε τον Bundy και σκέφτονταν ότι, αν εξαιρέσουμε τις 30 και βάλε δολοφονημένες γυναίκες, αυτός θα μπορούσε να είναι ο τύπος του άντρα που θα ήθελαν να έχει εξουσία.
Παρά τις γενικόλογες συζητήσεις περί κακού και καλού, κάλλους και ασχήμιας, οι κατά συρροή δολοφόνοι είναι κοινωνικά φαινόμενα· ο Bundy ήταν μέρος αυτού που ονομάζεται στην εγκληματολογία «serial killer boom». Πρόκειται για την αύξηση των περιπτώσεων κατά συρροή δολοφόνων που παρατηρήθηκε τη δεκαετία του 1970 και του 1980.
Υπάρχουν πολλές θεωρίες για αυτήν την «έκρηξη»: βιολογικές, πολιτικές, πολιτισμικές, κοινωνικές μέχρι και διατροφικές. Κάποιοι ειδικοί υποστηρίζουν ότι η κοινωνική αναταραχή των δεκαετιών αυτών έπαιξε σημαντικό ρόλο. Άλλοι τονίζουν πως τη δεκαετία του '70 ή του '80, οι άνθρωποι εμπιστεύονταν περισσότερο τους γύρω τους: ποιος θα έκανε σήμερα ωτοστόπ; Να θυμίσω ότι από τη δεκαετία του '60 μέχρι και τα τέλη του '90, υπήρχαν τηλεοπτικά σποτάκια στις ΗΠΑ, τα οποία έπαιζαν τα βράδια και ρωτούσαν τους γονείς: «Ξέρετε πού είναι τα παιδιά σας;». Δε νομίζω ότι οι περισσότεροι γονείς θα χρειάζονταν τέτοια υπενθύμιση σήμερα.
Επιπλέον, οι κατά συρροή δολοφόνοι εκείνης της εποχής, μεγάλωσαν συχνά σε κακοποιητικά περιβάλλοντα, με τουλάχιστον έναν γονέα να αντιμετωπίζει μετατραυματικό στρες από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Ted Bundy είχε υποστηρίξει πως η άνοδος της σκληρής πορνογραφίας (με τη χρυσή εποχή των ανδρικών περιοδικών και την κυριαρχία της βιντεοκασέτας) έπαιξε επίσης ρόλο σε αυτό το φαινόμενο.
Μια άλλη θεωρία υποστηρίζει ότι η αύξηση των κατά συρροή δολοφόνων σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με την αυξημένη κάλυψη από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Η δημοσιογραφία άρχισε να εστιάζει περισσότερο στους εγκληματίες, δημιουργώντας έναν «μύθο» γύρω τους, γιατί αυτό πουλούσε. Τέλος, μερικοί εγκληματολόγοι και ιστορικοί υποστηρίζουν ότι οι κατά συρροή δολοφόνοι δεν αυξήθηκαν τόσο δραματικά όσο λέγεται, απλώς αυξήθηκε η μαζικότητα της δημοσιογραφικής κάλυψης, την ίδια περίοδο που η τηλεόραση έγινε πιο προσβάσιμη στον λαό.
Υπάρχουν αμέτρητες άλλες θεωρίες αλλά το συμπέρασμα είναι σαφές: οι δολοφόνοι, όχι μόνο παράγονται, αλλά και ενδυναμώνονται από την κοινωνία στην οποία ζουν. Με τον Bundy ειδικότερα, αυτό το βλέπουμε έντονα. Αυτό είναι και το μυστικό πίσω από την τάση να «ρομαντικοποιείται»— η κρυφή συνυπογραφή του με τις δυνάμεις εξουσίας. Υπάρχει μια σκοτεινή ειρωνεία εδώ για τις φρικαλεότητες που θα μπορούσε να έχει διαπράξει ο Bundy αν είχε ακολουθήσει διαφορετικό δρόμο.
Έχει νόημα να εξετάζουμε γιατί ένας εγκληματίας αναδεικνύεται σε πολιτιστικό μύθο. Οι παραδόσεις των ΜΜΕ συχνά παρουσιάζουν τους δολοφόνους ως «εξαιρετικές περιπτώσεις ανωμαλίας» αντί να εστιάζουν στις κοινωνικές ανεπάρκειες, όπως η αστυνομική απραξία ή οι έμφυλες δυναμικές, που διευκολύνουν τη διάπραξη ή συγκάλυψη εγκλημάτων. Αντίθετα, μια πιο ευαίσθητη και δίκαιη προσέγγιση στις ιστορίες αυτές, απαιτεί να επικεντρωθούμε στα θύματα και στη δομή των εγκλημάτων, αναγνωρίζοντας τον αντίκτυπό τους χωρίς να ρομαντικοποιούμε τον δράστη.