Ο Μιχαήλ Ταμπακάκης είναι ένας από τους πιο ταλαντούχους ηθοποιούς της γενιάς του. Μετράει πολλές συνεργασίες στη μικρή και μεγάλη οθόνη αλλά και στο θεατρικό σανίδι. Στα 28 του, κάνει επαγγελματικά αυτό που αγαπά αληθινά, ενώ παράλληλα υποδύεται γοητευτικούς αλλά και «δύσκολους» ρόλους, στους οποίους εμπλέκεται πολλές φορές η ταύτιση με τους χαρακτήρες μέσω της ενσυναίσθησης. Ο επιτυχημένος ηθοποιός, τη φετινή τηλεοπτική σεζόν, συστήνεται στο κοινό ως ο αστυνομικός Άγγελος Κοντογιωργάκης στη σειρά του MEGA «Το Ναυάγιο». Η σειρά βασίζεται στο ομότιτλο βιβλίο του Σπύρου Πετρουλάκη, έχει την υπογραφή του σκηνοθέτη Γιάννη Χαριτίδη και του σεναριογράφου Γιώργου Κόκουβα. Παράλληλα, εμφανίζεται σε ρόλο guest στο Milky Way, την πολυσυζητημένη σειρά του βραβευμένου με Χρυσό Φοίνικα στο κινηματογραφικό φεστιβάλ των Καννών, Βασίλη Κεκάτου. Ο φακός του περιοδικού GRACE, απαθανατίζει τον ηθοποιό σε γραφικό καρνάγιο του Πειραιά και όπως ήταν αναμενόμενο, κέντρισε το ενδιαφέρον μας για ακόμα μία φορά.
Είστε μόλις 28 χρονών, αλλά έχετε κάνει σημαντικά βήματα στην τηλεόραση, το θέατρο και τον κινηματογράφο. Παράλληλα, υπήρξατε υποψήφιος για το βραβείο Χορν 2020. Πώς βιώσατε και βιώνετε την όλη αναγνώριση;
Η αλήθεια είναι ότι δουλεύω από τα 21 άρα αυτή τη στιγμή συμπληρώνω επτά χρόνια στο χώρο. Όλα έγιναν πολύ γρήγορα. Ήταν πολύ μικρό το χρονικό διάστημα από το «φαντάζομαι τον εαυτό μου ως ηθοποιό» στο «είμαι ηθοποιός». Πέρασα στη Δραματική Σχολή του Εθνικού αμέσως μόλις τελείωσα το σχολείο. Τρία χρόνια θυμάμαι τον εαυτό μου μόνο μέσα στο κτίριο της Πειραιώς που ήταν η σχολή. Δεν είχαμε άλλη ζωή. Από την άλλη δεν μπορείς να τα έχεις και όλα. Όπως λένε, η τέχνη θέλει θυσίες και καλώς η κακώς, αυτό είναι μια μεγάλη αλήθεια. Οι συνομήλικοί μου τότε ζούσαν τη φοιτητική ζωή, ενώ εγώ ξημεροβραδιαζόμουν στις πρόβες. Πολλή δουλειά, πολλές ώρες, που όμως τώρα κοιτάω πίσω μου και χαμογελάω. Μέσα σε αυτά τα χρόνια έμαθα να είμαι ειλικρινής πρώτα με τον εαυτό μου και μετά με τους άλλους, προσπαθώ να κάνω επιλογές που δεν με μετακινούν από το κέντρο μου κι αν χρειαστεί να μετακινηθώ να μπορώ να επανέλθω. Κάνω αυτό που αγαπώ και αυτό από μόνο του είναι ένα τεράστιο δώρο.
Στη φετινή μεγάλη παραγωγή του MEGA, «Το Ναυάγιο», υποδύεστε τον αστυνομικό Άγγελο Κοντογιωργάκη που βρίσκεται στο μοιραίο πλοίο εν ώρα καθήκοντος. Ποιοι ήταν οι λόγοι που σας έκαναν να πείτε το «ναι»; Τι σας γοήτευσε αλλά και τι σας φόβισε, αντιστοίχως;
Σε κάθε δουλειά που επιλέγω να κάνω προτεραιότητά μου, είναι πάντα οι συντελεστές. Όπως και στο θέατρο, ένα κείμενο από μόνο του δεν μου λέει απολύτως τίποτα αν δεν υπάρχει η κατάλληλη συνθήκη, έτσι και στην τηλεόραση είναι ένα σύνολο πραγμάτων που σε κάνουν να πεις τελικά το «ναι». Για μένα τα δύο βασικά, όσον αφορά το «Ναυάγιο», ήταν το υπέροχο σενάριο του Γιώργου Κόκουβα και της ομάδας του, γεγονός που σπανίζει για αυτού του τύπου το format και φυσικά ο σκηνοθέτης μας Γιάννης Χαριτίδης που με τη σειρά του έφτιαξε μια υπέροχη ομάδα σπουδαίων καλλιτεχνών. Πάντα, βέβαια, μέσα μου υπάρχει ένα ανεξήγητο ένστικτο που μου λέει τι πρέπει να κάνω και τι όχι. Ήξερα ότι θα γίνει κάτι πολύ προσεγμένο και όντως δεν έπεσα έξω.
Το γεγονός ότι η σειρά βασίζεται σε αληθινή ιστορία και είναι ένα έργο απαιτητικό με ισχυρές ψυχολογικές διακυμάνσεις στον δρόμο προς τη δικαίωση των θυμάτων του ναυαγίου, έχει ένα επιπρόσθετο βάρος για εσάς; Ποιες σκηνές σάς επιβάρυναν συναισθηματικά; Πώς διαχειριστήκατε την όλη ταύτιση με τον ρόλο; Αναπτύξατε μηχανισμούς προστασίας κατά την επιστροφή στο σπίτι σας; Διαβάζοντας αλλά και γυρίζοντας αυτές τις σκηνές, αναβίωναν στο μυαλό σας εικόνες και μαρτυρίες από τις διασώσεις των πλημμυροπαθών στη Θεσσαλία; Η ενσυναίσθηση προκύπτει μάλλον αναπόφευκτα, στη ζωή ενός ηθοποιού…
Είναι μία συνθήκη πολύ επίκαιρη, δυστυχώς. Φαντάζομαι όλοι μας βλέποντας τη σειρά μπορούμε να κάνουμε την αναλογία με το σήμερα. Δεν έχει περάσει καν ένας χρόνος από το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη, τις πλημμύρες στη Λάρισα, ούτε μήνες που ένας άνθρωπος πέταξε στη θάλασσα έναν συνάνθρωπό μας και τον σκότωσε και φυσικά πολλά ακόμα. Οι ομοιότητες είναι φρικιαστικές και η ανθρώπινη βλακεία παραμένει ίδια και αναλλοίωτη στο χρόνο. Υπάρχει ένα επιπλέον βάρος σε τέτοιες περιπτώσεις που αισθάνεσαι έχοντας μεγάλη ευθύνη και ανάγκη να δικαιώσεις τις ζωές όλων αυτών των θυμάτων και βεβαίως να απεικονίσεις όσο πιο αληθινά γίνεται την πραγματικότητα, χωρίς να την μειώσεις. Μιλάμε για εγκλήματα και πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί. Έχω πάντα στο νου μου να μπαίνω ως Μιχαήλ στη θέση του ρόλου που υποδύομαι για να μπορέσω να τον καταλάβω, είτε συμφωνώ είτε διαφωνώ μαζί του. Κάπως πρέπει να τον δικαιώσω μέσα μου, για να μπορέσω να τον υποδυθώ. Στην προκειμένη περίπτωση μού είναι εύκολο γιατί, μέχρι στιγμής, η βάση αυτού του ανθρώπου είναι πολύ κοινή με τη δική μου. Μπορεί να μην επέλεγα ποτέ στη ζωή μου να γίνω αστυνομικός, αλλά σίγουρα θα έβγαζα τις χειροπέδες από έναν εγκληματία προκειμένου να του σώσω τη ζωή.