Επιστρέφετε στο ρόλο του Αρτούρο Ούι, σε σκηνοθεσία Άρη Μπινιάρη, στο θέατρο ARK. Τι έχετε κρατήσει περισσότερο από αυτή την παράσταση;
Τη διαδικασία της πρόβας, η οποία ήταν μαγική, καθώς και την ανταπόκριση του κόσμου σε ένα πολύ δύσκολο έργο. Επίσης, το θέατρο ARK προσφέρει μια πολύ ωραία εμπειρία γιατί είναι στημένο όσο πιο περίεργα γίνεται σε σχέση με τη θέση του κόσμου και τη σκηνή. Δεν μπορώ να μην αναφέρω, τέλος, τις σχέσεις που αναπτύχθηκαν με όλο το θίασο, οι οποίες είναι άψογες. Η παράσταση «Η άνοδος του Αρτούρο Ούι» μου είχε λείψει πολύ και ανυπομονούσα να επιστρέψω.
Σε συνέντευξή σας έχετε δηλώσει ότι δεν σας ενοχλεί που μεγαλώνετε. Καταφέρατε να συμφιλιωθείτε με το χρόνο και λόγω των εμπειριών που αποκτήσατε στην πορεία;
Δεν έχει να κάνει με τις εμπειρίες, αλλά με το σετάρισμα του εγκεφάλου μου. Από πολύ μικρός, ήθελα να είμαι μεγάλος γιατί πάντα, στο πλαίσιο της γειτονιάς ή της θεατρικής ομάδας, ήμουν ο «Βενιαμίν». Θαύμαζα τους μεγάλους επειδή τους φανταζόμουν χωρίς προβλήματα. Από τη στιγμή που τελείωναν το σχολείο –το οποίο για μένα ήταν μεγάλος βραχνάς–, τους θεωρούσα ελεύθερους. Ήταν μια παιδική μου ψευδαίσθηση. Τώρα, μεγαλώνοντας, βλέπω έντονα γύρω μου –τόσο σε άντρες όσο και σε γυναίκες– την εμμονή του να παραμείνουν νέοι, την οποία δεν μπορώ να καταλάβω. Εγώ εξακολουθώ να θέλω να είμαι μεγάλος. Θα ήθελα να ήμουν 50 ετών με άσπρα μαλλιά. Είναι κάτι το οποίο περιμένω με χαρά. Όσο μεγαλώνω, ηρεμεί το σύστημά μου. Επομένως, δεν έχω λόγο να φοβάμαι. Όταν με ρωτούν αν θα γυρνούσα το χρόνο πίσω, η απάντησή μου είναι πάντα «ποτέ και για κανένα λόγο». Για μένα ισχύει το «κάθε πέρυσι και χειρότερα». Μου αρέσει να προχωρώ. Βέβαια, προσέχω τον εαυτό μου, δεν με αφήνω. Κρατώ βαθιά μέσα μου μια ατάκα του Ανδρέα Βουτσινά. Τον θυμάμαι με το μπαστούνι του να μου λέει: «Εσύ θα γεράσεις όμορφα». Έκτοτε δεν μου είχε πει τίποτα άλλο. Οπότε, του το οφείλω.