Λένα Παπαληγούρα- Χρήστος Λούλης: Δύο φωτεινά μυαλά σε ένα παιχνίδι εκτός σκηνής 1 Λένα Παπαληγούρα- Χρήστος Λούλης: Δύο φωτεινά μυαλά σε ένα παιχνίδι εκτός σκηνής 2

Μια συνάντηση που πέρασε από κύματα και είχε στιγμές πλάκας πριν ακόμη πραγματοποιηθεί.

ΑΠΟ ΜΙΑ ΚΟΛΛΙΑ

ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ ΙΩΑΝΝΑ ΤΖΕΤΖΟΥΜΗ ΜΑΚΙΓΙΑΖ/ ΜΑΛΛΙΑ ΚΕΡΑΣΙΑ ΚΟΥΗ

H Λένα μια μέρα με έστησε κάτω από το σπίτι της γιατί κοιμόταν, την ίδια μέρα μια πορεία στην πλ. Μαβίλη έκλεισε το κέντρο οπότε ειδοποίησα τον Χρήστο να μην έρθει, ευτυχώς προτού ξεκινήσει, του άλλαξα παρτενέρ για τη συζήτηση τρεις φορές και εκείνος αγόγγυστα συμφωνούσε… Τελικά τα καταφέραμε, στο σπίτι μου, με την Ιωάννα Τζετζούμη να μετακινεί τα μισά έπιπλα και τον καθένα μας να λέει τα δικά του. Αυτά φυσικά δεν γίνονται έτσι εύκολα και αβίαστα αν δεν έχεις μια πιο προσωπική σχέση με τους πρωταγωνιστές καλεσμένους σου. Η Λένα είναι πια φίλη, οπότε δεν μπορώ να πω κάτι λιγότερο από το πόσο φανταστικός τύπος είναι. Γιατί είναι τύπος: ταγμένη σοβαρή στη δουλειά και αστεία (πολύ), ακατάστατη και φιλόξενη, ανοιχτή στον κόσμο μα και πολύ μέσα εσωτερικά χουχουλιασμένη στην οικογένειά της, ταπεινή και αιθεροβάμων και ικανότατη.

Ο Χρήστος είναι μία από τις δύο μεγάλες μου αδυναμίες στο ελληνικό θέατρο. Είμαι γκρούπι του, τόσο φαν που μάλλον για αυτό τον έχω λυγίσει και σπανίως αρνείται να μου μιλήσει. Νιώθω τύχη και χαρά όποτε τον βλέπω στη σκηνή, τον απολαμβάνω μέχρι τέλους. Για μένα ο Χρήστος μπορεί να κάνει ό,τι θέλει ο ίδιος, ό,τι θέλει ένας σκηνοθέτης, ό,τι θέλει ένας θεατής. Νομίζω ότι η έντονη, ξεκάθαρη και έκδηλη, ευφυία του είναι κομμάτι του ταλέντου του. Τον απολαμβάνω και όταν τοποθετείται δημόσια – ακόμη και αν διαφωνείς, αναγνωρίζεις το άριστο του λόγου του και των επιχειρημάτων του. Δεν αυθαιρετεί, δεν του αρέσει η απαθής στάση, δεν αρκείται στο μέτριο. Καλά κάνει γιατί μπορεί – τόσο απλά.

Πού έχετε παίξει μαζί μέχρι τώρα;

Λένα Παπαληγούρα: Κατ’ αρχάς αυτή τη στιγμή είμαστε μαζί στη σειρά «Ορκος», στην ΕΡΤ.
Χρήστος Λούλης: Εχουμε παίξει στην ταινία «Σκλάβοι στα δεσμά τους» και στο θέατρο στους «Τρισευτυχισμένους» του Γιάννη Χουβαρδά.

Λ.Π.: Επίσης είμαστε από την ίδια σχολή, το Θέατρο Τέχνης, και όταν ήμουν εγώ στη σχολή, ο Χρήστος εκεί ήταν ίνδαλμα -και φαντάζομαι ότι ακόμη είναι για όσους φοιτούν εκεί. Θυμάμαι όταν είπα στη μαμά μου ότι θα παίξω στους «Σκλάβους στα δεσμά τους», αντί να μου πει, “μπράβο, παιδί μου”, μου είπε “Με τον Λούλη θα παίξεις;”

Χ.Λ.: Εγώ θυμάμαι την εντύπωση που μου είχε κάνει η Λένα όταν την είχα πρωτοδεί -το πρόσωπό της και κυρίως τα μάτια της, μου φαινόταν ότι ήταν σαν νεράιδα. Πώς είναι κάτι πριγκίπισσες του Disney που είναι στα δάση; Κάτι τέτοιο. Στο «Σκλάβοι στα δεσμά τους», την έβλεπα σε μια φωτογραφία που φορούσε ρούχα εποχής, στην Κέρκυρα που κάναμε τα γυρίσματα, και η μορφή της ταίριαζε πάρα πολύ αλλά δεν ταίριαζε κιόλας. Δηλαδή ταίριαζε επειδή ήταν σαν ένα εξωτικό πλάσμα και ταυτόχρονα ήταν και η Λένα που έχει ένα περίεργο ταλέντο και δεν ταιριάζει πουθενά. Φέρει ένα δικό της χρώμα, το οποίο αλλάζει το παιχνίδι.

Λένα Παπαληγούρα- Χρήστος Λούλης: Δύο φωτεινά μυαλά σε ένα παιχνίδι εκτός σκηνής 3

Έχετε και οι δύο από δύο παιδιά. Από τότε που ήρθαν τα παιδιά, άλλαξε καθόλου η σχέση σας με τη δουλειά σας ή είναι κάτι που δεν σχετίζεται;

Χ.Λ.: Φυσικά και σχετίζεται. Η δουλειά μας είναι συνυφασμένη με τη ζωή μας. Το υλικό μας είμαστε εμείς και η ζωή που ζούμε. Όταν δεν υπήρχαν τα παιδιά, διαθέταμε κάπως αλλιώς τον εαυτό μας. Τώρα εκτιμάς έστω και τα 5 λεπτά ησυχίας ή τα 20 λεπτά παραπάνω ύπνου. Από την άλλη, λόγω παιδιών νιώθεις πιο πολύ το δόσιμο, την απόλυτη ερωτική σχέση με δύο πλάσματα που δεν μπορείς να φανταστείς τον εαυτό σου χωρίς αυτά, δεν μπορείς να θυμηθείς τι νόημα είχε η ζωή σου πριν από αυτά. Εγώ ήμουν ένας άλλος εαυτός πριν από αυτά, οπότε είναι αλλιώς και η δουλειά.

Λ.Π.: Τις περιόδους που δεν δούλευα, αφού τελείωνε ένα έργο, ένιωθα μοναξιά, γιατί από ‘κει που είχα συνηθίσει να είμαι κάθε μέρα με τόσους ανθρώπους πολύ κοντά, αυτό σταμάταγε να ισχύει. Από τότε που απέκτησα οικογένεια, δεν το αισθάνομαι αυτό. Δηλαδή, όσο δυνατές και να είναι οι σχέσεις που κάνω στη δουλειά, πάντα υπάρχει κάτι ισχυρότερο που με περιμένει στο σπίτι.

Χ.Λ.: Επίσης είναι και το άλλο, λες ότι είναι η δουλειά μου και πρέπει να την κάνω για να φέρω λεφτά στο σπίτι. Εμείς όμως οι ηθοποιοί, δεν είμαστε σαν τους περισσότερους κανονικούς ανθρώπους που κάποια στιγμή το απογευματάκι σχολάνε και γυρίζουν στο σπίτι τους, που έχουν επιστρέψει και τα παιδιά τους από το σχολείο. Εμείς τα βλέπουμε λίγο το μεσημέρι και προσπαθούμε να φάμε όλοι μαζί, να προλάβουμε να παίξουμε λίγο ή να τα πάμε σε κάποια δραστηριότητα και μετά να φύγουμε γρήγορα για το θέατρο. Όταν θα γυρίσεις το βράδυ, αυτά φυσικά θα κοιμούνται. Κάποιες φορές σκέφτεσαι «αυτή η δουλειά με στερεί από τα παιδιά μου, αλλά δεν μπορώ και να μην την κάνω, άρα ας την κάνω τουλάχιστον να αξίζει τον κόπο». Έχω σταματήσει να κάνω πολλές συνεντεύξεις και φωτογραφίσεις που έκανα παλιά, γιατί δεν μπορώ πια, δεν έχω τόσο χρόνο να διαθέσω -εξάλλου δεν είναι και η ουσία της δουλειάς μας αυτή. Επίσης, δεν βλέπω θέατρο πια. Αν έχεις μια μέρα ρεπό, θα κάτσεις με τα παιδιά σου, δεν θα πας να δεις θέατρο -τους έχεις δει πλέον όλους και ξέρεις πώς παίζουν, όσο καλοί κι αν είναι, δεν σε εκπλήσσουν πλέον. Μόνο αν έχω ακούσει πάρα πολύ καλά λόγια για μια παράσταση θα σκεφτώ να πάω να τη δω.

Λ.Π.: Και εγώ το ίδιο, αν και μου λείπει να δω ένα έργο σαν θεατής. Θυμάμαι αυτό που είχα νιώσει με τον Καραθάνο στην «Γκόλφω» ήταν λες και μου είχαν κάνει ένα δώρο αυτοί οι άνθρωποι. Δηλαδή θέλω να πω ότι χάρη στην «Γκόλφω», έκανα τον εαυτό μου να παίξει καλά πολλές βραδιές μετά, μου έδωσε τρομερή έμπνευση και τρομερή δύναμη.

Χ.Λ.: Θυμάμαι ότι όταν ήμουν στη σχολή, ξέραμε από κουτσομπολιά τι θα κάνει και ποιος, τρία χρόνια πριν το κάνει. Τώρα, υπάρχουν παραστάσεις που ανεβαίνουν, κατεβαίνουν και ούτε που έχω πάρει χαμπάρι.

Λ.Π.: Αυτό βέβαια έχει να κάνει και με την εποχή, που πλέον δεν εδραιώνεται τίποτα, πίσω από αυτά δεν υπάρχει καμιά ιδιαίτερη σημασία, ακόμα και από μας που τα κάνουμε, γιατί πλέον όλα είναι Instagram. Έγραψε προχθές κάτι η Όλια Λαζαρίδου στο facebook και είχε πολύ δίκιο. Ελεγε, «Δεν μου αρέσει να διαβάζω συνέχεια για παραστάσεις sold out, γιατί εγώ έχω παίξει και σε παραστάσεις που δεν ήταν καθόλου sold out, που όμως έχουν μείνει στη μνήμη μου και τις έχω αγαπήσει πολύ».

Επειδή αναφερθήκατε στην εποχή μας, θεωρώ ότι αυτό που μας λείπει πλέον είναι η επιθυμία. Λόγω καταιγισμού πληροφορίας και κατανάλωσης, δεν προλαβαίνουμε να χαρούμε κάτι. Το ίδιο συμβαίνει και με τα παιδιά -σχεδόν κάθε μέρα βγαίνει ένα καινούργιο παιχνίδι, χωρίς να έχουν προλάβει να παίξουν με το προηγούμενο.

Χ.Λ.: Παλιά, ως ανθρωπότητα, χρησιμοποιούσαμε ένα αγαθό ως μέσο για να κάνουμε τη ζωή μας καλύτερη. Τώρα τα προϊόντα είναι ο σκοπός. Κάθε οικονομία που σέβεται τον εαυτό της πρέπει να έχει κάθε χρόνο ανάπτυξη, να μεγαλώνει ο κύκλος των εργασιών. Πού θα φτάσει όμως αυτό; Πόσα λεφτά πρέπει να κυκλοφορούν για να αγοράζουμε συνέχεια; Αγοράζουμε συνέχεια παιχνίδια στα παιδιά, μην τυχόν και πουν, «βαριέμαι». Κι όμως, πρέπει και να βαρεθεί το παιδί.

Λ.Π.: Βέβαια, γιατί τότε αναπτύσσεται η φαντασία του. Τα παιδιά μου ξυπνάνε το πρωί στις εξίμισι και πιστεύω ότι το κάνουν για να προλάβουν να παίξουν. Είναι η ώρα που είμαστε όλοι στο σπίτι και θέλουν να προλάβουν να παίξουμε. Μετά το σχολείο αρχίζουν οι δραστηριότητες και με την επιστροφή στο σπίτι, μπάνιο, φαγητό και ύπνο. Δεν υπάρχει χρόνος να μην κάνει τίποτα το παιδί στο σπίτι, να βαρεθεί λίγο.

Λένα Παπαληγούρα- Χρήστος Λούλης: Δύο φωτεινά μυαλά σε ένα παιχνίδι εκτός σκηνής 4

Τι πρέπει να κάνουμε; Να σταματήσουμε να τους αγοράζουμε παιχνίδια;

Χ.Λ.: Εγώ δεν αγοράζω τίποτα, αλλά τους αγοράζει η Έμιλυ συνέχεια. Δεν καταλαβαίνω όμως γιατί κάθε βδομάδα πρέπει να έχουν ένα καινούργιο πράγμα, που το βαριούνται γρήγορα κιόλας, ειδικά όταν ήταν πιο μικρά.

Λ.Π.: Είναι δύσκολο να αντισταθείς. Πάμε σε ένα παιδικό πάρτι και τα παιδιά αναρωτιούνται πότε θα τους δώσουν δώρα, όσο και να τους εξηγώ ότι δεν πήγαμε εκεί για να πάρουν δώρα. Είναι φοβερό. Γενικά πάντως πράγματι, δεν προλαβαίνουμε να επιθυμήσουμε κάτι.

Χ.Λ.: Ο άνθρωπος είναι προγραμματισμένος για δύο πράγματα. Πρώτον, να μην τρώει τόσο πολύ και τόσο συχνά και δεύτερον, να είναι έξω από το σπίτι. Εγώ μεγάλωσα στον Κορυδαλλό και από τα τέσσερά μου χρόνια, το παιχνίδι ήταν έξω στον δρόμο. Σήμερα τα παιδιά μας δεν μπορούν να το κάνουν αυτό.

Επίσης θεωρώ ότι ως γονείς προσπαθούμε να τα κάνουμε όλα σωστά και μερικές φορές φτάνουμε στην υπερβολή, ενώ παλιότερα οι δικοί μας οι γονείς δεν ήταν έτσι και δεν πάθαμε και κάτι…

Χ.Λ.: Τις περασμένες δεκαετίες, κάποια στιγμή έγινε σκοπός της ανθρωπότητας, του δυτικού κόσμου για να το πω πιο σωστά, η εκπλήρωση της ευτυχίας. Δηλαδή όλοι οι άνθρωποι υποσυνείδητα άρχισαν να κυνηγούν την ευτυχία. Αλλά κι αυτό είναι μια κόλαση, είναι σαν να σου λέει κάποιος, θα ζεις σε έναν παράδεισο. Μα ο άνθρωπος δεν είναι προγραμματισμένος να ζει στον παράδεισο, αλλά για να έχει δυσκολίες – χωρίς αυτές δεν μπορείς να κινήσεις τίποτα. Δεν υπάρχει όμορφη μέρα, εάν η προηγούμενη δεν είναι βροχερή. Το διαρκές κυνήγι της ευτυχίας σε κάνει να αισθάνεσαι μόνος σου. Σε αποξενώνει ακόμα και από τον σύντροφό σου, γιατί συνήθως είναι το κυνήγι της προσωπικής ευτυχίας.

Λ.Π.: Σίγουρα, απλώς, εμένα τουλάχιστον, μου λείπει το να ελπίζω σε κάτι ανώτερο. Μακάρι να είχα μια πίστη.

Χ.Λ.: Γιατί δεν το εξερευνάς; Εγώ νομίζω ότι δεν γνωρίζω καλά ούτε την ορθόδοξη πίστη καν. Γιατί δεν είναι μόνο αυτό που κάναμε στο σχολείο, ούτε αυτό που έλεγε ο παππάς στη γειτονιά. Τα λίγα που έχω διαβάσει από μόνος μου, έχω δει ότι η Ορθοδοξία είναι μια φοβερή διδασκαλία.

Λ.Π.: Διάβασα πριν από λίγες μέρες ένα άρθρο που έλεγε ότι ο κόσμος όπως τον ξέρουμε σήμερα θα τελειώσει και ήταν με αφορμή τις τόσο υψηλές θερμοκρασίες του φετινού Οκτωβρίου. Η κλιματική αλλαγή είναι ήδη εδώ και η κατάσταση θα αρχίσει να είναι αβίωτη σε ορισμένες περιοχές του πλανήτη σε έξι χρόνια -όχι σε 100 ούτε σε 200 χρόνια. Είναι μια δυστοπία όλο αυτό.

Χ.Λ.: Αυτή τη στιγμή τη συγκεκριμένη συζήτηση τη θεωρώ είδος πολυτελείας, διότι είμαι πάρα πολύ απαισιόδοξος με αυτά που συμβαίνουν στη Μέση Ανατολή. Κάτσε να ξεπεράσουμε τον πυρηνικό όλεθρο πρώτα και βλέπουμε. Ένας business man, ο οποίος ήταν στρατιωτικός, έχει πει ότι όλοι οι μεγάλοι πόλεμοι γίνονται όταν τα λεφτά τελειώνουν. Δηλαδή το μοντέλο ανάπτυξης της οικονομίας φτάνει σε ένα ταβάνι, δεν μπορεί να πάει παραπέρα και πρέπει να γίνει ένα reset -άρα να πάμε σε έναν πόλεμο. Μακάρι να βγω ψεύτης.

Για να αλλάξω κλίμα, σε μια πρόσφατη συζήτηση, κάποια φίλη μού είπε Χρήστο, ότι έχεις κάτι πέρα από το ταλέντο, που σε κάνει να δείχνεις ότι δε χρειάζεται να προσπαθήσεις πολύ υποκριτικά, είναι σαν να το έχεις στο αίμα σου -δεν ξέρω αν καταλαβαίνεις πώς το εννοούσε…

Χ.Λ.: Θα έλεγα ότι καταλαβαίνω, απλά αυτό που συμβαίνει, το οποίο το έχω εντοπίσει στον χρόνο, είναι ότι ενώ έχω προσπαθήσει πάρα πολύ να «τεντώνομαι» και να «στρίβομαι» για να παίξω ένα ρόλο σε σχέση με αυτά που μου ζητούνταν την εκάστοτε περίοδο από πολύ σπουδαίους και απαιτητικούς σκηνοθέτες, υπήρξε μια ηλικία που όταν την έφτασα, μαζί με τις εμπειρίες της ζωής, το βάρος των ευθυνών και όλα αυτά, άρχισα να μην παίρνω πολύ στα σοβαρά τον εαυτό μου. Έφτασα σε ένα σημείο που έλεγα ότι υπάρχουν μέσα μας, στον καθένα από εμάς, εξίσου έντονα και το τίποτα και τα πάντα. Δηλαδή όπως εύκολα μπορείς να πεις, δεν σκέφτομαι τίποτα και δεν είμαι κανείς, με ένα κουμπί που πατάς, μπορείς να γίνεις όλοι οι άνθρωποι μαζί. Ίσως βέβαια να είχε να κάνει με την πολύ μεγάλη προσπάθεια που έκανα όλα τα προηγούμενα χρόνια, και τώρα το νιώθω αυτό να γίνεται αυτόματα. Μου είχε πει κάποτε ο Βασίλης Παπαβασιλείου ότι από τα 40 και μετά ξεκινάς να γίνεσαι ηθοποιός και γίνεσαι πραγματικά στα 60 τόσα.

Λ.Π.: Εγώ νομίζω ότι υπάρχουν ηθοποιοί που παρακολουθώντας τους βλέπεις έναν κόπο, κάτι που ενίοτε με συγκινεί, και υπάρχουν και ηθοποιοί, που για μένα αυτό είναι το ευκταίο, που νιώθεις ότι αυτό που κάνουν έχει προκύψει πιο εύκολα. Αν κάνεις τον άλλον να πιστεύει ότι αυτό που κάνεις είναι εύκολο, έχεις κοπιάσει διπλάσια. Νομίζω επίσης ότι υπάρχει μια λανθασμένη αντίληψη για τους ηθοποιούς, ότι είναι ωραίο να σε βλέπει ο θεατής να υποφέρεις και να παλεύεις -που αυτό για μένα δεν είναι ωραίο. Είναι σαν τον ακροβάτη πάνω στο σχοινί που τον βλέπεις και λες, πώς το κάνει τόσο εύκολα; Όμως εκείνος μπορεί να έχει κοντέψει να σκοτωθεί 100 φορές.

Οταν σε μια πρόβα αντιμετωπίζετε έναν αυστηρό σκηνοθέτη, που σας βάζει να κάνετε πολλές φορές το ίδιο πράγμα, σας εκνευρίζει; Πώς το διαχειρίζεστε;

Χ.Λ.: Γενικά η δουλειά του ηθοποιού είναι δύσκολη. Εκείνη την ώρα, αυτό που πρέπει να κάνεις είναι να το ξεχωρίζεις από τον εαυτό σου. Δηλαδή όταν ένας σκηνοθέτης σου λέει να κάνεις ξανά και ξανά το ίδιο πράγμα επειδή θεωρεί ότι δεν το «βρήκαμε» ακόμα, με την εμπειρία και το μυαλό πρέπει να καταλάβεις ότι δεν είναι μια προσωπική επίθεση, δεν κρίνεται η προσωπικότητά σου, κρίνεται το προϊόν της δουλειάς, που πρέπει να είναι αυτό που έχει στο μυαλό του ο σκηνοθέτης. Οπότε βγαίνεις από τον εαυτό σου και προσπαθείς εσύ ο ίδιος να μην είσαι εμπόδιο του εαυτού σου.

Λ.Π.: Εμένα μου είπε προχθές ο γιος μου ότι στην κολύμβηση του είπε η δασκάλα ότι είναι απαράδεκτο που δεν κουνάει τα πόδια. Τον ρώτησα αν στεναχωρήθηκε και μου απάντησε «ναι, γιατί με είπε απαράδεκτο». Του εξήγησα ότι δεν είπε αυτόν απαράδεκτο αλλά αυτό που κάνει. Είναι δύσκολος αυτός ο διαχωρισμός και το βλέπω και εγώ στη δουλειά μου. Όλοι πορευόμαστε με τα ελλείμματα και τις ανασφάλειές μας, οπότε είναι πολύ εύκολο όταν ο άλλος κρίνει αυτό που κάνεις, να θεωρήσεις ότι ισοπεδώνεται η προσωπικότητά σου.

Χ.Λ.: Πάντως είναι πολύ ωραίο και λυτρωτικό όταν αρχίζεις να ακούς μια παρατήρηση και δεν υπάρχει η αυτόματη αντίδραση τού να αγχωθείς προσωπικά πιστεύοντας ότι δεν αρέσεις ή δεν είσαι ικανός. Δεν αφορά όμως εσένα, αφορά τη δουλειά. Και αυτό είναι μία μεγάλη απελευθέρωση από τον ίδιο σου τον εαυτό, γιατί το μεγαλύτερο εμπόδιο για εμάς τους ηθοποιούς είναι ο εαυτός μας, δεν είναι κάτι άλλο. Επειδή κάνουμε κάτι αφύσικο: λέμε τα λόγια κάποιου άλλου, φτιάχνουμε έναν άνθρωπο ο οποίος δεν υπάρχει, βασιζόμενοι όμως στις εμπειρίες μας.

Λ.Π.: Ταυτόχρονα είναι και πολύ φυσικό. Γιατί αν παρατηρήσεις παιδιά που παίζουν, θα δεις ότι χρησιμοποιούν τη φαντασία τους πολύ. Αυτό εμείς το ξεχνάμε μεγαλώνοντας, τη δυνατότητα δηλαδή, να φτιάξεις τις πιο απίθανες ιστορίες και να βάλεις τον εαυτό σου μέσα, χωρίς να τον παίρνεις στα σοβαρά.

Πάντως αν παρακολουθείς θέατρο, ακόμη και να μην σου αρέσει κάτι, πρέπει να σέβεσαι τον κόπο και να αντιλαμβάνεσαι πως έχεις μπροστά σου ανθρώπους που συνεχώς κάνουν κάτι καινούργιο.

Χ.Λ.: Ναι, αλλάζουμε συχνά εργασιακό περιβάλλον, αλλάζουμε ρουτίνα τρεις φορές τον χρόνο. Αυτό είναι πολύ καλό, γιατί δεν βαριέσαι. Το κακό είναι ότι υπάρχουν περιπτώσεις που εγώ για παράδειγμα έχω κάνει πάρα πολλές πρόβες για μια παράσταση και έχω έρθει σε επαφή με ανθρώπους με αδιανόητα μεγάλη οικειότητα, σωματική και ψυχική, και μετά τελειώνει η δουλειά και φεύγεις, δεν είσαι φίλος πλέον μαζί τους. Είναι παράξενο αυτό.

Λ.Π.: Πράγματι έτσι είναι. Και εγώ ζώντας με τον σύντροφό μου ο οποίος κάνει δουλειά γραφείου, βλέπω πόσο δύσκολο είναι να πηγαίνεις κάθε μέρα στο ίδιο μέρος και να δουλεύεις με τους ίδιους ανθρώπους και να κάνεις τα ίδια projects, από την άλλη όμως, η σύνδεση με τους ανθρώπους γίνεται πιο ομαλά. Για εμάς τους ηθοποιούς γίνονται πολύ γρήγορα οι συνδέσεις και πολύ βίαια οι αποχαιρετισμοί.

Σκέφτομαι αυτό που λέει ο Χρήστος και θυμάμαι τον ρόλο σου στην «Κατερίνα», που τον έπαιξες Λένα πάρα πολλές φορές. Μα μπορεί να επαναλαμβάνεται συνέχεια;

Χ.Λ.: Εγώ τη θαυμάζω τη Λένα που παίζει ολόκληρες σεζόν, δεν θα μπορούσα να το κάνω. Εγώ στους δυόμισι μήνες, έχω ξεζουμιστεί. Αυτό με την «Κατερίνα» και τη Λένα, είναι νομίζω μια πολύ εξαιρετική περίπτωση, γιατί φαντάζομαι ότι η Λένα με αυτόν τον ρόλο έφτιαξε μια πολύ προσωπική σχέση.

Λ.Π.: Κατ’ αρχάς θέλω να πω ότι εγώ από τη φύση μου έχω μια ανασφάλεια και δυσκολία, και η έκθεση δεν μου είναι εύκολη. Δηλαδή πρέπει να υπάρχει πάντα κάτι που θα με κάνει να υπερβώ τον φόβο μου, τη βαρεμάρα μου, το ότι θα ήθελα να είμαι σπίτι με τα παιδιά μου. Υπάρχουν άλλοι που και μόνο που θα ανέβουν στη σκηνή κάτι τους κάνει. Εμένα δεν μου αρκεί αυτό, πρέπει να έχω κάτι παραπάνω. Στην «Κατερίνα» σίγουρα συνέβη ότι εγώ έκανα μια σχέση με τον ρόλο μου. Επίσης, επειδή είναι ένας μονόλογος διάρκειας 1 ώρας και 20 λεπτών, πάντα υπάρχουν πράγματα που μπορούν να δουλευτούν και αλλιώς. Πάντα υπάρχουν πράγματα που για μένα φαίνονται καινούργια, όσο περίεργο κι αν ακούγεται αυτό. Ο κόσμος ζήταγε την «Κατερίνα» να παιχτεί ξανά και ξανά, και μου ήταν πάρα πολύ δύσκολο, είχα τρομερό στρες, δυο μέρες την εβδομάδα ήμουν σαν άρρωστη. Δεν μπορεί να μπει στον αυτόματο κάτι τέτοιο.

Είναι μεγάλη χαρά ενός ηθοποιού, η αποδοχή του κοινού, έτσι δεν είναι;

Χ.Λ.: Εννοείται. Επίσης όταν κάνεις μια μεγάλη επιτυχία, δεν είναι εύκολο να την αφήσεις. Δεν είναι τα χρήματα που βγάζεις. Το ότι βλέπεις ότι κάθε μέρα έρχεται κόσμος και χειροκροτάει ατελείωτα και χαίρεται με αυτό που βλέπει, είναι κάτι μεγαλειώδες. Απλώς εγώ, όπως σου είπα, δεν αντέχω να παίξω το ίδιο έργο πάνω από τρεις μήνες και το δηλώνω εξαρχής στον σκηνοθέτη με τον οποίο θα συνεργαστώ. Εξάλλου μόνο στην Ελλάδα γίνεται αυτό, να παίζεται ένα έργο και δεύτερη και τρίτη και τέταρτη χρονιά, ή δύο παραστάσεις την ημέρα.

Δείτε παρακάτω το backstage υλικό αυτής της συνεύρεσης.

 

 

SHARE THE STORY