Η 21η απονομή των MAD VMA 2024 έγινε σε μία φαντασμαγορική εκδήλωση το βράδυ της Τετάρτης (19.06) στο Κλειστό Γήπεδο Παλαιού Φαλήρου Tae Kwon Do. Στο τιμόνι της παρουσίασης ήταν όπως πάντα ο Θέμης Γεωργαντάς, που καλωσόρισε το κοινό ενώ ακολούθησαν πολλές εμφανίσεις διασήμων που ξεχώρισαν και βραβεύτηκαν.
Ανάμεσα στους νικητές ήταν και η Μαρίνα Σπανού, η οποία έχει κατακτήσει εδώ και καιρό την καρδιά του κοινού. Η αγαπημένη σταρ κέρδισε το βραβείο για το πιο viral τραγούδι, και αυτό δεν είναι άλλο από το Ταξίδι.
«Είναι μια μουσικός με θεατράλε διάθεση, είναι μια περφόρμερ με μουσική διάθεση», έγραφε πριν λίγο καιρό η Μία Κόλλια για εκείνη, στο Grace. Είναι σα να πατά νότες απαλά η ψυχή της τη μια στιγμή και σαν σε κρεσέντο να αφήνεται την άλλη. Είναι μια «ποιήτρια» της ζωής. Θα μου πεις «ήδη;» και «τόσο μικρή;». Ναι, γίνεται. Υπάρχουν άνθρωποι που στα μικρά τους έχουν του μεγάλου την ωριμότητα και στα μεγάλα τους, διατηρούν μια όμορφη παιδικότητα.
Είμαι σίγουρη πως κάπως έτσι θα είναι πάντα. Με τις εκπλήξεις που θέλει να προσκαλεί και δεν θα αρνηθεί. Με την ίδια αθωότητα της αγνότητας που τη χαρακτηρίζει και την επιφυλακτικότητα που την προστατεύει από τις ματαιοδοξίες του δρόμου που επέλεξε.
Ακολουθεί απόσπασμα από τη συνέντευξη που παραχώρησε στο Grace, κατακτώντας την καρδιά μας ακόμη περισσότερο:
Ποια είσαι Μαρίνα Σπανού;
Είμαι 21 χρόνων στα 22, γεννήθηκα και μεγάλωσα στο Χαλάνδρι, όπου μένω για κάνα δίμηνο ακόμη με τους γονείς μου, μέχρι να μετακομίσω. Τον Σεπτέμβριο που μας πέρασε τελείωσα τη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, οπότε είμαι και ηθοποιός, ενώ τραγουδάω απ’ όσο θυμάμαι τον εαυτό μου.
Σε τι στιγμή όσον αφορά τα επαγγελματικά σου σε βρίσκω τώρα;
Τώρα είμαι στην ανοιξιάτικη περιοδεία, την πρώτη μεγάλη περιοδεία που κάνουμε με την μπάντα μου -πάμε σε πόλεις όπου δεν έχουμε ξαναπαίξει. Επίσης μόλις κυκλοφόρησε ο τρίτος μου δίσκος, που λέγεται «Μια κασέτα για τον δρόμο».
Θα ξεκινήσουμε από τα σχολικά χρόνια για τα οποία έχουμε ξαναμιλήσει στο παρελθόν; Χρόνια που δεν ήταν πάντα εύκολα για σένα, λόγω μπούλινγκ, φαινόμενο που στις μέρες μας έχει πάρει τεράστιες διαστάσεις. Γενικά, πώς το έζησες το σχολείο;
Πήγαινα σε δημόσια σχολεία στο Χαλάνδρι, σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης. Έχω να πω ότι όλα ήταν εξαιρετικά, με πολύ καλούς καθηγητές. Στο Λύκειο δεν χρειάστηκε καν να πάω φροντιστήριο, για να ετοιμαστώ για τις πανελλήνιες εξετάσεις. Το επισημαίνω γιατί αυτό σημαίνει πολύ καλή κατάρτιση και φροντίδα από τους καθηγητές. Παρόλο που δεν με ενδιέφερε κάποιο πανεπιστήμιο, γιατί ήξερα ότι ήθελα να πάω σε δραματική σχολή, ήθελα να δώσω εξετάσεις για να μπω σε μια σχολή και να έχω ένα plan B.
Επίσης με ενδιέφεραν πάρα πολύ τα μαθήματα που έκανα στο σχολείο -τόσο, που άλλαξα κατεύθυνση στη Β’ Λυκείου και από θετική πήγα θεωρητική, πάντα με την καθοδήγηση και τη συμβουλή των καθηγητών μου. Το Λύκειο για μένα ήταν μια περίοδος αναστοχασμού. Γενικά τότε τα παιδιά αρχίζουν και σκέφτονται τι θα κάνουν στη ζωή τους, πώς φαντάζονται τον εαυτό τους σε 10 χρόνια πχ. Εγώ ήξερα ήδη ότι θέλω να ασχοληθώ με το θέατρο όπως είπα. Τη μουσική δεν την είχα στο μυαλό μου, αν και έπαιζα πιάνο. Όλα αυτά στο Λύκειο. Γιατί από το Γυμνάσιο και πίσω θα πω ότι έζησα χρόνια… ιδιαίτερα.
Παρόλο που το σχολείο μού έμαθε πολλά πράγματα, η σύνδεσή μου με τους ανθρώπους ήταν προβληματική. Όσο πιο πίσω κοιτάζω τόσο πιο δύσκολα ήταν. Στα μέσα της Εκτης Δημοτικού άλλαξα σχολείο, γιατί, χωρίς να μπορώ να το εξηγήσω ακριβώς, υπήρχε μια υποτιμητική ατμόσφαιρα απέναντί μου. Ενοχλούσε άλλον το ότι ασχολιόμουν με το θέατρο και τη μουσική. Όποτε έπαιρνα μέρος σε σχολικές γιορτές, άκουγα διάφορα, όπως, «αφού ο μπαμπάς της είναι ηθοποιός, φυσικά και θα παίξει η Μαρίνα».
Έχω πολύ σκληρές εικόνες, που τώρα πια δεν θέλω να τις μοιραστώ, γιατί μεγαλώνοντας οι σχέσεις με εκείνα τα παιδιά έχουν αλλάξει. Μπορεί να πούμε και μια καλημέρα, δεν υπάρχει πλέον κάποιο πρόβλημα.
Μπράβο σου πάντως, γιατί δεν νομίζω ότι πολλοί άνθρωποι σκέφτονται έτσι.
Μα συνειδητοποίησα ότι δεν φταίνε τα παιδιά. Κάτι άλλο υπήρχε, από το σπίτι, την οικογένειά τους, αυτή είναι η εξήγησή μου. Στο μυαλό μου βέβαια έχω ακόμα κάποιες άσχημες εικόνες, όπως το να βρίσκομαι στο προαύλιο και να με έχουν βάλει στη μέση παιδιά που να μου λένε, «φύγε, δεν ανήκεις εδώ, είσαι ατάλαντη, είσαι πάρα πολύ άσχημη, είσαι χοντρή» -δηλαδή κανονική επίθεση.
Εν τω μεταξύ εγώ ήμουν και ένα έντονο παιδί, και ακόμα είμαι, και τα συναισθήματά μου θέλω να τα εκφράζω. Έτσι μου έμαθαν η μαμά και ο μπαμπάς μου, να καθόμαστε να λύνουμε τα προβλήματά μας και να μην τα κρύβουμε κάτω από το χαλί. Οπότε, βρισκόμουν σε πολύ πιεσμένη θέση.
Η πίκρα του «παιδιού Μαρίνα» κρατάει και το ακολουθεί σε όλα τα σχολικά του χρόνια;
Ναι, αυτό το παιδί πάντα νιώθει ένα αταίριαστο κομμάτι. Όσο μεγαλώνει, αρχίζουν και αλλάζουν τα θέματα στα οποία νιώθει μειονεκτικά, αλλά πάντα υπάρχει αυτή η πίκρα. Το παιδί αυτό δημιουργεί μια ενστικτώδη αυτοάμυνα ενώ συνεχίζει να κουβαλάει αυτά που το πείραξαν. Εγώ, και σήμερα, κοινωνικά έχω τους πυρήνες μου, αλλά έστω για λίγο αν δεν αισθανθώ ασφάλεια, επανέρχεται το συναίσθημα του παιδιού που νιώθει την αδικία. Είμαι στη διαδικασία που μαθαίνω να το κοντρολάρω, με συζήτηση και ψυχοθεραπεία, και πλέον μπορώ να με καθησυχάζω.
Υπάρχει περίπτωση, η έκθεση στη σκηνή -ειδικά τη μουσική, που η ανταπόκριση του κοινού είναι άμεση- να είναι κάτι που αποζητούσες και τελικά να σου έχει κάνει πολύ καλό;
Εννοείται. Πιστεύω μάλιστα ότι ο προορισμός μου δεν θα ήταν αυτός, αν δεν το είχα τόσο ανάγκη. Εγινα performer για να κρατάω συντροφιά στα παιδιά που νιώθουν έτσι όπως ένιωθα εγώ. Θα ήθελα και εγώ πολύ να έρθει κάποιος τότε και να μου πει, «πίστεψε στον ρομαντισμό σου, είναι εντάξει να το κάνεις. Κοίταξε τον ουρανό, είναι πανέμορφος απόψε». Όπως, δηλαδή, το τραγουδάω σήμερα…
Εγινες γνωστή από τις μουσικές στη Διονυσίου Αεροπαγίτου επί κόβιντ. Πώς ξεκίνησες τη μουσική στον δρόμο;
Ήταν κάτι πολύ παρορμητικό. Δεν το σκέφτηκα καθόλου. Βρισκόμαστε στην καραντίνα του 2020 και εγώ ετοιμάζομαι για πανελλήνιες. Έχω φρικάρει με τον εγκλεισμό και περνάω τη φάση που ερωτεύομαι για πρώτη φορά. Όταν ερωτεύεσαι, θέλεις να μάθεις τι μουσική ακούει ο άλλος για να τον καταλάβεις -τουλάχιστον σε μένα αυτό συμβαίνει. Έτσι αρχίζω και μαθαίνω ελληνική μουσική. Γνώριζα Χατζιδάκι, Θεοδωράκη, είχα αυτά τα ακούσματα στο σπίτι, αλλά άρχισε να μπαίνει στο δωμάτιό μου η σύγχρονη ελληνική μουσική. Αυτό με έκανε δημιουργική. Ήθελα να γράψω μουσική, να ανεβάσω βίντεο και έτσι μπήκα στο TikTok, που άρχισε να ευδοκιμεί εκείνη την περίοδο.
Ένα βίντεό μου έγινε viral και είδα μεγάλη ανταπόκριση από τον κόσμο. Αυτό με γέννησε την επιθυμία για φυσική επαφή με αυτόν τον κόσμο. Περπατώντας μια μέρα στην Αρεοπαγίτου, ακούω έναν μουσικό να παίζει στο πιάνο το «Πάμε μια βόλτα στο φεγγάρι», που είναι το αγαπημένο μου κομμάτι. Έτσι όπως στέκομαι και ακούω τη μουσική, βλέπω μπροστά μου την Ακρόπολη και τον κόσμο και όλη αυτή την ενέργεια που έχει δημιουργηθεί, λέω, «αυτό είναι». Θα πάρω την κιθάρα μου και θα έρθω εδώ.
Την άλλη μέρα το πρωί, το είπα στους γονείς μου, οι οποίοι, αρχικά, φοβήθηκαν κάπως. Όταν όμως μιλήσαμε περισσότερο και τους εξήγησα, ήταν πολύ υποστηρικτικοί. Βρήκαμε λοιπόν τον εξοπλισμό που χρειαζόμουν – έτρεχε νύχτα ο πατέρας μου ο καημένος για να προλάβει μαγαζιά – και έτσι βγήκα στον δρόμο να τραγουδήσω.
Ποια ήταν η πρώτη σου αίσθηση από αυτό;
Ήταν μια πολύ αστεία εικόνα. Βρήκα το σημείο με το οποίο ήμουν πολύ καψουρεμένη για να κάνω εκεί το live μου, αφήνω κάτω την κιθάρα μου για να βγάλω τον εξοπλισμό – 17 χρόνων αλλά με πάρα πολύ μεγάλη αυτοπεποίθηση-, και ξαφνικά, έρχεται ένας μουσικός και μου λέει, «τι κάνεις εδώ, κοπελιά; Δεν έχεις δει ότι αυτό είναι το σποτάκι μου; Η πιάτσα αυτή είναι δική μου και για κανέναν άλλον».
Του λέω «εντάξει», μαζεύω τα πράγματά μου και πάω λίγο παρακάτω. Και ευτυχώς μάλιστα, γιατί το σημείο που βρήκα ήταν ιδανικό και με φιλοξένησε για τον επόμενο ένα χρόνο. Στήνω, λοιπόν, τον εξοπλισμό μου, χωρίς να έχω ξανακάνει ποτέ live στο παρελθόν, και ξεκινάω να τραγουδάω. Είδα τότε τον κόσμο να μου χαμογελάει περνώντας, κάποιοι κοντοστέκονταν, άλλοι κάθονταν να με ακούσουν, και αυτό ήταν σαν ένα boost σεροτονίνης για μένα.
Με γέμιζε πάρα πολύ αυτό που μπορούσε να κάνει η μουσική, έστω και για λίγο. Αυτό το βλέμμα του κόσμου το θεωρώ πολύ σημαντικό, δίαυλο ψυχής. Τη στιγμή μάλιστα που σήμερα δυσκολευόμαστε πάρα πολύ να κοιτάξουμε στα μάτια ακόμα και τους δικούς μας ανθρώπους.
Είσαι άνθρωπος που ρισκάρει να εκτεθεί ή σε ενδιαφέρει τι θα πουν οι άλλοι για σένα;
Θα πω ότι είμαι λίγο και από τα δύο, γιατί μεγάλωσα σε ένα σπίτι όπου άκουγα μπράβο συνέχεια, για όλα. Οταν έβγαινα έξω, επειδή ήμουν δυναμική μεγαλώνοντας, όταν έκανα λάθος, έμπαινα κατευθείαν στο στόχαστρο. Οπότε όλο αυτό ήταν κάπως μπερδευτικό. Εχω περάσει φάσεις, πχ., που δεν μπορούσε να φύγει από το μυαλό μου η σκέψη τού να χάσω κιλά. «Χάσε κιλά, φτιάξε το σώμα σου», μια φοβερή εμμονή, για να ταιριάζω με τα κορίτσια που έχουν λιγότερα κιλά από μένα. Κάποια στιγμή, όμως, είπα, «και τι έγινε;»