ΤΟ ΒΗΜΑ logo

Μπίλι Μπο: Η αντίστροφη μέτρηση προς το τέλος που συγκλόνισε την Ελλάδα

Μπίλι Μπο: Η αντίστροφη μέτρηση προς το τέλος που συγκλόνισε την Ελλάδα 1

Ο χαρισματικός σχεδιαστής μόδας έγινε το πρώτο διάσημο θύμα του HIV στην Ελλάδα. Η ασθένεια και το τραγικό τέλος του είχαν προκαλέσει σοκ στην Ελληνική κοινωνία.

ΑΠΟ ΜΙΧΑΛΗΣ ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΣ

Η ζωή του Βασίλη Κουρκουμέλη ήταν τόσο εντυπωσιακή όσο και ένα υπέρλαμπρο πυροτέχνημα. Η αστρονομική του άνοδος στον μικρό γαλαξία της Ελληνική Μόδας, ήταν σχεδόν χωρίς προηγούμενο, συνδυασμένη δε με την λατρεία που είχε προκαλέσει σε μεγάλη μερίδα του κοινού, τον κατέστησε φαινόμενο πρωτοφανές για τα Ελληνικά δεδομένα και μοναδικό μέχρι σήμερα. Ουδείς μπορεί να πει ποια θα ήταν η εξέλιξη του αν η ζωή δεν του είχε παίξει το τραγικό της παιχνίδι.

Ίσως μαζί με τον Μάκη Τσέλιο να είχαν κατακτήσει τη διεθνή αγορά, ίσως να είχε γίνει εξώφυλλο στο Interview και να έντυνε τις σταρ όπως ο Τζέιμς Γκαλάνος ή ο Ντίμης Κρίτσας. Ίσως και όχι. Ίσως ο χρόνος να μην σεβόταν την ομορφιά του όπως την έχει διατηρήσει σήμερα στη μνήμη μας ως Απολλώνειο πρότυπο. Όπως και με τα άλλα ινδάλματα που έφυγαν άδοξα και πρόωρα, ο Μπίλι Μπο παραμένει πάντα μια αισθησιακή όλο αινιγματικότητα φιγούρα με την υπόσχεση του μεγάλου ταλέντου και την αύρα ενός σταρ. Η ασθένεια και το τραγικό τέλος του ωστόσο είχαν προκαλέσει σοκ στην Ελληνική κοινωνία.

Μπίλι Μπο: Η αντίστροφη μέτρηση προς το τέλος που συγκλόνισε την Ελλάδα 2

Στο τέλος της μεγάλης επίδειξης του στο ξενοδοχείο King George περιστοιχισμένος από τη Pat Cleveland και άλλα top mannequin των early eighties που είχαν έρθει στην Ελλάδα προσκεκλημένες από τον σχεδιαστή.


Ο ταλαντούχος σχεδιαστής βρέθηκε αντιμέτωπος με τον ΗIV την στιγμή που άγγιζε την κορυφή. Είχε ανοίξει τα φτερά του πέρα από τα σύνορα της Ελλάδα, πέρα και από τον Ατλαντικό Ωκεανό. Όλα ήταν έτοιμα για την έλευση του στη Νέα Υόρκη, είχε συναντηθεί με τον Άντι Γουόρχολ, ετοίμαζε τα εγκαίνια της πρώτης του μπουτίκ στην Park Avenue… Ήρθε αντιμέτωπος με την ασθένεια όταν ισοδυναμούσε με θανατική καταδίκη, σε μια εποχή γεμάτη άγνοια, φόβο, προκατάληψη, όταν ακόμα δεν είχε βρεθεί καμία αποτελεσματική θεραπεία για τον HIV και οι σημερινές αγωγές που εξασφαλίζουν μια φυσιολογική ζωή, υπήρχαν μόνο στη σφαίρα της φαντασίας.


Τα πρώτα συμπτώματα ξεκίνησαν το καλοκαίρι του 1986, ένας βήχας που επέμενε, δέκατα, μια αίσθηση κούρασης, στοματίτιδα, κανένα όμως από αυτά δεν προκάλεσε ανησυχία. Όταν όμως τον Σεπτέμβριο τα δέκατα συνέχισαν να επιμένουν και να τον ταλαιπωρούν καθημερινά, ο Μπίλι Μπο αποφάσισε να υποβληθεί σε εξετάσεις και ο γιατρός του, πρότεινε να κάνει για καλό και για κακό την εξέταση για αυτή την νέα ασθένεια που είχε προκαλέσει παγκόσμιο πανικό.

Μπίλι Μπο: Η αντίστροφη μέτρηση προς το τέλος που συγκλόνισε την Ελλάδα 3

Με τον Γιώργο Ζούλια και τον αγαπημένο του αδελφικό φίλο Μάκη Τσέλιο που του συμπαραστάθηκε με κάθε τρόπο στην δοκιμασία της ασθένειας, με απόλυτη αφοσίωση επιδεικνύοντας γενναιότητα σε πολύ δύσκολες στιγμές.


Η συγκυρία το έφερε ώστε ο αδελφικός του φίλος και συνεργάτης Μάκης Τσέλιος να βρίσκεται εκείνες τις ημέρες για επαγγελματικούς λόγους στο Παρίσι. Ο Βασίλης του τηλεφώνησε λέγοντας πως αντί αποτελεσμάτων, ο γιατρός του τον ενημέρωσε, πως έπρεπε να κάνει ξανά την εξέταση γιατί είχε σπάσει ο δοκιμαστικός σωλήνας που περιείχε το αίμα του.


Με τη σύμφωνη γνώμη του γιατρού του, ο σχεδιαστής αποφάσισε να κάνει τις εξετάσεις στο Παρίσι μακριά από την ελληνική αδιακρισία κοντά στον καλό του φίλο. Οι εξετάσεις επαναλήφθηκαν και οι μεγαλύτεροι φόβοι επιβεβαιώθηκαν.

Μπίλι Μπο: Η αντίστροφη μέτρηση προς το τέλος που συγκλόνισε την Ελλάδα 4

Με τον Άντι Γουόρχολ στην Νέα Υόρκη το 1986.


Η ανακοίνωση του αποτελέσματος έκανε φυσικά τον Βασίλη να καταρρεύσει. Παρ ότι ο γιατρός του είπε ότι η γενική του εικόνα έμοιαζε καλή, παρόλη τη βεβαιότητα του ότι το καινούργιο τότε φάρμακο κατά της νόσου, το AZT, θα τον βοηθούσε πολύ στη μάχη του με την αρρώστια και τις διαβεβαιώσεις ότι θα έκαναν ότι μπορούσαν για να τον διατηρήσουν υγιή, ο ίδιος έμοιαζε να μην βρίσκει ελπίδα πουθενά. Γνώριζε άλλωστε καλά την τότε μοίρα των θυμάτων της ασθένειας, το χειρότερο όμως ήταν ότι η τελευταία ελπίδα που υπήρχε, να είναι δηλαδή απλά φορέας της νόσου και όχι ασθενής, είχε εξανεμιστεί.
Τις επόμενες μέρες οι ενδελεχείς εξετάσεις έδειξαν ότι τα πράγματα ήταν ακόμη χειρότερα από ότι είχαν φανταστεί.

Το ανοσοποιητικό σύστημα του Βασίλη είχε ήδη χτυπηθεί τόσο από τη νόσο ώστε στους πνεύμονες του να υπάρχει ήδη το μικρόβιο Pneumonocystis Carini, πρώτη αιτία θνησιμότητας στους ασθενείς, τότε. Ο πυρετός του πλέον άγγιζε το 41. Τελικά εισήχθη για θεραπεία στο American Hospital. Χάρη στις φροντίδες του Μάκη Τσέλιου, όλα ήταν προσεγμένα ώστε ο ασθενής να αισθάνεται όσο το δυνατόν πιο άνετα. Αποκλειστικές νοσοκόμες, ένας καλός φίλος από την Αθήνα και πάνω από όλους ο ίδιος ο Μάκης που υπερέβη εαυτόν.

Στην Αθήνα οι φήμες είχαν ήδη αρχίσει να οργιάζουν. Χωρίς κανείς να ξέρει πως, η είδηση διέρρευσε, λίγες εβδομάδες μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων στον σχεδιαστή.


Παρόλες τις προσπάθειες των γιατρών και την καλοσύνη των φίλων όμως, η κατάσταση του Βασίλη χειροτέρευε πότε ανησυχητικά γρήγορα, πότε ύπουλα ενώ έμοιαζε να σταθεροποιείται.


Στους γονείς του δεν είπαν αρχικά την αλήθεια. Οι δύο αδελφές του, όταν η κατάσταση χειροτέρεψε έφτασαν στο Παρίσι και λύγισαν βλέποντας τον αποδεκατισμένο στο κρεβάτι του νοσοκομείου…


Ο ίδιος είχε βρει παρηγοριά στην πίστη του στον Θεό. Το θρησκευτικό αίσθημα υπήρχε έντονο σε αυτόν και πριν την εμφάνιση της ασθένειας του. Το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς είχε κάνει δώρο στον Μάκη ένα κομποσκοίνι. «Να το έχεις πάντοτε επάνω σου». Τώρα άκουγε με ακουστικά την ηχογραφημένη δοξολογία που του είχε φέρει ο Μάκης από την Αθήνα και προσευχόταν συνεχώς για λύτρωση από τον εφιάλτη στον οποίο είχε βρεθεί τόσο ξαφνικά…


Η προηγούμενη του ζωή έμοιαζε τώρα μάταιη. Ούτε τα εγκαίνια του καταστήματος στην Park Avenue δεν τον ενδιέφεραν πλέον. Δόθηκαν με κάθε λαμπρότητα, με όλη την αφρόκρεμα της ελληνικής παροικίας της Νέας Υόρκης παρούσα, τη στιγμή που ο ίδιος έλιωνε στο κρεβάτι του νοσοκομείου χτυπημένος όλο και από περισσότερα μικρόβια, ιώσεις και επιπλοκές…

Την ίδια στιγμή στην Αθήνα οι φήμες είχαν ήδη αρχίσει να οργιάζουν. Χωρίς κανείς να ξέρει πως, η είδηση διέρρευσε, λίγες εβδομάδες μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων στον Βασίλη. Σε χρόνο ρεκόρ, όλη η Αθήνα συζητούσε για το ότι ο Μπίλι Μπο έχει AIDS. Η εξαφάνιση του από το τέλος του καλοκαιριού, και η απουσία διάψευσης της φημολογίας δεν βοηθούσε καθόλου την κατάσταση. Οι υπερβολές του Τύπου ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο. Κάποιοι ανέφεραν ότι ήταν ετοιμοθάνατος, άλλοι ότι ήταν ήδη νεκρός. Η έλλειψη ενημέρωσης για την ασθένεια δημιουργούσε καταστάσεις απίστευτης υπερβολής. Αναγνώστρια περιοδικού έφτασε στο σημείο να ρωτήσει αν κινδυνεύει να κολλήσει Aids από ένα μπλουζάκι Billy Bo που είχε αγοράσει. Οι δημοσιογράφοι έφτασαν μέχρι το πατρικό του Βασίλη αναστατώνοντας και τρομάζοντας τους γονείς του, μιλώντας τους λες και ο μοναχογιός τους ήταν ήδη νεκρός.


Σε ένα παιχνίδι της τύχης την ίδια στιγμή η υγεία του έμοιαζε να σταθεροποιείται παρά τις συνεχείς επιπλοκές, τόσο ώστε οι γιατροί του να του δώσουν εξιτήριο από το νοσοκομείο και να του μιλούν για ένα ταξίδι στην Αμερική όπου καθώς η κατάσταση του ήταν βελτιωμένη θα μπορούσε να του χορηγηθεί το AΖΤ που τότε ήταν ακόμη το μόνο όπλο στη μάχη με την ασθένεια που αποδεδειγμένα παρέτεινε τη ζωή των πασχόντων.


Ο ίδιος ο Βασίλης όμως επιθυμούσε περισσότερο να επιστρέψει στην Ελλάδα, καθώς πλησίαζαν οι γιορτές των Χριστουγέννων. Παρ ότι οι γιατροί του ήταν αντίθετοι και πίστευαν ότι έπρεπε να φύγει για την Αμερική όσο το δυνατόν νωρίτερα, πριν επιδεινωθεί η κατάσταση του ώστε να κάνει θεραπεία με το θαυματουργό φάρμακο, η απόφαση που λήφθηκε ήταν υπέρ της επιστροφής στη πατρίδα. Ίσως να έδωσαν την άδεια τους γιατί γνώριζαν πως ακόμη και αν τελικά έπαιρνε το AZT ο χρόνος που απέμενε στον Βασίλη ήταν πολύ λίγος…

Αναγνώστρια περιοδικού έφτασε στο σημείο να ρωτήσει αν κινδυνεύει να κολλήσει Aids από ένα μπλουζάκι "Billy Bo" που είχε αγοράσει. Μια εποχή άγνοιας, φόβου και προκατάληψης...


Έτσι επέστρεψαν στην Αθήνα. Το καταφύγιο τους ήταν σε ένα σπίτι που νοικιάστηκε στα νότια προάστια. Εκεί ο ταλαιπωρημένος Βασίλης μπορούσε να βρεθεί ξανά με τις αδελφές του, να απολαύσει την οικογενειακή θαλπωρή, να ξεφύγει από το περιβάλλον του νοσοκομείου και της αρρώστιας. «Είμαι άρρωστος» λέει στους γονείς του «αλλά θα παλέψω και θα γίνω καλά». Η σχετική σταθεροποίηση της υγείας του, με την επιτυχή αντιμετώπιση του προβλήματος στους πνεύμονες, σε συνδυασμό με την έντονη θρησκευτική πίστη του, του δίνει ελπίδες.

Ταυτόχρονα παρ όλες τις προσπάθειες που γίνονται για να τον προστατεύσουν, αντιλαμβάνεται το πανυγύρι που έχουν στήσει τα μέσα μαζικής ενημέρωσης στην πλάτη του. Έτσι αποφασίζει να δώσει μία συνέντευξη αλλά και να φωτογραφηθεί για να δείξει στον κόσμο ότι η ασθένεια δεν τον είχε νικήσει ακόμη. Σαν ιδανικό συνομιλητή επέλεξε τη δημοσιογράφο Λένα Ζαννιδάκη. Τον γνώριζε εδώ και αρκετά χρόνια και εκείνος είχε εμπιστοσύνη στο ήθος και την ευαισθησία που τη διέκρινε.

Το αποτέλεσμα ήταν μια πραγματικά συγκλονιστική εξομολόγηση που δημοσιεύθηκε στον «Ταχυδρόμο» τον Ιανουάριο του 1987, παράδειγμα δημοσιογραφικού ήθους. Η Λένα Ζαννιδάκη χειρίστηκε το θέμα με τόση λεπτότητα, αφήνοντας τον ίδιο το Μπίλι Μπο να ξεδιπλώσει τα συναισθήματα του, χωρίς η ίδια να αναφερθεί ποτέ στην ασθένεια που πολεμούσε. Ούτως ή άλλως οι φωτογραφίες που συνόδευαν το θέμα έλεγαν όλη την ιστορία. Όπως έγραψε και η ίδια, από το άλλοτε ωραιότερο αγόρι της Αθήνας είχε μείνει μόνο μία σκιά…

Μπίλι Μπο: Η αντίστροφη μέτρηση προς το τέλος που συγκλόνισε την Ελλάδα 5

Με τον Αλέξανδρο Ιόλα: Οι δυο τους έμελλε να φύγουν από τη ζωή την ίδια χρονιά με λίγες μέρες διαφορά, από επιπλοκές της ίδιας ασθένειας.


«Γράψτε ότι ζω και ευχαριστώ όλους εκείνους που μου συμπαραστάθηκαν στις δύσκολες ώρες μου. Υπάρχουν και άνθρωποι που δεν έχουν κίνητρο την κούφια περιέργεια , την σκανδαλοθηρία ή την επαγγελματική αντιζηλία. Υπάρχουν άνθρωποι που ρωτάνε για μένα με πραγματικό ενδιαφέρον , που μου στέλνουν ευχές ακόμη και άγνωστοι, μια εικονίτσα, κάποιο λουλούδι και δεκάδες γράμματα που με παρηγορούν ότι κι αν μου συμβαίνει. Άνθρωποι που μπορεί να έχουν βαδίσει ένα Γολγοθά , που μπορεί να κράτησαν κι αυτοί ένα σταυρό βαρύ αλλά δεν τους πήρε από πίσω ο όχλος να τους ρίξει πέτρες και να κάνει πιο δύσκολο το ανέβασμά τους.

Επειδή με χαρακτήρισαν δημόσιο “πρόσωπο” μου έριξαν πέτρες, λάσπη και βέλη. Το αμάρτημά μου ήταν βαρύ . Εγώ, ένα Πειραιωτάκι, ξεκίνησα από το μηδέν κι έφτασα εκεί που έφτασα . Ήμουν περήφανος και φιλόδοξος, ο Θεός όμως μας θέλει ταπεινόφρονες. Ίσως συγχώρεσε την υπεροψία μου γι αυτό μ΄ αφήνει να ζω. Οι άνθρωποι είναι ανελέητοι και με θέλουν νεκρό. »

Αισθανόταν τόσο καλά ώστε ένα βράδυ βγήκε στα μπουζούκια, μαζί με φίλους. Η νύχτα αποδείχθηκε ιδιαίτερα συγκινητική, με τους φωτογράφους να σβήνουν τα φλας τους, με τη Βίκυ Μοσχολιού και τη Δούκισσα να του αφιερώνουν δακρυσμένες τα τραγούδια τους. Ήταν η τελευταία έξοδος που θα έκανε στην Αθήνα.


Η δημοσίευση του άρθρου στο περιοδικό προκαλεί σάλο. Βάζει φυσικά τέλος στις οποίες φήμες περί θανάτου του Βασίλη και περνά το κοινό που ενδιαφέρεται για εκείνον σε μια άλλη φάση: Από αυτήν της κουτσομπολίστικης και σκανδαλοθηρικής περιέργειας, σε αυτή της θλίψης για την επιβεβαίωση του χειρότερου σεναρίου….Οι φωτογραφίες και το κείμενο που τις συνοδεύει ραγίζουν την καρδιά και των πιο κακόβουλων δίνοντας την ανθρώπινη διάσταση του θέματος μέσα σε μια εποχή που κάθε αναφορά στο Aids προκαλούσε υστερία.


Οι επόμενοι μήνες θα είναι καλύτεροι όσον αφορά το θέμα των δημοσιευμάτων καθώς ο Τύπος θα κρατήσει σαφώς πιο διακριτική στάση. Όσον αφορά τον αγώνα του Βασίλη ωστόσο, θα είναι οι δυσκολότεροι της ζωής του…


Οι τελευταίες μέρες στην Αθήνα μετά τις γιορτές ήταν πολύ ευτυχισμένες: Ο Βασίλης αισθανόταν καλύτερα, και διάβαζε με μεγάλη χαρά τα γράμματα που του έστελναν από το fan club του, γράμματα γεμάτα ευχές και προσευχές για την βελτίωση της υγείας του. Οι εκδηλώσεις αυτές τον συγκινούσαν ιδιαίτερα. Έχοντας επίγνωση της κατάπτωσης της εμφάνισης του απέφευγε να δει φίλους και γνωστούς. Από τους ελάχιστους ανθρώπους που δέχτηκε να δει πέρα από τα πρόσωπα της οικογένειας του ήταν ο Δημήτρης Ζουρντός και η Μαρία Κόντη το αγαπημένο του μανεκέν.

Προσευχόταν καθημερινά, κάτι που τον βοηθούσε πολύ, και αισθανόταν τόσο καλά ώστε ένα βράδυ να βγει στα μπουζούκια, μαζί με φίλους και συγγενείς. Η βραδιά αποδείχθηκε ιδιαίτερα συγκινητική, με τους φωτογράφους να σβήνουν τα φλας τους, με τη Βίκυ Μοσχολιού και τη Δούκισσα να αφιερώνουν δακρυσμένες τα τραγούδια τους στον Βασίλη. Ήταν η τελευταία βραδινή έξοδος που θα έκανε στην Αθήνα.


Αμέσως μετά ο πυρετός θα επέστρεφε, οι βαλίτσες θα ξαναφτιάχνονταν και ο Βασίλης θα βρισκόταν ξανά στο Παρίσι, όπου οι γιατροί θα επανεκτιμούσαν την κατάσταση του. Έκριναν ότι οι γιατροί στην Αμερική δεν θα του έδιναν το AZT καθώς το ανοσοποιητικό του σύστημα ήταν πολύ πεσμένο. Όμως για εκείνον δεν υπήρχε πλέον άλλη ελπίδα, από το ταξίδι πέρα από τον Ατλαντικό. Έτσι πάρθηκε η απόφαση να φύγουν για τη Νέα Υόρκη. Εκεί ο Βασίλης εισήχθη στην κλινική Lennox Hill αμέσως όμως οι γιατροί τους είπαν πως στην κατάσταση που βρίσκεται ο οργανισμός του, δεν μπορούσαν να του χορηγήσουν το πολυπόθητο φάρμακο. «Δεν κάνατε καλά που ήρθατε» τους είπαν. Δεν του διέψευσαν όμως κάθε ελπίδα.


Δόθηκαν πάλι υποσχέσεις πως με την κατάλληλη αγωγή την οποία μπορούσαν να του παρέχουν, ίσως θα μπορούσαν να σταθεροποιήσουν την κατάσταση του και να του δώσουν το AZT. Ο Βασίλης με ξανά πεσμένη την ψυχολογία του δεν ήθελε να μείνει στο νοσοκομείο, μια ίωση όμως στο μάτι του έκανε γρήγορα την εισαγωγή του αναγκαία. Σε λίγο καιρό θα ανταποκρινόταν τόσο καλά στη θεραπεία του, τόσο ώστε να μπορεί να βγεί και μερικές βόλτες έξω, αλλά και να επισκεφθεί μια ορθόδοξη εκκλησία για να παρακολουθήσει τη λειτουργία.


Στις 8 Φεβρουαρίου γιόρτασε τα γενέθλια του μαζί με τον Μάκη που στη Νέα Υόρκη εξακολουθούσε να στέκεται κερί αναμμένο δίπλα στον Βασίλη, και λίγους πιστούς φίλους. Ήταν τα 33α του γενέθλια, ένας σημαδιακός αριθμός, τα χρόνια του Χριστού…Ιδιαίτερα μελαγχολικός, αναρωτήθηκε αν αυτά θα ήταν και τα τελευταία του… Παρόλη την απαισιοδοξία εκείνη την ημέρα, η υγεία του ήταν αρκετά σταθερή ώστε λίγο καιρό αργότερα να μπορέσει να βγει από το νοσοκομείο έστω και αν δεν ήταν ακόμη αρκετά καλά για να πάρει το φάρμακο.


Εκείνη την εποχή θα έρχονταν σε επαφή και με έναν γιατρό, οπαδό εναλλακτικών θεραπειών τον δρ Εμμανουελ Ρεβίσι, ο οποίος θα βοηθούσε αρκετά τον ασθενή να αισθανθεί καλύτερα. Πράγματι, στην αρχή της άνοιξης του 87, η υγεία του είχε παρουσιάσει σημαντική βελτίωση και ο ίδιος με την βοήθεια και της πίστης του είχε καλύτερη ψυχολογία.. Αυτή όμως ήταν η τελευταία αναλαμπή.

Μπίλι Μπο: Η αντίστροφη μέτρηση προς το τέλος που συγκλόνισε την Ελλάδα 6

“Γράψτε ότι ζω””: Με την δημοσιογράφο Λένα Ζαννιδάκη τον Ιανουάριο του 1987.


Με το ξεκίνημα της Μεγάλης Εβδομάδας και ενώ ο σχεδιαστής ήλπιζε ότι πολύ σύντομα θα μπορούσε να πάρει το AZT και να επιστρέψει στην πατρίδα, ο οργανισμός του παρουσίασε μεγάλη κατάπτωση. Σύντομα έπρεπε νε τρέφεται ενδοφλέβια, καθώς κάθε τροφή του έφερνε εμετό και λίγο αργότερα, όταν πλέον όλες του οι φλέβες είχαν αχρηστευτεί, χρειάστηκε να γίνει ειδική επέμβαση όπου του έβαλαν καθετήρα στο στήθος. Και αυτά ήταν μόνο μερικά από τα βάσανα που τον ταλαιπωρούσαν. Ψηνόταν από τον πυρετό, έχανε συνεχώς κιλά…


Μόνη του παρηγοριά πλέον η Αγία Γραφή και η προσευχή…Γρήγορα έγινε φανερό ότι δεν υπήρχε πλέον περίπτωση να τους δώσουν το φάρμακο. Ταυτόχρονα οικονομικά δεν μπορούσαν πλέον να ανταπεξέλθουν στις απαιτήσεις της Νέας Υόρκης. Καθώς ό,τι θεραπεία και βοήθεια μπορούσαν να βρουν εκεί, πλέον μπορούσαν να τη βρουν και στην Ελλάδα, έκριναν σωστό να επιστρέψουν.

“Έφυγε συμφιλιωμένος με τους ανθρώπους και το Θεό. Είπε το «Πάτερ ημών» και ξεψύχησε. Ήταν ένας άλλος Βασίλης."


Το ταξίδι της επιστροφής φυσικά δεν ήταν εύκολο. Ο Μπίλι Μπο ήταν πλέον απόλυτα εξαντλημένος, με την εικόνα του ανθρώπου τον οποίο η ζωή εγκαταλείπει. Αντιμετώπισαν πρόβλημα στο αεροπλάνο καθώς αρχικά οι αρμόδιοι φοβόντουσαν να επιτρέψουν στον Βασίλη να ταξιδέψει, βλέποντας την κατάσταση στην οποία βρισκόταν, τελικά όμως υποχώρησαν μπροστά στις συγκινητικές εκκλήσεις του αδελφικού του φίλου. Φτάνοντας στην Ελλάδα αντιμετώπισαν άλλα προβλήματα, καθώς δύσκολα έβρισκαν νοσοκόμα, ήταν τόσο μεγάλη άγνοια και ο φόβος για την ασθένεια, τα αιματολογικά εργαστήρια χρέωναν υπέρογκα ποσά, ειδικά για την περίσταση…


Ήταν τέλος Μάιου πλέον και η ασθένεια είχε αποδεκατίσει τον Βασίλη. Έπεσε σε κώμα, εισήχθη στο «Υγεία», κατάφερε να επανέλθει, να πάρει εξιτήριο και να επιστρέψει στο σπίτι στο Καβούρι και με ορούς και σωληνάκια παντού να περιμένει το τέλος που ήρθε τελικά στις 13 Ιουνίου. «Έφυγε διατηρώντας πλήρως τις αισθήσεις του» θα έλεγε ο Μάκης Τσέλιος λίγες μέρες αργότερα στον «Ταχυδρόμο» που έσπευσε να τιμήσει τον αδικοχαμένο σχεδιαστή με ένα ακόμη εξώφυλλο εξοβελίζοντας προς οργή μερικών την νίκη της εθνικής ομάδας στον τελικό του Eurobasket. “Έφυγε συμφιλιωμένος με τους ανθρώπους και το Θεό. Είπε το «Πάτερ ημών» και ξεψύχησε. Ήταν ένας άλλος Βασίλης. Είχε πάρει την απόφαση του πολύ καιρό πριν. Στις πολύ δύσκολες στιγμές που πέρασε μου έλεγε «το έργο που ξεκινήσαμε πρέπει να το συνεχίσει και να το κάνεις πιο μεγάλο. Και εγώ από ψηλά θα σε βλέπω».


Τις τελευταίες μέρες τις πέρασε στο σπίτι του με πολύ κοντινούς ανθρώπους. Κοίταζε τη θάλασσα και ετοίμαζε το ταξίδι του. «Θέλω να φύγω» έλεγε ο Βασίλης που στη διάρκεια της ζωής του δεν ήταν και πολύ δυνατό άτομο. Είναι καταπληκτικό το πώς βρήκε τη δύναμη να αντιμετωπίσει το τέλος της ζωής του με πλήρη ηρεμία. Πολλοί επώνυμοι τηλεφωνούσαν και προσπαθούσαν να έρθουν σε επαφή μαζί μας, αλλά ο Βασίλης ήρεμος και έχοντας αλλάξει αξίες για τη ζωή που του απέμεινε δεν ήθελε κανέναν. Όχι από υπεροψία αλλά από μια άλλη αντίληψη που τον ήθελε να βλέπει με άλλο μάτι το παρελθόν του”.
Πράγματι έφυγε γαλήνιος, με την ασθένεια να έχει πλέον οσιοποιήσει την εικόνα του…


Ο χαμός του συγκλόνισε την Ελλάδα και όλοι μιλούσαν για το μεγάλο ταλέντο που έφυγε τόσο νωρίς και τόσο άδικα. Τρία χρόνια μετά τον θάνατο του, ο Μάκης Τσέλιος ξεδίπλωσε σε μια συγκινητική όσο και σοκαριστική αφήγηση στην Φρίντα Μπίουμπι όλο το λεπτομερές χρονικό της ασθένειας του Μπίλι Μπο, όπως το έζησε στο πλευρό του, δίνοντας μία σπάνια εκ των έσω ματιά στον απίστευτο Γολγοθά που ανέβηκε ο σχεδιαστής, αφυπνίζοντας παράλληλα συνειδήσεις για το θέμα του ΗIV σε μια εποχή έντονης προκατάληψης.


«Αντίο φίλε» λέει στο τέλος της αφήγησης του: «Δεν θα νιώσεις ποτέ πια ταπεινωμένος και εξόριστος από την αρρώστια, και οι καταιγίδες δεν θα μπορέσουν να ξυπνήσουν τους παιδιάστικους φόβους σου. Θα με παρακολουθείς από ψηλά να περπατώ τη ζωή στην ερημιά που άφησε πίσω η απώλεια σου. Και ωστόσο θα ξέρεις ότι είμαι κι εγώ σοφότερος μέσα από το μάθημα της ζωής που μου έδωσες και μέσα από το μάθημα της φιλίας μας. Θα το λέω πάντα ότι φιλία σαν τη δική μας δεν θα υπάρξει άλλη στον κόσμο…»


Η εξέλιξη της ιατρικής και η αντιμετώπιση του HIV σήμερα με τις ολοένα και πιο βελτιωμένες αγωγές κάνει την ιστορία του Billy Bo ακόμη πιο τραγική: Αν δεν είχε ασθενήσει τόσο νωρίς, σήμερα θα μπορούσε να είναι ακόμη εδώ, δημιουργικός όμορφος και ταλαντούχος….

Πηγές: "Ένας φίλος που τον έλεγαν Μπίλ Μπο", περιοδικό Life&Style, 2002, "Μπίλι Μπο: Ζω", περιοδικό Ταχυδρόμος, 1987, "Μπίλι Μπο: Μιλούν οι δικοί του άνθρωποι", περιοδικό Ταχυδρόμος, 1987, "Και το όνειρο πάγωσε" Φρίντα Μπιούμπη, Εκδόσεις "Εξάντας"

SHARE THE STORY

ΑΠΟΡΡΗΤΟ