Ο Γιώργος Παπαγεωργίου στο Grace: «Το θέατρο σήμερα ζει στο bubble του. Και οι καλλιτέχνες έξω από αυτό είναι απροστάτευτοι»

Ο Γιώργος Παπαγεωργίου στο Grace: «Το θέατρο σήμερα ζει στο bubble του. Και οι καλλιτέχνες έξω από αυτό είναι απροστάτευτοι» 1

Οι σπουδαιότεροι Έλληνες σκηνοθέτες απαντούν στην ερώτηση: «Πολλά μοιάζουν να έχουν αλλάξει στο θέατρο τα τελευταία χρόνια. Ποια θεωρείτε ως σημαντικότερα; Κάνετε κάποιες σκέψεις για το μέλλον του ελληνικού θεάτρου;».

ΑΠΟ ΜΙΑ ΚΟΛΛΙΑ

Το θέατρο που δεν αλλάζει πεθαίνει. Είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το παρόν. Καθώς αλλάζουν οι θεατές, οι πολιτικές συνθήκες και τα κοινωνικά δεδομένα, η τέχνη, σχεδόν ανεξέλεγκτα αλλά και αδιόρατα, αλλάζει στο βαθμό με τον οποίο επικοινωνεί με το κοινό.

Ο καλλιτέχνης βρίσκεται στη δυσάρεστη θέση να πρέπει να βγει από το bubble που αγωνίζεται χρόνια να φτιάξει για να αντέξει τη σκληρότητα της εποχής –κάθε εποχή είναι σκληρή για τους καλλιτέχνες, που είναι φύσει και θέσει παραδομένοι στην ευαισθησία τους– και να προσπαθήσει να συνδεθεί με την κοινωνική κραυγή που ψάχνει χώρο να εκτονωθεί. Δεν είναι τυχαίο, ας πούμε, που την περίοδο της κρίσης άνθησε το νεοελληνικό ρεπερτόριο.

Ο κοινωνικός παλμός ζητούσε την ταυτότητά του καθώς ένιωθε τα πάντα γύρω του να καταρρέουν. Πάλευε να ανακαλύψει τη βαθύτερη συγγένειά του με τον τόπο του, που ένιωθε να τον προδίδει. Και βρήκε πράγματι απαντήσεις στα βουκολικά έργα, στα νεοελληνικά μελοδράματα, στις σύγχρονες ελληνικές παραστάσεις που έβαζαν το ζήτημα «πατρίδα» στο τραπέζι.

Πλέον δεν υπάρχει κάτι τέτοιο. Η εποχή έπαψε να έχει φανερούς εχθρούς –ξεχάσαμε τα Euro groups, τους «κακούς Ευρωπαίους»–, η ελπίδα πήγε περίπατο και γυρίσαμε στην πατροπαράδοτή μας κατάντια. Πλακωνόμαστε και πάλι μεταξύ μας, αλλά με τη διαφορά ότι δεν υπάρχει πια ιδεολογικό πρόσημο, υπάρχει μόνο φαγωμάρα προς επιβίωση. 

Άρα, για τι θέατρο να μιλήσουμε; Ποια κραυγή να ακούσουμε όταν κανείς γύρω δεν κραυγάζει, παρά μόνο «εικονικά»;

Το θέατρο σήμερα ζει στο bubble του. Και οι καλλιτέχνες έξω από αυτό είναι απροστάτευτοι, σαν ενοχλητικοί κλόουν που η πολιτεία αγνοεί, και οι «παρέες» κάνουν καλλιτεχνικά πάρτι που ονομάζουν «παραστάσεις» για να ανεβάσουν καμιά φωτογραφία με τη λεζάντα «παραστασάρα» από κάτω.

Όσον αφορά τη διάρκεια, καλό είναι μια παράσταση να μην ξεπερνά τη μιάμιση ώρα γιατί μετά αρχίζει να πονά ο κ@λ@ς, και είναι μια εποχή που ο κ@λ@ς δεν είναι για πολλά πολλά.

Αυτά. Με αγάπη.

Info: Θέατρο Χορν «Αμφιβολία», θέατρο Εμπορικόν «Κανόνια και τρομπέτες», συμμετοχή στη «Μάγισσα» του ANT1 και συναυλίες με τους Polkar

SHARE THE STORY