Υπάρχουν ταινίες που τις έχουν δει όλοι και άρα προσποιείσαι ότι τις έχεις δει κι εσύ. Ή λες «Θα την προσθέσω στη λίστα μου», ενώ ξέρεις ότι δεν υπάρχει καμία λίστα. Οι 9½ Eβδομάδες (1986) ήταν μία από αυτές τις ταινίες για μένα. Πρόσφατα, την είδα για πρώτη φορά. Αν και γυρισμένη πριν σχεδόν τέσσερις δεκαετίες, μου έκανε εντύπωση ότι έθιγε ζητήματα που παραμένουν επίκαιρα. Τι σημαίνει να παραδίνεσαι; Πού τελειώνει η επιθυμία και πού αρχίζει η εκμετάλλευση;
Η Kim Basinger, στον ρόλο της Elizabeth, ενσαρκώνει τη σύγκρουση ανάμεσα στη δίψα για ελευθερία και την ανάγκη για αυτοπροστασία. Δεν είναι απλώς μια ερωτική ιστορία, αλλά μια βαθιά ανθρώπινη εμπειρία και μια -το λιγότερο- ενδιαφέρουσα απεικόνιση της γυναικείας σεξουαλικότητας, η οποία εδώ πιάνεται αγκαζέ με τη θλίψη, από την αρχή μέχρι το τέλος της ταινίας. Κανείς δε μιλά για το πόσο βαθιά καταθλιπτική είναι αυτή η ταινία.
Με τη σκηνοθεσία του Adrian Lyne να ακροβατεί ανάμεσα στον αισθησιασμό και τη σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης σχέσης, οι 9½ εβδομάδες είναι κάτι περισσότερο από μια «τολμηρή» ταινία. Πρόκειται για μια εξερεύνηση των ορίων: πώς αγαπάμε, πώς επιθυμούμε, πώς χάνουμε και ανακτούμε τον εαυτό μας. Και κάπου μέσα σε όλα αυτά, η πρωταγωνίστρια γίνεται ο καθρέφτης των δικών μας φόβων και πόθων.
Η Kim Basinger πριν τις 9½ εβδομάδες
Γεννημένη στις 8 Δεκεμβρίου 1953 στην άλλη Αθήνα, εκείνη της Τζόρτζια, η Kim Basinger δεν μπήκε ξαφνικά στον κόσμο του θεάματος. Ξεκινώντας ως μοντέλο τη δεκαετία του 1970, η φυσική της ομορφιά —μια μίξη αμερικανικής αγνότητας και αισθησιακής έντασης— την έκανε αμέσως περιζήτητη. Από το μόντελινγκ, πέρασε στην τηλεόραση και μετά στον κινηματογράφο, εμφανιζόμενη σε ταινίες όπως το Never Say Never Again (1983) και το The Natural (1984). Σε αυτές, η Basinger έπαιξε ρόλους που τόνιζαν την ομορφιά της αλλά δεν απαιτούσαν πολλά από την υποκριτική της δεινότητα.
Η ταινία 9½ εβδομάδες αποτέλεσε σημείο καμπής. Δεν ήταν μόνο μια ευκαιρία να δείξει την ηθοποιία της αλλά και να εξερευνήσει έναν πιο τολμηρό, πολύπλοκο χαρακτήρα. Για την Basinger, η πρόκληση ήταν βαθιά προσωπική. Σύμφωνα με το New York Times, η ταινία «την έσπρωξε στα άκρα», μια εμπειρία που την ταρακούνησε ψυχολογικά αλλά και την ανύψωσε σε διεθνή σταρ.
Ο ρόλος της Elizabeth: Το ταξίδι της επιθυμίας
Στην ταινία, η Basinger υποδύεται την Elizabeth, μια ανεξάρτητη γυναίκα που εργάζεται σε μια γκαλερί τέχνης στη Νέα Υόρκη. Η γνωριμία της με τον John (Mickey Rourke), έναν γοητευτικό αλλά ελεγκτικό χρηματιστή, την οδηγεί σε έναν δεσμό γεμάτο πάθος αλλά και τοξική εξάρτηση και ανισορροπία.
Η Elizabeth ξεκινά την ταινία ως μια γυναίκα που φαίνεται να έχει τον έλεγχο της ζωής της. Η σεξουαλική της αφύπνιση μέσα από τον John, φέρνει στην επιφάνεια μια πιο εύθραυστη, υποτακτική πλευρά. Η Basinger απεικονίζει αυτή τη μεταμόρφωση με εξαιρετική λεπτότητα, μετατρέποντας τις μικρές σιωπές και τις εκφράσεις της σε γλώσσα. Η αμηχανία, η ευχαρίστηση, αλλά και η αγωνία της Elizabeth είναι στοιχεία διακριτά και υποβλητικά.
Σταδιακά, η σχέση τους γίνεται όλο και πιο σκοτεινή, φτάνοντας σε ένα σημείο όπου η επιθυμία μετατρέπεται σε εκμετάλλευση. Ενώ αρχικά ο John φαίνεται να την ελευθερώνει σεξουαλικά, καταλήγει να την περιορίζει. Η ταινία κλείνει με την Elizabeth να αποχωρεί, αφήνοντας πίσω όχι μόνο τον John αλλά και την ψευδαίσθηση ότι η σεξουαλικότητα μπορεί να είναι απόλυτα απελευθερωτική χωρίς υπευθυνότητα.
Η θλίψη στον πυρήνα της ταινίας
Στις 9½ εβδομάδες, η θλίψη της Elizabeth είναι το στοιχείο που δίνει ψυχή και βάθος στην ταινία. Είναι μια θλίψη υποβόσκουσα, παρούσα από την πρώτη κιόλας στιγμή, πριν γνωρίσει τον John. Η Kim Basinger, με τη διακριτική αλλά βαθιά εκφραστική ερμηνεία της, αποτυπώνει μια γυναίκα που, παρά την εξωτερική της ομορφιά, φαίνεται να κουβαλάει μέσα της ένα αίσθημα απώλειας, μοναξιάς και αδυναμίας να συνδεθεί πραγματικά με τον κόσμο γύρω της.
Δεν είναι μια εύκολη σχέση, ούτε μια απλή ιστορία έρωτα ή πόθου. Είναι μια ματιά στο πώς δύο άνθρωποι αναγνωρίζουν ο ένας τα τραύματα του άλλου και τα χειρίζονται με τρόπους που μπορεί να είναι εξίσου λυτρωτικοί όσο και καταστροφικοί. Η θλίψη της Elizabeth δεν είναι απλώς ένα χαρακτηριστικό. Είναι η ουσία του χαρακτήρα της, το κέντρο γύρω από το οποίο περιστρέφεται η ταινία.
Ανάγνωση της θλίψης
Ο John, από την άλλη, φαίνεται να διακρίνει αυτό το χάσμα μέσα της. Ο τρόπος που την πλησιάζει στη σκηνή της υπαίθριας αγοράς —με το απλό αλλά τολμηρό δώρο του μεταξωτού φουλαριού— είναι αποκαλυπτικός. Δεν είναι η πράξη του φλερτ που έχει σημασία εδώ, αλλά η αντίδραση της Elizabeth: δεν είναι χαρούμενη, ούτε ενθουσιασμένη. Αντίθετα, είναι συντετριμμένη.
Η στιγμή αυτή αποτυπώνει μια αλήθεια που σπάνια εμφανίζεται στον κινηματογράφο: η αναγνώριση του εσωτερικού κενού από έναν ξένο δεν φέρνει πάντοτε ανακούφιση. Για τη πρωταγωνίστρια, είναι μια στιγμιαία αποκάλυψη που φέρνει στην επιφάνεια την ακόρεστη ανάγκη της για αποδοχή και αγάπη. Ο τρόπος που ο άγνωστος άνδρας τη βλέπει, που αναγνωρίζει αυτή την πλευρά της, την ταράζει. Η κίνησή του δεν είναι απλώς μια προσφορά· είναι μια δήλωση: «Σε βλέπω. Ξέρω τι είσαι».
Αυτο-απώλεια στις ερωτικές σχέσεις
Η Elizabeth είναι η γυναίκα που χάνει τον εαυτό της στις σχέσεις της. Η σκιά του πρώην συζύγου της διαγράφεται βαριά πάνω της· είναι φανερό ότι έχει ζήσει μια σχέση όπου η αυτονομία της έχει καταπατηθεί. Όμως, αυτός ο μηχανισμός της αυτο-απώλειας δεν είναι κάτι που συνειδητοποιεί. Ο John, με το παιχνίδι του, φαίνεται να της προσφέρει μια πιο ξεκάθαρη δομή σε αυτή την τάση: κανόνες, όρια, πλαίσια. Δεν τη «σώζει»· της προσφέρει, όμως, τη δυνατότητα να βυθιστεί στις τάσεις της, με έναν τρόπο που μοιάζει λιγότερο τυχαίος και καταστροφικός.
Η τραγικότητα της πρωταγωνίστριας έγκειται στο ότι δεν γνωρίζει τον εαυτό της. Η θλίψη της, που υπάρχει από την αρχή, δεν είναι απλώς ένα συναίσθημα· είναι η αντανάκλαση της αποκοπής της από τη ζωή, της δυσκολίας της να είναι παρούσα, να χαρεί, να ζήσει με πληρότητα.
Ερωτική απελευθέρωση ή ψυχολογική κατάδυση;
Η ταινία προωθήθηκε ως ένα φιλμ που εξερευνούσε τη σεξουαλική απελευθέρωση, και πράγματι το κάνει—αλλά όχι με τους όρους που ίσως κάποιοι περίμεναν. Παρά τις έντονες ερωτικές σκηνές, η ταινία δεν είναι απλώς μια αισθησιακή φαντασίωση.
Εκεί που η ταινία ξεχωρίζει πραγματικά είναι στον τρόπο που εμβαθύνει στη συναισθηματική πορεία της Elizabeth. Από την αρχή, βλέπουμε μια γυναίκα που φαίνεται να ψάχνει κάτι περισσότερο από μια απλή ικανοποίηση—ψάχνει για νόημα, σύνδεση, ίσως και μια αίσθηση ελέγχου σε έναν κόσμο που την απογοητεύει συνεχώς. Η σχέση της με τον John δεν είναι απλώς σωματική· είναι ένα ψυχολογικό παιχνίδι, όπου εκείνος δοκιμάζει τις αντοχές της και εκείνη προσπαθεί να καταλάβει πού τελειώνει ο ίδιος και πού αρχίζει εκείνη.
Η αποδοχή και η απόδραση
Το τέλος, με την Elizabeth να αποχωρεί από τη σχέση, δείχνει ότι όσο απελευθερωτική κι αν είναι η εμπειρία, έχει ένα κόστος. Αυτό που την οδηγεί μακριά δεν είναι μόνο ο φόβος ή η απογοήτευση, αλλά και η συνειδητοποίηση ότι ο εαυτός της κινδυνεύει να χαθεί.
Οι άνθρωποι μπορεί να έχουν την ικανότητα να επιβιώσουν από τις πιο βαθιές συναισθηματικές καταδύσεις, αλλά αυτή η επιβίωση δεν είναι χωρίς απώλειες. Η Elizabeth, αν και αποδρά από τη σχέση, δεν φαίνεται να κερδίζει απόλυτα την ελευθερία της· παραμένει μια γυναίκα που παλεύει να συμβιβαστεί με τις ανάγκες και τις αδυναμίες της.
Η ευθύνη της επιθυμίας
Στο τέλος, η Elizabeth αποχωρεί, συνειδητοποιώντας ότι η επιθυμία χωρίς όρια μπορεί να οδηγήσει στην αυτοκαταστροφή. Το μήνυμα της ταινίας δεν είναι ότι η σεξουαλικότητα είναι επικίνδυνη, αλλά ότι απαιτεί υπευθυνότητα, αμοιβαιότητα, και αυτογνωσία.
Η Kim Basinger, μέσα από την έντονη και αποκαλυπτική ερμηνεία της, καθόρισε την καριέρα της με αυτό το ρόλο, αλλά και άνοιξε μια συζήτηση που παραμένει επίκαιρη. Ως Gen Z θεάτρια, περίμενα να κριντζάρω περισσότερο στους διαλόγους και τις ερωτικές σκηνές (κάτι που δεν έλειψε σε αρκετά σημεία), ωστόσο βρήκα την ταινία ταυτόχρονα μαγευτική και προκλητική, ένα story που συνεχίζει να ανακινεί ερωτήματα για τη φύση της επιθυμίας και τη θέση της γυναίκας σε αυτήν.