Σας έχει τύχει ποτέ να βρεθείτε σε μια συζήτηση και να υπερασπίζεστε με πάθος τα δικαιώματα των γυναικών, μιλώντας για ξεπερασμένα κοινωνικά στερεότυπα που λειτουργούν εις βάρος τους και οφείλουν πάση θυσία να καταργηθούν; Ας πούμε λοιπόν, ότι σας έχει τύχει, και στο υποθετικό αυτό σενάριο, δεν συμφωνούν όλοι μαζί σας, υπάρχει και αντίλογος! Ο συνομιλητής σας μάλιστα, (δεν θα μιλήσουμε για την ποιότητά του ως άνθρωπο, αυτό είναι μια άλλη κουβέντα), αντιπαρέρχεται λέγοντάς σας ότι ορισμένα από τα πρότυπα που «μάχεστε», τα έχετε υιοθετήσει ήδη μέσα από απλές καθημερινές επιλογές και συμπεριφορές σας.
Ναι, εν έτει 2023, μπορεί να βρεθείτε να συζητάτε τα αυτονόητα και όχι μόνο αυτό, αλλά να βρεθείτε και στην αμήχανη θέση να αισθάνεστε ότι πρέπει να δικαιολογηθείτε! Και εδώ μπαίνουμε εμείς.
Ως σύγχρονες γυναίκες που θέλουμε να θεωρούμαστε φεμινίστριες, δεν μπορούμε να μη σκεφτούμε το αν και πώς οι επιλογές μας στον τομέα της μόδας και της ομορφιάς, ενδεχομένως συμβάλλουν και ενισχύουν τα στερεοτυπικά πρότυπα της γυναικείας ομορφιάς. Το να φορέσουμε ένα χαριτωμένο ρούχο ή ένα έντονο κραγιόν φαίνεται ακίνδυνο, αλλά τι γίνεται με το foundation, το contouring και τα shapewear; Επιλέγοντας να φορέσουμε κομμάτια που «κρύβουν» τις ατέλειές μας, υποστηρίζουμε άραγε τη μη ρεαλιστική προσδοκία ότι κάθε γυναίκα πρέπει να είναι αψεγάδιαστη για να θεωρείται όμορφη; Αν κι εσείς έχετε τέτοιου είδους ανησυχίες ή αν απλά θέλετε να βάλετε στη θέση του τον τύπο από το παράδειγμά μας, είστε στο σωστό άρθρο.
Σίγουρα είναι μια περίπλοκη ερώτηση, αλλά για εμάς, ο φεμινισμός αφορά σε μεγάλο βαθμό την επιλογή: τη δύναμη των γυναικών να κάνουν τις δικές τους επιλογές για τη ζωή, το σώμα και το μέλλον τους. Και να αποφασίζουν ποιες θέλουν να είναι και πώς θέλουν να φαίνονται για να επικοινωνούν αυτήν την ταυτότητα στον κόσμο.
Η μόδα και η ομορφιά γίνονται έτσι, θα λέγαμε, εργαλεία του φεμινισμού, επειδή είναι ένα από τα κύρια μέσα που διαθέτουμε για την αυτοέκφρασή μας. Και δεν μιλάμε για το διάσημο μπλουζάκι Dior της Maria Grazia Chiuri που χρησιμοποιεί απόσπασμα της Chimamanda Ngozi Adichie και τη διάσημη φράση “We Should All Be Feminists“, τυπωμένη στο μπροστινό μέρος του.
Μιλάμε για το γεγονός ότι αν η χρήση ενός συγκεκριμένου ρούχου, ακόμη και αν είναι κλασικά «θηλυκό», ή αν η χρήση μακιγιάζ είναι δική σας επιλογή και όχι επιλογή κάποιου άλλου που σας την επέβαλλε, μπορεί να είναι μια φεμινιστική πράξη.
Το σημαντικό είναι ότι παίρνετε αυτήν την απόφαση για να ικανοποιήσετε τον εαυτό σας, και όχι για να ικανοποιήσετε κάποια υπάρχουσα κοινωνική σύμβαση. Ότι σκέφτεστε γιατί θέλετε να φορέσετε ένα ρούχο, ή ένα κόκκινο κραγιόν πριν το κάνετε: Είναι για να κρύψετε τις ατέλειές σας ή για να νιώσετε αυτοπεποίθηση ώστε να βγείτε μπροστά και να αντιμετωπίσετε τον κόσμο;
Συχνά ακούμε από ανθρώπους (συχνότερα άνδρες) να λένε ότι δεν σκέφτονται ποτέ τη μόδα. Τις περισσότερες φορές, το λένε αυτό επειδή φοβούνται ότι το να σκέφτονται τα ρούχα ή το μακιγιάζ, τους κάνει να φαίνονται ανόητοι ή ακόμα χειρότερα, πιστεύουν ότι αυτό υπονομεύει την αρρενωπότητά τους. Αλλά το να μη σκέφτεσαι -γιατί κάνεις τις καθημερινές επιλογές που κάνεις- θα μπορούσε να σημαίνει ότι παραχωρείς την εξουσία σε άλλους να αποφασίζουν για εσένα. Και αυτή είναι η πραγματικά μη φεμινιστική πράξη.
Η Gloria Steinem, Αμερικανίδα δημοσιογράφος και ακτιβίστρια, η οποία αναδείχθηκε σε ηγέτιδα του φεμινισμού του δεύτερου κύματος στις Ηνωμένες Πολιτείες στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και στις αρχές της του 1970, είπε κάποτε ότι το signature look της – τζιν, ζώνη, ζιβάγκο και κρεμαστό κόσμημα στον λαιμό – ήταν το “power outfit” της.
Η Alicia Keys πριν μερικά χρόνια, δήλωσε ότι ένιωσε ενδυναμωμένη όταν αποφάσισε να εμφανίζεται δημόσια (και στο κόκκινο χαλί) χωρίς καθόλου μακιγιάζ. Όταν η Michele Obama έγινε Πρώτη Κυρία των Η.Π.Α και προτίμησε να μη φοράει το συνηθισμένο κοστούμι με φούστα ή παντελόνι στις δημόσιες εμφανίσεις της, επιλέγοντας συχνά φορέματα σε γραμμή Α, έκανε μια σημαντική δήλωση για το πώς έμοιαζε η δύναμη. Ουσιαστικά φόρεσε σύνολα, που συχνά συνδέονται με τις νοικοκυρές της δεκαετίας του 1950, και τους έδωσε νέο χαρακτήρα.
Πόσες και πόσες όμως φορές στο παρελθόν η μόδα δεν βρήκε τρόπους να γίνει ανατρεπτική και να μιλήσει για τον φεμινισμό;
Σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας, υπήρξε μια αναμφισβήτητη σχέση μεταξύ φεμινισμού και μόδας. Καθώς προχωρούσαμε μέσα από το γυναικείο κίνημα, το γυναικείο στιλ εξελίχθηκε. Τα ρούχα και τα χρώματα έγιναν σύμβολα του κινήματος και οι γυναίκες αντάλλαξαν τα ρούχα που τις περιόριζαν με κομμάτια άνετα και λειτουργικά. Καθώς οι γυναίκες άρχισαν να αναζητούν την ελευθερία στη ζωή τους, άρχισαν να την αναζητούν και στο ντύσιμό τους.
Μια σύντομη ιστορία του φεμινισμού μέσα από την μόδα
Πρώτο κύμα
Πριν το 1800, οι γυναίκες φορούσαν στενούς κορσέδες με σκληρές μπανέλες και σφιχτά κορδόνια. Ωστόσο, η φεμινίστρια Amelia Bloomer προσπάθησε να αλλάξει τη γυναικεία μόδα με την εφεύρεση του “bloomers“. Γνωστό ως το πρώτο γυναικείο παντελόνι, υιοθετήθηκε γρήγορα από φεμινίστριες που αναζητούσαν ανεξαρτησία στη ζωή και στη ντουλάπα τους. Καθώς τα bloomers έγιναν σύμβολο του φεμινιστικού κινήματος, αντιμετωπίστηκαν σε πολλές περιπτώσεις αρνητικά και σύντομα τα bloomers αποσύρθηκαν.
Κατά τη διάρκεια της Βιομηχανικής Επανάστασης, οι γυναίκες είχαν ξεκινήσει σιγά- σιγά να εργάζονται σε εργοστάσια, αλλά από τη δεκαετία του 1840, αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Στα μέσα της δεκαετίας του 1800, οι γυναίκες φορούσαν ογκώδη, βαριά φορέματα που ήταν δύσκολο να τα φορέσουν και να τα βγάλουν.
Αλλά καθώς φτάσαμε στο 1900, οι γυναίκες εντάχθηκαν στο εργατικό δυναμικό ως γραμματείς, ενώ άρχισαν να συμμετέχουν σε αθλήματα, γεγονός που καθιστούσε αυτά τα φορέματα πλέον ακατάλληλα. Τα matching suits φορέθηκαν για ποδηλασία και ιππασία και πέρασαν στο κίνημα, αποτελώντας τυπική ενδυμασία για τους γυναικείους αγώνες.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ορισμένα χρώματα άρχισαν επίσης να συνδέονται με το γυναικείο κίνημα. Οι σουφραζέτες χρησιμοποίησαν το λευκό, το μωβ και το πράσινο ως τα χρώματα του κινήματος. Το λευκό συμβόλιζε την αγνότητα και τη θηλυκότητα, ενώ το μωβ και το πράσινο αντιπροσώπευαν την πίστη και την αξιοπρέπεια. Καθώς η άποψη ότι οι φεμινίστριες έδειχναν αρρενωπές και αντιαισθητικές, κέρδιζε έδαφος, αυτά τα χρώματα και το μήνυμά τους έγιναν ακόμη πιο σημαντικά για το κίνημα των σουφραζετών.
Στη δεκαετία του 1910, τα παντελόνια ενσωματώθηκαν στις γυναικείες γκαρνταρόμπες, καθώς τα -εμπνευσμένα από το χαρέμι- παντελόνια της Μέσης Ανατολής του Paul Pioiret κατακτούσαν τη Δύση. Αυτή ήταν η απαρχή της ανόδου της “new woman”, η οποία έγινε δημοφιλής τη δεκαετία του 1920. Οι γυναίκες αυτές έκοβαν τα μαλλιά τους σε κοντά καρέ (bobs) και φορούσαν φορέματα που τελείωναν ακριβώς κάτω από τα γόνατα. Η Coco Chanel ήταν εκείνη που πρότεινε μια πιο σπορ γυναικεία εμφάνιση κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η οποία αναπτύχθηκε περαιτέρω στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Δεύτερο κύμα
Με το τέλος του πολέμου, οι γυναίκες επέστρεψαν στους οικιακούς τους ρόλους και στερήθηκαν την ανεξαρτησία που είχαν αποκτήσει. Τα φορέματα με φερμουάρ στο πίσω μέρος και τα shapewear επέστρεψαν. Αυτή η θηλυκή μόδα έγινε εχθρός του κινήματος και τα κόκκινα χείλη και τα τακούνια έγιναν σύμβολα καταπίεσης.
Όλα αυτά μέχρι που «ανέτειλε» η πιο τολμηρή δεκαετία της μόδας, τα 60s και το θηλυκό ντύσιμο πήρε νέα κατεύθυνση. Η Mary Quant επινόησε τη μίνι φούστα, η οποία έγινε σύμβολο της σεξουαλικής επανάστασης που πυροδότησε η έλευση του αντισυλληπτικού χαπιού. Οι γυναίκες είχαν πλέον ποικιλία στην γκαρνταρόμπα τους τόσο με μίνι φούστες όσο και με παντελόνια. Αυτά τα κομμάτια αμφισβήτησαν το, μέχρι τότε κοινωνικά αποδεκτό γυναικείο ντύσιμο και εξέφραζαν τη νέα ταυτότητα των γυναικών.
Στις δεκαετίες του ‘70 και του ’80, το power dressing έγινε δημοφιλές παράλληλα, με την είσοδο των γυναικών στο εργατικό δυναμικό. Το νέο στιλ έδωσε στις γυναίκες ένα πιο masculine και επαγγελματικό look που αποτελούνταν από ασορτί φούστες και σακάκια με τονισμένους ώμους. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, υπήρχε επίσης ένας διαχωρισμός μεταξύ θηλυκού και αρσενικού ντυσίματος. Ορισμένες φεμινίστριες πίστευαν ότι ρούχα όπως τα καλσόν, πρόδιδαν το κίνημα, ενώ άλλες αντίθετα υποστήριζαν ότι η υιοθέτηση του θηλυκού ντυσίματος προωθούσε την απελευθέρωση. Τις δύο πλευρές «συμφιλίωσε» θα λέγαμε, ο ερχομός του περίφημου, wrap dress της Diane Von Furstenberg το 1974, το οποίο έδενε στη μέση και ήταν το πλέον κολακευτικό και ευκολοφόρετο στην καθημερινότητα, ρούχο.
View this post on Instagram
Τρίτο κύμα
Το γυναικείο ντύσιμο του τρίτου κύματος αποκλίνει από τα προηγούμενα χρόνια. Οι γυναίκες μπορούν να είναι φεμινίστριες και είτε να «αγκαλιάζουν» τους θηλυκούς τρόπους ντυσίματος και ομορφιάς ή να τους απορρίψουν εντελώς, να τους αμφισβητήσουν και να πειραματιστούν με ανδρόγυνα σύνολα. Μπορούν να αποφασίσουν μόνες τους ποια κομμάτια τις κάνουν να αισθάνονται καλύτερα και η συζήτηση σχετικά με το τι πρέπει να φορούν και τι όχι, ακόμα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης τους, είναι λιγότερη. Ακριβώς όπως και στο ίδιο το κίνημα, η φεμινιστική μόδα υπερασπίζεται την ιδέα της επιλογής.
Δεν υπάρχει λοιπόν κανένας γενικός κανόνας που πρέπει να ακολουθήσετε, εκτός από το ένστικτό σας. Ή μάλλον, εκτός από έναν: Ό,τι κι αν επιλέξετε, δεν πρέπει να σας προκαλεί πόνο ή να σας περιορίζει με οποιονδήποτε τρόπο.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι: «Οι επιλογές σας σάς κάνουν να αισθάνεστε δυνατές και σαν την καλύτερη εκδοχή του εαυτού σας;». Γιατί σε αυτά τα συναισθήματα, βρίσκεται η πραγματική ομορφιά, αλλά και η απάντηση, σε όποιον αποφασίσει την επόμενη φορά να τα αμφισβητήσει.
Article cover image: Getty/Ideal Images