Δεκαπέντε χρόνια έχουν περάσει από εκείνη τη μοιραία μέρα του Φεβρουαρίου, όταν ο Alexander McQueen, οραματιστής, επαναστάτης, ποιητής της μόδας, πήρε την απόφαση να τερματίσει την ζωή του. Και όμως, το κενό που άφησε πίσω του παραμένει αγεφύρωτο και η απώλεια του είναι σαν μια πληγή που ποτέ δεν έκλεισε εντελώς—μια ουλή που παραμένει ευαίσθητη, που όταν την αγγίζεις, τσούζει ακόμα. Μερικές φορές την ξεχνάς, χάνεσαι μέσα στη ροή του χρόνου, αλλά ύστερα έρχεται κάτι—ένα παλιό σχέδιο, μια φωτογραφία, ένα απόσπασμα από ένα show του—και η μνήμη ξανανοίγει το τραύμα. Είναι εκεί, όπως ο πόνος που ξυπνά τις βροχερές μέρες, υπενθυμίζοντας πως κάποτε υπήρξε κάτι σπάνιο, μοναδικό και ανεπανάληπτο. Ο κόσμος της μόδας μπορεί να προχωρά, να αλλάζει, οι τάσεις έρχονται και φεύγουν, αλλά η αίσθηση πως κάτι πολύτιμο λείπει, πως η δημιουργία έχει χάσει έναν από τους πιο γενναίους της εκφραστές, δεν έχει ξεθωριάσει..

Στις 11 Φεβρουαρίου 2010, ο κόσμος της μόδας έχασε έναν από τους πιο ιδιοφυείς και ανατρεπτικούς δημιουργούς του. Ο Alexander McQueen, ένας δημιουργός που σκηνοθετούσε όνειρα πάνω στις πασαρέλες, έφυγε από τη ζωή, αφήνοντας πίσω του ένα ανυπέρβλητο κενό.
Ο McQueen δεν ακολούθησε ποτέ κανόνες. Αντίθετα, τους αμφισβητούσε, τους καταργούσε και δημιουργούσε νέους. Ο McQueen δεν ήταν απλώς ένας σχεδιαστής. Ήταν ένας αφηγητής που χρησιμοποιούσε το ύφασμα όπως ένας ποιητής τις λέξεις και ένας ζωγράφος τα χρώματα. Από το ξεκίνημά του, έκανε σαφές πως η συμβατικότητα δεν ήταν κάτι που τον ενδιέφερε. Ούτε έκανε μόδα απλά για να ντύσει το γυναικείο σώμα -ήθελε να ντύσει ψυχές, να αφηγηθεί ιστορίες, να αγγίξει νεύρα που άλλοι δεν τολμούσαν καν να αναγνωρίσουν. Ήθελε να προκαλέσει, να δημιουργήσει συναισθήματα—ακόμα κι αν αυτά ήταν δυσάρεστα. Δεν φοβόταν τη σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης φύσης· την αγκάλιαζε, τη μετέτρεπε σε τέχνη, τη φορούσε πάνω στο δέρμα των μοντέλων του.
Ο Lee Alexander McQueen γεννήθηκε στις 17 Μαρτίου 1969 στο Λονδίνο. Ήταν το μικρότερο από έξι παιδιά μιας εργατικής οικογένειας. Ο πατέρας του ήταν ταξιτζής, η μητέρα του δασκάλα κοινωνικών επιστημών. Από μικρός ήξερε πως ήθελε να γίνει σχεδιαστής μόδας. Σε ηλικία 15 ετών εγκατέλειψε το σχολείο και ξεκίνησε να δουλεύει ως μαθητευόμενος ράφτης στη Savile Row, την καρδιά της ανδρικής ραπτικής. Εκεί ανέπτυξε μια εξαιρετική τεχνική, μαθαίνοντας την τέχνη της κατασκευής κοστουμιών από κορυφαίους τεχνίτες.