Τη ζωή μου τη μετρώ πρώτα με καλοκαίρια και τους χειμώνες –όσους συμπαθώ– τους προσθέτω στο τέλος, γι’ αυτό βγαίνω κερδισμένη στο μέτρημα των χρόνων και ευχαριστημένη στο τέλος.
Δύσκολο καλοκαίρι το φετινό, χωρίς την ξενοιασιά άλλων, παλιών χρόνων, αλλά είμαι σίγουρη ότι είμαστε πολλοί που νιώθουμε έτσι. Ναι, σίγουρα το θέρος φέτος με δοκιμάζει και το δοκιμάζω κι εγώ. Να δούμε ποιος θα αντέξει πιο πολύ, παιχνίδι για δύο δυνατούς παίκτες. Κάποτε οι διακοπές, αν και η λέξη ερχόταν πρώτη στα αγαπημένα, έβγαιναν αβίαστα, χωρίς σχέδιο, αλλά πάντα πετύχαιναν. Έρχονταν στο τέλος να μας επιβραβεύσουν σαν κερασάκι στην ωραιότερη σοκολατένια τούρτα του χρόνου που έτρωγες όλη χωρίς δισταγμό. Από τις πρώτες αυγουστιάτικες εξορμήσεις των παιδικών μου παιχνιδιών, στις Μηλιές και στη Γατζέα του Πηλίου και στα Καμένα Βούρλα, πνιγμένες από Θεσσαλούς παραθεριστές που αναμετριούνταν σε λογαριασμό με τα τζιτζίκια στα πεύκα, έφτασα στα στενά πλινθόκτιστα σοκάκια των Σπετσών, του Πόρου, της Κέρκυρας και της Ύδρας της εφηβείας μου, με γλέντια μέχρι το χάραμα, χορούς στις ντίσκο ώσπου να ανατείλει ο ήλιος και ηλιοθεραπεία σερί για να σπάσουμε το φράγμα του χρόνου και του ύπνου.
Από τότε έχουν περάσει πολλά, πάρα πολλά χρόνια. Είμαι κάπου στο πολύ βάθος το ίδιο κορίτσι, αλλά ξαφνικά, προχθές, Κυριακή βραδάκι, τρόμαξα όταν είδα στον καθρέφτη του αεροδρομίου να με κοιτάζει, ταλαιπωρημένη από ισχιαλγία, μια άγνωστη μεσήλικη, ίδια η νεκρή μάνα μου, με κομμένα από κούραση και πόνο μάτια. «Πότε πρόλαβα να μεγαλώσω τόσο, και μάλιστα καλοκαίρι, που υποτίθεται ότι είμαι στα καλύτερά μου;», αναρωτήθηκα βλέποντάς με στο χειρότερο –ιερής εξέτασης– φως, αυτό μιας δημόσιας τουαλέτας, και έπιασα με τα χέρια μου το πρόσωπό μου σαν τυφλή που πρώτη φορά το ψηλαφούσε για να βρει τον μπούσουλά της. Απογοήτευση και τρόμος σε ένα. Τα μηνίγγια μου σφυροκοπούσαν στην ερώτηση: «Πότε πρόλαβα και άφησα όλα τα πολύτιμα καλοκαίρια μου τόσο γρήγορα πίσω;».
Οι διακοπές με νεαρό σύντροφο, κρυφά από γονείς, σε ένα όνειρο τρελό, όνειρο απατηλό… Έχουν περάσει αιώνες από τότε που καταστρώναμε σχέδια – σε ποιο ξενοδοχείο θα μείνουμε, πού, πώς, πότε, με τι, πώς θα μας φτάσουν τα χρήματα για όλο το δεκαήμερο. Θυμάμαι ωστόσο αμυδρά μια λεπτή καλοσχηματισμένη κοπέλα που περνούσε ωραία με τον καλό της σε υπέροχα ταξίδια, σε μικρά πανδοχεία –rooms to let μια χώρα ολόκληρη–, σε μοναχικά καταφύγια σε νησάκια, σε βόλτες ανά την Ελλάδα με καράβια, τρένα, αεροπλάνα έως και με μηχανές.