Διάλογος με συνάδελφο στο τηλέφωνο
-Τι κάνεις;
-Κατεβάζω τα χειμωνιάτικα.
– Και εγώ αυτό θα κάνω σήμερα και παράλληλα θα κατεβάσω και το πιο αγαπημένο μου ζευγάρι γόβες που τα ακριβοπλήρωσα και δεν έχω καταφέρει να τα φορέσω ούτε μια φορά. Καινούρια θα παλιώσουν.
-Γιατί δεν τα έχεις φορέσει όμως;
-Γιατί με πληγώνουν. Τα έχω πάει στον τσαγκάρη να τα ανοίξει, τα έχω φορέσει μέσα στο σπίτι και περπατάω, έχω στριμώξει βρεγμένες πετσέτες… τίποτα. Τώρα θα τα κατεβάσω πάλι και θα προσπαθήσω να τα φορέσω όσο κάνω δουλειές. Θα κάνω και ένα ποδόλουτρο με κρύο νερό για να ξεπρηστούν τα πόδια μου…
-Παιδί μου, αυτό δεν είναι λογικό… Θα πονέσεις πάλι. Θα πληγωθείς. Καλύτερα να τα χαρίσεις.
-Είσαι τρελή; Τα καλύτερα μου παπούτσια; Ελπίζω ότι φέτος θα μου ταιριάζουν τόσο πολύ, σαν να περπατώ στην πασαρέλα…
Κλείσαμε το τηλέφωνο νιώθοντας ότι ήθελα τόσα πολλά να πω στη συνάδελφο μου όχι τόσο για τα παπούτσια αλλά για τον τρόπο που βλέπει τα πράγματα γενικά στη ζωή της κρίνοντας από τον τρόπο που κακοποιεί τον εαυτό της για ένα ζευγάρι παπούτσια.
Γιατί κάποιοι άνθρωποι στη ζωή μας – φίλοι, σύντροφοι, συγγενείς- είναι σαν τα πιο ακριβά αγαπημένα παπούτσια που τα λατρέψαμε με την πρώτη ματιά στη βιτρίνα του καταστήματος και από τότε θέλουμε να τα φοράμε συνέχεια και να μας πηγαίνουν παντού και στα καλά και στα κακά μέρη του μυαλού και της ψυχής μας. Θέλουμε να βαδίζουμε μαζί τους όπου υπάρχει φως αλλά θα αξίζουν πραγματικά την εμπιστοσύνη μας όταν μαζί τους ξέρουμε ότι μπορούμε να διανύσουμε χιλιόμετρα με ασφάλεια μακριά από τις κακοτοπιές, από παγίδες, λακκούβες και μπορούμε να φτάνουμε πάντα από τα σκοτάδια στο φως.
Κάποιοι άνθρωποι είναι σαν τα αγαπημένα ακριβά μας παπούτσια που επιμένουμε να τα φοράμε για αυτές τις μεγάλες περιπετειώδεις διαδρομές όσο και αν μας πονάνε