Σκεφτόμουν ότι οι σκάλες πρέπει πια να γίνουν επίσημα η «μυστική» λέξη που θα παραπέμπει στην κακοποίηση που δέχεται μια γυναίκα. Από την εποχή που ο ξυλοδαρμός και η γυναικοκτονία στην ελληνική κοινωνία ήταν απλές πράξεις πάθους μέχρι σήμερα, η φοβισμένη δικαιολογία για να μην εκθέσουν τον σύζυγο πατριάρχη ήταν ότι έπεσε από τις σκάλες. Πόσα διώροφα, πόσες μεζονέτες, πόσες απρόσεκτες γυναίκες και πόσες σκάλες που βγάζουν γροθιές και κλωτσιές καθώς τις κατεβαίνεις μπορεί να αντέξει πια η ελληνική κοινωνία;
Σκεφτόμουν ότι ο γιατρός στο ιδιωτικό νοσοκομείο ήταν τόσο μάγκας που όχι απλά κατάλαβε ότι «οι σκάλες» δεν σπάνε μύτες, ούτε κάνουν μώλωπες στο πρόσωπο, ούτε φέρνουν τόσο τρόμο στο βλέμμα εκείνης που «έπεσε» -εν προκειμένω της κυρίας Σοφίας Πολυζωγοπούλου της συζύγου (;) του Απόστολου Λύτρα- αλλά ήξερε και πώς να κάνει χρήση του νόμου Φλωρίδη που από την 1η Μαίου που ισχύει, εφαρμόζει το ακαταδίωκτο για τους ανθρώπους στο χώρο της υγείας που παρατηρούν σε γυναίκες κάτι πολύ περισσότερο από αυτό που μοιάζει με πτώση από σκάλα. Σ’ αυτό βοήθησε και το γεγονός ότι το θύμα είναι δικηγόρος και συνεννοήθηκε με τους γιατρούς, όπως είπε στην κατάθεσή της:
«Μπήκαμε μαζί στην είσοδο του νοσοκομείου. Είπα ότι θέλω να με δει γιατρός στα επείγοντα επειδή έχω χτυπήσει στο κεφάλι. Με πήρε κατευθείαν ο γιατρός στο εξεταστήριο μόνη μου και δεν επέτρεψε στον σύζυγό μου να μπει. Μαζί ήρθε και μια νοσοκόμα. Μόλις με πλησίασε η νοσοκόμα της είπα αμέσως ότι με έχει χτυπήσει ο άνδρας μου. Ότι φοβάμαι και τον ίδιο και το είπα και στον γιατρό. Μου είπαν ότι θα ειδοποιήσουν την αστυνομία… Όπως πράγματι και έγινε. Μου παρείχαν τις πρώτες βοήθειες. Όταν έκτοτε ο αστυνομικός, επειδή δεν ήθελα να καταλάβει κάτι ο άνδρας μου και να φύγει και δεν ήξερα αν εκείνη την στιγμή έπρεπε να τον εμπιστευθώ, κυρίως δεν ήθελα να φύγει γιατί δεν είχα ειδοποιήσει την αδερφή μου για το τι είχε συμβεί γιατί κρατούσε την κόρη μου. Είπα στον αστυνομικό ότι είμαι δικηγόρος και δεν ήθελα να δώσω κατάθεση εκείνη την στιγμή αλλά του είπα να πάρει την κατάθεση του γιατρού. Ενώ εγώ θα πήγαινα να εξεταστώ από ιατροδικαστή. Σημειωτέον ότι αμέσως μόλις είπα στον γιατρό τι είχε συμβεί έβγαλε φωτογραφίες με το κινητό του. Όταν έφτασε η αστυνομία ο σύζυγός μου έδωσε το κινητό μου στον γιατρό ο οποίος μου το έδωσε και έτσι έβγαλα φωτογραφίες με το δικό μου κινητό τις οποίες θα τυπώσω και θα σας τις προσκομίσω. Ο αστυνομικός επέμενε ότι έπρεπε να δώσω κατάθεση εκείνη την στιγμή. Του είπα να γράψει ότι έπεσα από τις σκάλες και να μου δώσουν κουμπί πανικού έτσι ώστε οι αστυνομικοί να αντιληφθούν τι είχε συμβεί και όχι ο άνδρας μου».
Σκεφτόμουν αν μία γυναίκα με τη δυναμική μίας δικηγόρου, όπως στην περίπτωση της κυρίας Πολυζωγοπούλου, βίωσε μία κακοποίηση σε τέτοιο βαθμό, πόσο εύκολο είναι για μία απλή κοινή θνητή- όχι ότι δεν το ξέρουμε ή δεν το έχουμε δει. Η αλήθεια είναι ότι μέχρι να έρθει στη δημοσιότητα η κατάθεσή της δεν μπορούσε κανείς να πιστέψει τη βαναυσότητα, με την οποία ενήργησε ο ευυπόληπτος δικηγόρος. «Ούρλιαζα βοήθεια και τον παρακαλούσα να σταματήσει, ενώ το πρόσωπό μου ήταν γεμάτο αίματα και τα κατάπινα και ένιωθα ότι πνίγομαι. Κάποια στιγμή ένιωθα ότι χάνω τις αισθήσεις μου. Προφανώς με είδε σε αυτή την κατάσταση και σταμάτησε. Τον παρακαλούσα να με πάει σε κάποιο νοσοκομείο και να μου δώσει το κινητό μου προκειμένου να ειδοποιήσω την αδερφή μου ή κάποιον δικό μου. Ο ίδιος δεν ανταποκρινόταν σε τίποτα από όλα αυτά παρότι του έλεγα ότι θα πεθάνω γιατί αιμορραγούσα πάρα πολύ! Ακόμα και τα ρούχα μου είχαν γεμίσει αίματα».
Σκέφτομαι πώς μπορεί να την πατήσει κάποιος, πώς μπορεί να πέσει από τα σύννεφα, όταν δεν πέφτει από τις σκάλες, έχοντας στο μυαλό του ότι ο ευυπόληπτος και επιτυχημένος δικηγόρος Απόστολος Λύτρας ήταν εκείνος που ανέλαβε υποθέσεις όπως αυτή της Ιωάννας Παλιοσπύρου και της 13χρονης στον Κολωνό.