ΤΟ ΒΗΜΑ logo

Από το Ιράν μέχρι τις ΗΠΑ, το γυναικείο σώμα γίνεται πεδίο βιοπολιτικής

Από το Ιράν μέχρι τις ΗΠΑ, το γυναικείο σώμα γίνεται πεδίο βιοπολιτικής 1
Unsplash

Στο Ιράν ιδρύουν ψυχιατρικές κλινικές για γυναίκες που αρνούνται να φορέσουν χιτζάμπ. Στις ΗΠΑ η ανατροπή της απόφασης Roe v. Wade θέτει σε κίνδυνο ζωές. Το γυναικείο σώμα παραμένει εργαλείο πολιτικής καταστολής και κοινωνικής πειθαρχίας.

ΑΠΟ ΣΙΝΤΥ ΧΑΤΖΗ

Πριν λίγες ημέρες, όλος ο κόσμος έγινε μάρτυρας της αντίστασης μιας Ιρανής φοιτήτριας ονόματι Ahoo Daryaei, η οποία έμεινε με τα εσώρουχά της στο προαύλιο της σχολής της ως ένδειξη διαμαρτυρίας για τη συστημική κακοποίηση των γυναικών στη χώρα της. Τα δυτικά μίντια αλλά κι ο κόσμος στα social media είχε καιρό να ασχοληθεί με το Ιράν.

Ακριβώς δύο χρόνια, για να είμαστε ακριβείς, από τότε που η Ιρανή Mahsa Amini δολοφονήθηκε σε αστυνομικό τμήμα από άντρες της ασφάλειας, αφού είχε πρώτα συλληφθεί χωρίς να φορά χιτζάμπ. Από τις 195 χώρες του κόσμου, το χιτζάμπ είναι υποχρεωτικό διά νόμου σε δύο. Στο Ιράν, από το 1979 και στο Αφγανιστάν από το 2021.

Στη συνέχεια, μάθαμε ότι η Daryaei συνελήφθη και πλέον βρίσκεται σε ψυχιατρική μονάδα, με την Τεχεράνη να επιμένει πως το κορίτσι είναι ζωντανό αλλά ψυχικά διαταραγμένο. Πρόσφατα, το καθεστώς ανακοίνωσε πως γυναίκες που δε συμμορφώνονται με τον νόμο της μαντίλας (ή του χιτζάμπ για να είμαστε ακριβείς), θα έχουν την ίδια μοίρα με τη Daryaei.

Η πρόσφατη απόφαση της κυβέρνησης του Ιράν να δημιουργήσει ψυχιατρικές κλινικές για γυναίκες που "αρνούνται" να συμμορφωθούν με τους κοινωνικούς κανόνες, αποκαλύπτει την κοινωνική καταπίεση του φύλου στην ιρανική κοινωνία. Η συγκεκριμένη πολιτική εγείρει σημαντικά ζητήματα σχετικά με τον κοινωνικό έλεγχο, την εσωτερική πειθάρχηση και τη χρήση της ψυχιατρικής ως εργαλείου καταστολής του γυναικείου σώματος και ψυχής.

Οι γυναίκες στο Ιράν, μέσα από την πολιτική αυτή, κατανοούνται και εντάσσονται στο σύστημα της πατριαρχικής εξουσίας ως αναγκαία υποκείμενα εκπαίδευσης και υποταγής. Το γυναικείο σώμα λειτουργεί ως "πεδίο" του κοινωνικού ελέγχου και ενσωματώνει τις δομές καταπίεσης, που επιβάλλονται από τα πάνω, μέσω νομικών και κοινωνικών μηχανισμών. Έτσι, το σώμα της γυναίκας στο Ιράν είναι ένα πεδίο συνεχούς διαπραγμάτευσης και χειραγώγησης. Το ίδιο το γεγονός ότι οι γυναίκες καταδικάζονται σε "ψυχιατρική θεραπεία" ενδυναμώνει τον κοινωνικό ρόλο που τους αποδίδεται ως "υποκείμενα παραβατικότητας" όταν δεν υπακούουν στους έμφυλους κανόνες.

Το γυναικείο σώμα λειτουργεί ως "πεδίο" του κοινωνικού ελέγχου και ενσωματώνει τις δομές καταπίεσης.

Η ψυχιατρική δεν λειτουργεί πια μόνο ως εργαλείο της ιατρικής για την αποκατάσταση της ψυχικής υγείας, αλλά και ως μέσο κοινωνικής "διόρθωσης". Με αυτόν τον τρόπο, το Ιράν εφαρμόζει μια μορφή ψυχιατρικής πειθάρχησης, η οποία μετατρέπει την αντίσταση και την ελεύθερη βούληση των γυναικών σε διαταραχές που απαιτούν "θεραπεία". Το "θεραπευτικό" αυτό μοντέλο είναι ενσωματωμένο στην ιδεολογία του κράτους, το οποίο χρησιμοποιεί την ψυχιατρική επιστήμη για να ελέγξει την προσωπικότητα και την ψυχική κατάσταση των γυναικών.

Για να επιστρέψουμε, όμως, στη διαμαρτυρία της Ahoo Daryaei, η νεαρή επέλεξε να εκθέσει το σώμα της ως μέσο αντίστασης, κάτι που αναδεικνύει την ενσώματη πολιτική. Το "ζων σώμα" (όρος της Judith Butler) γίνεται εργαλείο αντίστασης. Μέσα από την πράξη αυτή, το σώμα παύει να είναι απλώς αντικείμενο ελέγχου και μετατρέπεται σε χώρο πολιτικής αντιπαράθεσης, διαταράσσοντας τη συμβολική τάξη του πατριαρχικού κράτους. Η διαμαρτυρία της Daryaei ανατρέπει τις κανονιστικές έμφυλες δομές, αποκαλύπτοντας τη δύναμη του σώματος ως πεδίου ανατροπής και επαναπροσδιορίζοντας τη σχέση ανάμεσα στο προσωπικό και το πολιτικό.

Η δυτική υποκρισία και η ισλαμοφοβία

Η κριτική προς το Ιράν για τη θέση των γυναικών και τη χρήση του χιτζάμπ ως μέσο κοινωνικού ελέγχου συχνά εκφράζεται με έντονο ηθικό λόγο και κυρίως από δυτικές φωνές που βλέπουν αυτή την καταπίεση ως δείγμα της «υποανάπτυξης» και του «αυταρχισμού» των μουσουλμανικών κοινωνιών. Εδώ εντοπίζεται μια βαθιά υποκριτική διάσταση: η δυτική κριτική ξεχνάει ή αποσιωπά άλλες περιπτώσεις γυναικείας καταπίεσης, όπως εκείνες στις κατεχόμενες από το Ισραήλ περιοχές, όπου οι Παλαιστίνιες αντιμετωπίζουν μια σωρεία προβλημάτων, όπως η έλλειψη βασικών υγειονομικών υπηρεσιών, η δυσκολία πρόσβασης σε γιατρούς, σερβιέτες, μαιευτήρες και άλλα ζωτικής σημασίας αγαθά και υπηρεσίες.

Η δυτική κριτική περιορίζεται μόνο στην καταγγελία της καταπίεσης των γυναικών σε χώρες όπως το Ιράν και το Αφγανιστάν - κι ακόμη κι αυτό χωρίς καν να γίνεται ουσιαστική κριτική και ανάλυση της σχέσης της αποικιοκρατίας και του ιμπεριαλισμού με την τωρινή καταπίεση των γυναικών στις προαναφερθείσες χώρες. Να το κάνω πιο λιανά; Δε γίνεται τη μία μέρα να ωρύεται κανείς (δικαίως) για τους μισογυνικούς νόμους των Ταλιμπάν που διαγράφουν τη γυναίκα από την κοινωνική σφαίρα και την αμέσως επόμενη να χτυπάει παλαμάκια για τη νίκη του Trump και να λέει πως «τουλάχιστον δεν ενεπλάκη σε πολέμους».

Το 2020, η κυβέρνηση Trump υπέγραψε τη Συμφωνία της Ντόχα με τους Ταλιμπάν.

Το 2020, η κυβέρνηση Trump υπέγραψε τη Συμφωνία της Ντόχα με τους Ταλιμπάν, η οποία προέβλεπε την αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν, με αντάλλαγμα την υπόσχεση των Ταλιμπάν να αποτρέψουν τη λειτουργία τρομοκρατικών ομάδων στη χώρα. Η συμφωνία αυτή, αν και είχε στόχο την ειρηνική αποχώρηση, επικρίθηκε για την ενίσχυση της θέσης των Ταλιμπάν και την ταχεία κατάρρευση της κυβέρνησης του Αφγανιστάν το 2021.

Αυτή η υποκρισία στη δυτική στάση φανερώνει έναν βαθύ ρατσισμό και ισλαμοφοβία που επηρεάζει την αντίληψη των Δυτικών για τις χώρες της Μέσης Ανατολής. Φυσικά, δεν είναι ένα καινούριο φαινόμενο. Τον 19ο αιώνα, την εποχή της αποικιοκρατίας στη Μέση Ανατολή, πολλοί Ευρωπαίοι πολιτικοί και διανοούμενοι νομιμοποιούσαν τη βία των λευκών επί της περσικής κι αραβικής γης, τονίζοντας πόσο καταπιεσμένες είναι οι γυναίκες εκεί. Την ίδια περίοδο οι δικές τους γυναίκες μάχονταν για τα βασικά τους δικαιώματα, τα οποία οι ίδιοι άντρες -ποιος να το έλεγε- δε στήριζαν.

Αυτή η υποκρισία ενισχύει την αίσθηση της πολιτικής και πολιτισμικής ανωτερότητας του δυτικού κόσμου, προβάλλοντας τις χώρες της Ανατολής ως «πιστοποιημένα» αυταρχικές και καταπιεστικές, ενώ η ίδια η Δύση παραμένει κλειστή στις δικές της αδυναμίες και προκλήσεις. Το νέο μέτρο στο Ιράν είναι textbook βιοπολιτική. Το ίδιο βιοπολιτική είναι και η κατάργηση του Roe v Wade στις ΗΠΑ. Και μετράμε νεκρές και στα δύο αυτά κράτη, στον βωμό της κοινωνικής συμμόρφωσης στις πατριαρχικές επιταγές.

Η δυτική απεικόνιση της καταπίεσης των Ιρανών γυναικών συχνά αναπαράγει το αποικιοκρατικό "βλέμμα" που τις παρουσιάζει ως θύματα, αδυνατώντας να αναγνωρίσει τις πολύπλοκες φωνές τους ως φορείς αντίστασης. Μέσα από τη μονοδιάστατη αφήγηση της "σωτηρίας από τη Δύση", οι φωνές τους εργαλειοποιούνται για να δικαιολογήσουν γεωπολιτικές επεμβάσεις και για να ενισχυθεί η εικόνα του πολιτισμικού ανωτερισμού της Δύσης. Αυτή η οπτική, αντί να ενδυναμώνει τις γυναίκες, τις απογυμνώνει από την αυτονομία τους και τις εγκλωβίζει στο δίπολο θύματος-σωτήρα, χωρίς να αναλύεται η συστημική ρίζα της καταπίεσης.

SHARE THE STORY

ΑΠΟΡΡΗΤΟ