«Η ακμή της νεότητάς μου είναι μια μακρινή ανάμνηση, αλλά τα τελευταία μου χρόνια με βρίσκουν πιο ευτυχισμένη, πιο ασφαλή οικονομικά και απροσδόκητα ενθουσιασμένη από μια αίσθηση ελευθερίας που δεν έχω βιώσει ποτέ πριν, επομένως δεν έχω καμία επιθυμία να γυρίσω το ρολόι πίσω», μου είπε προχτές η 70+ αγαπημένη μου γειτόνισσα που τη συνάντησα την ώρα που περιμέναμε το ασανσέρ, στην βασική ερώτηση «Πώς είστε, κυρία Έρη μου;». Όμορφη, με τα μακριά γκρίζα μαλλιά της πιασμένα ανέμελα ψηλά, με τις ρυτίδες της, σαν να τις τοποθέτησε κάποιος ζωγράφος στα σωστά σημεία για να της προσδίδουν γοητεία, με κορμοστασιά χορεύτριας και ένα κόκκινο κραγιόν η κυρία Έρη, είναι κυρία του εαυτού της, ενεργή και ενεργητική και τόσο σίγουρη ότι ο χρόνος απλώς τη χαϊδεύει. Θυμήθηκα τότε τη συνέντευξη στο grace.gr που μου έδωσε η Αιμιλία Υψηλάντη, η οποία μεγαλώνει τόσο όμορφα:
«Κάποιες φορές είμαι συμφιλιωμένη με τον χρόνο, κάποιες φορές τον αγνοώ, κάποιες φορές δε θέλω να τον αντιμετωπίσω, δεν τον δέχομαι γιατί ο χρόνος έχει σχέση και με το θάνατο. Και σε μια γυναίκα της δικής μου ηλικίας έτσι συνδέεται. Όμως ο χρόνος που μετράμε, είναι τεχνητός. Οι άνθρωποι έχουμε μόνο βιωματικά ελάχιστο χρόνο. Εγώ όμως μετράω το χρόνο με το θέατρο», μου είχε πει τότε.
Αλυσιδωτά σκέφτηκα το συγκλονιστικό κοντινό πλάνο της 83χρονης Δέσποινας Μπεμπεδέλη και την καθηλωτική της ερμηνεία στο Famagusta με όλες τις εκφράσεις και όλα τα συναισθήματα εκεί. Παρόντα.
Έτσι θα ήθελα να μεγαλώσω. Έτσι θέλω να αφήσω τον χρόνο να με σημαδέψει. Πώς όμως; Πώς; Γιατί όσο γυναίκες όπως αυτές μεγαλώνουν συνειδητά, ενεργά και ευτυχισμένα, τόσο περισσότερο ζούμε σ’ έναν κόσμο γηροφοβικό όπου τα 20χρονα κορίτσια τρομοκρατούνται τόσο πολύ από την τιμωρητική αντίδραση του πολιτισμού μας στον κύκλο της ανθρώπινης ζωής που υποκύπτουν σε σχήματα «προληπτικού μπότοξ».