«Αν δεν κινείσαι γύρω από τον εαυτό σου μπορείς να ακούς τι συμβαίνει εκεί έξω. Ο,τι ακούς το κάνεις σκέψη και η σκέψη το κάνει συναίσθημα, το συναίσθημα το κάνει ζωγραφική».
Θα περίμενε κανείς ότι σε έναν χώρο όπου ξεχωρίζει η ιδιαίτερη προσωπική έκφραση θα κυριαρχούσε το εγώ. Αντιθέτως επικρατεί η δίκαιη μοιρασιά τού «ένα σου, ένα μου».Και ο ζωγράφος και ο θεατής αισθάνονται μέσω της ζωγραφικής ότι δεν είναι μόνοι και δίνουν και παίρνουν. Αλλοι πάλι θα ήθελαν περισσότερη συλλογικότητα στην καλλιτεχνική διαδικασία, όπως ο Αλέκος Κυραρίνης που τονίζει: «Είναι καθαρά ατομική η δουλειά που κάνουμε τώρα, ενώ παλαιότερα, στην Αναγέννηση ας πούμε, ο ένας μαθήτευε στον άλλον. Είχε ένα κύριο σώμα η τέχνη και κάποια στοιχεία της ιδιοσυγκρασίας ή της αξίας σου φαίνονταν έπειτα από ένα σημείο. Αφού πρώτα διδαχθείς, αφού προχωρήσεις, αφού, αφού…».
Θέλω η ζωγραφική μου να έχει σαφή θεολογική αναφορά. Βέβαια αυτό έχει κινδύνους, μπορεί να απομονωθώ λιγάκι, αλλά έτσι θέλω να ζωγραφίζω. Αν δεν έχεις καλλιεργήσει και έναν κόσμο δίπλα σου από τον οποίο να αντλεί ενέργεια και νόημα η ζωγραφική, δεν μπορείς να κάνεις κάτι. Ολοι όσοι έκαναν αφηρημένη ζωγραφική, ο Καντίνσκι, ο Κλέε, όλοι είχαν και μια ιδεολογία. Χρειάζεσαι υποστήριξη από έναν κόσμο στέρεο που να σε εκφράζει ως άνθρωπο σε βάθος μεγάλο και η ζωγραφική να υπακούει σε αυτό. Τώρα είναι ο καταλληλότερος χρόνος να γίνει αυτό. Ενώ έχει υπάρξει μια εξέλιξη και στην τεχνολογία και σε όλα, οι κοινωνίες είναι πρωτόγονες σε βασικά θέματα. Ολες οι χώρες καλούνται να γίνουν πολυεθνικές, κανένας να μην μπορεί να εμβαθύνει στον πολιτισμό του.
Τώρα είμαι πιο νηφάλιος, έχω πιο καθαρό μυαλό και τα αφήνω να πάρουν τον δρόμο τους. Και τα ίδια μου λένε και πώς να τα συνεχίσω. Ούτως ή άλλως τα έργα δεν μας ανήκουν, ανήκουν στον κόσμο. Και όταν ξανασυναντώ ένα έργο μου, είναι σαν να είδα μια κοπέλα που πριν από πέντε χρόνια είχαμε βγει δύο-τρία ραντεβού αλλά δεν έγινε κάτι περισσότερο. Προσπαθώ να τα σκέφτομαι απλά, γιατί αν τα σκέφτεσαι απλά είναι πιο λεπτός ο νους σου και υπάρχει περιθώριο να βελτιωθεί η ζωγραφική σου, ενώ, αν είναι πολύπλοκη η σκέψη σου, έχεις παχύ νου, μπορεί να προβάλεις πάρα πολλά σε αυτά που κάνεις, στην ουσία να φουντώνει η περσόνα του καλλιτέχνη και το έργο σου να αδυνατίζει.
«Ζωγραφίζω για να αγαπήσω τον άλλον»
Ζωγραφίζω για να είμαι κοντά στο αίσθημα ενός εφηβικού έρωτα ή στη φύση ή στους ανθρώπους ή στα κεράκια ή στις ψυχούλες. Γι’ αυτό ζωγραφίζεις. Σαν σε κατάσταση προσευχής. Αυτό είναι η μαγεία της. Προσπαθείς να συνδεθείς με κάτι άλλο για να μπορέσεις να διώξεις μια ενέργεια και να σου έρθει μια άλλη. Για να μπορέσεις να υπάρχεις. Αλλιώς πώς μπορείς να υπάρχεις; Με ποιον τρόπο να ζεις; Ενας τρόπος για μένα είναι η ζωγραφική. Δεν είναι μόνον αυτός αλλά μέσα από εκεί μπορώ να μετουσιώνω όλα όσα ζω. Αυτό που ζεις γίνεται κάτι άλλο και αυτό μετά γίνεται κάτι άλλο και το προσφέρεις. Ναι μεν κάνεις τη ζωγραφική για σένα –δεν σκέφτεσαι αν θα αρέσει στον άλλον –αλλά την κάνεις για να την προσφέρεις στον κόσμο. Η Τέχνη προσεγγίζει το ωραίο, όχι με την έννοια της διακόσμησης, της ευκολίας και του τριαλαλά αλλά με την έννοια της πνευματικής και ψυχικής ανάτασης. Να βλέπεις ένα έργο, να ακούς μια μουσική και να θέλεις να αγκαλιάσεις μετά τον άλλον, να τον αγαπήσεις. Να βγαίνεις από την έκθεση ή τη συναυλία καλύτερος άνθρωπος. Είδα στην Ικαρία τα φρέσκα της Μονής Θεοκτίστης και χάρηκα, συγκινήθηκα, αισθάνθηκα. Θα σκεφτώ και τη ζωή μου ακόμη καλύτερα. Μέσα από τον άλλον πάντα. Δεν μπορείς να είσαι μόνος. Αυτή τη χαρά που νιώθεις θα την κρατήσεις για τον εαυτό σου; Δεν θέλεις να συναντήσεις τον άλλον όντας εσύ καλύτερος; Που σημαίνει ότι χαμηλώνεις τον εαυτό σου και πας στον άλλον. Κι αυτό είναι και το ζητούμενο: να μην είναι τίποτε εγωκεντρικό, να είναι προσφορά.
«Θέλει κάθε φορά να αποδεικνύεις ότι είσαι μάγος»
Ενας μάγος κάνει παράξενες κινήσεις με τα χέρια του και χρησιμοποιεί διάφορα τεχνάσματα αποπλανώντας τις ματιές των ανθρώπων. Τους παρουσιάζει έτσι κάτι που δεν έχει μια λογική εξήγηση, ενώ εκείνοι προσπαθούν να δώσουν μια ερμηνεία, μαγεμένοι και εκστατικοί μπροστά στο θέαμα που τους αποκαλύπτεται. Στην ουσία, όμως, μαγεύει τις αισθήσεις τους, αποπλανά το βλέμμα τους, ίσως και τη λογική τους. Από μόνη της η διεργασία της ζωγραφικής είναι κάτι μαγικό. Ο ζωγράφος ανακατεύει χρώματα, χρησιμοποιεί τα δικά του υλικά, κάνει τις δικές του κινήσεις, βάζει μπροστά του έναν λευκό καμβά ή χαρτί και ξεκινάει τα μαγικά του.
Σπύρος Αγγελόπουλος
Η μεγαλύτερη μαγεία που έχει η ζωγραφική δεν έχει να κάνει με την ίδια, αλλά με τη ζωή του ζωγράφου. Ζώντας σε μια κοινωνία που οι περισσότεροι αισθάνονται σαν φυλακισμένοι και κάνουν δουλειές που δεν τους αρέσουν μόνο και μόνο για τα λεφτά, ο ζωγράφος έχει επιλέξει να κάνει αυτή του δουλειά για να είναι ελεύθερος. Να είναι παράδειγμα για τους άλλους, πως μπορεί να υπάρξει ένας άνθρωπος ελεύθερος σήμερα. Αυτή είναι για εμένα η μεγαλύτερη μαγεία της ζωγραφικής. Μετά υπάρχει και μια άλλη μαγεία που έχει να κάνει με την ίδια τη ζωγραφική, με το πώς δημιουργούν τα χρώματα και τα σχήματα εικόνες, και πως δουλεύοντας ένας ζωγράφος πινελιά-πινελιά, γραμμή-γραμμή, ζωγραφιά-ζωγραφιά, να μπορεί να φτάσει σε ένα επίπεδο να αισθάνεται ότι δεν είναι μόνος του. Δηλαδή να αισθάνεται μια παρηγοριά για τη φθαρτότητα της ύπαρξης. Και για τον θεατή συμβαίνει αυτό, αν δει μια ζωγραφιά που τον αφορά. Του δίνει μια παρηγοριά, τον κάνει να αισθάνεται ότι δεν είναι μόνος του. Του δίνει να καταλάβει ότι αυτό που αισθάνεται το έχει αισθανθεί και κάποιος άλλος και το έχει ζωγραφίσει.
- Φωτογραφίες: Νίκος Γ. Μαστροπαύλος
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ