Μπορεί η τελευταία μέτρηση του Ευρωβαρόμετρου να πέρασε στο ντούκου, τα ευρήματα όμως που δείχνουν ότι το 78% των πολιτών στην Ελλάδα πιστεύουν πως η γενική κατάσταση στη χώρα είναι κακή (5η χειρότερη επίδοση στην ΕΕ) και το 81% πως τους επόμενους 12 μήνες τα οικονομικά του νοικοκυριού τους δεν θα βελτιωθούν (3η χειρότερη επίδοση στην ΕΕ) θα πρέπει να ενεργοποιήσουν τα αντανακλαστικά πρωτίστως της κυβέρνησης αλλά και όλου του πολιτικού συστήματος που εξακολουθεί να βαδίζει στην πεπατημένη του λαϊκισμού.
Και είναι γεγονός ότι η ελληνική οικονομία υποφέρει και θα υποφέρει περισσότερο από άλλες ευρωπαϊκές χώρες γιατί ήταν ήδη τραυματισμένη από τη δεκαετή περίοδο των μνημονίων, προτού ενσκήψει η πανδημία, είναι περισσότερο εκτεθειμένη από άλλες ευρωπαϊκές χώρες στην τρέχουσα κρίση καθώς εξαρτάται από τον τουρισμό και, τέλος, κράτος και νοικοκυριά είναι υπερχρεωμένα.
Αυτή η συγκυρία σε συνδυασμό με την κρίση των εθνικών θεμάτων κατέστησε τον τελευταίο ενάμιση σχεδόν χρόνο την κυβέρνηση όμηρο των εξελίξεων και τη μετέτρεψε από «κυβέρνηση των μεταρρυθμίσεων», όπως φιλοδοξούσε να είναι κερδίζοντας τις εκλογές το 2019, σε «κυβέρνηση διαχείρισης κρίσεων».
Η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα αποτυπώνονται πλέον σε όλες τις μετρήσεις και τους ποιοτικούς δείκτες των δημοσκοπήσεων, όσο κι αν κάποιοι διαβάζουν μόνο την πρόθεση ψήφου…
Η πραγματικότητα είναι ότι στις κάλπες πάντα όλα κρίνονται από την αρχή και κυρίως από τις προοπτικές που θα δίνει στον κάθε ψηφοφόρο και ειδικά τους νέους ο κάθε πολιτικός σχηματισμός.
Για την κυβέρνηση τα πράγματα είναι (ακόμη) διαχειρίσιμα. Εχει χρόνο να αποδείξει ότι είναι «κυβέρνηση των μεταρρυθμίσεων» και αυτή που θα φέρει πίσω τους νέους εξασφαλίζοντάς τους εργασία.
Να όμως που στην αφετηρία της προσπάθειας κι εν μέσω αντιπαράθεσης για τις αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις και την αναβάθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος, το ένα λάθος διαδέχεται το άλλο.
Με μεγαλύτερο, όλα όσα είπε ο σύμβουλος του Πρωθυπουργού Αλεξ Πατέλης σοκάροντας το πανελλήνιο «εγώ δεν θα προσλάμβανα κάποιον με διδακτορικό αν μου έκανε αίτηση, γιατί δείχνει ότι είναι πιθανώς ένας άνθρωπος που δεν έχει απαραιτήτως όρεξη για δουλειά».