Η Βόρεια Κορέα εκτόξευσε την Κυριακή έναν βαλλιστικό πύραυλο προς τη Θάλασσα της Ιαπωνίας, ανακοίνωσε το υπουργείο Άμυνας της Νότιας Κορέας, κρίνοντας πως επρόκειτο για μια «επίδειξη δύναμης» της Πιονγκγιάνγκ έναντι της κυβέρνησης του νέου ρεπουμπλικάνου προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος διεμήνυσε πως η στάση της Ουάσινγκτον θα είναι στο εξής πιο σκληρή απέναντί της.
Το αμερικανικό Πεντάγωνο επιβεβαίωσε ότι κατέγραψε την εκτόξευση ενός βαλλιστικού πυραύλου.Ο πύραυλος αυτός εκτοξεύθηκε στις 07:55 τοπική ώρα (00:55 ώρα Ελλάδας) από την αεροπορική βάση Μπανγκχγιόν, στο δυτικό τμήμα της Βόρειας Κορέας, και διέγραψε τροχιά προς ανατολάς, προς τη θάλασσα της Ιαπωνίας, σύμφωνα με το υπουργείο Άμυνας της Νότιας Κορέας.
«Ο ακριβής τύπος αυτού του βαλλιστικού πυραύλου απομένει να προσδιοριστεί», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ένας εκπρόσωπος του υπουργείου Άμυνας από τη Σεούλ.
Σύμφωνα με πηγές προσκείμενες στις νοτιοκορεάτικες ένοπλες δυνάμεις που επικαλέστηκε το πρακτορείο ειδήσεων Yonhap, πιθανόν επρόκειτο για δοκιμή ενός βαλλιστικού πυραύλου μέσου βεληνεκούς Μουσουντάν.Οι πύραυλοι Μουσουντάν μπορούν να πλήττουν στόχους σε απόσταση 3.000 χιλιομέτρων.
Πρόκειται για την πρώτη εκτόξευση βαλλιστικού πυραύλου από την Πιονγκγιάνγκ μετά την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ. Υπενθυμίζεται πως τον Οκτώβριο του 2016 η Βόρεια Κορέα είχε κάνει δύο δοκιμές πυραύλων Μουσουντάν από την ίδια βάση.
Η προεδρία της Νότιας Κορέας ανακοίνωσε ότι συγκλήθηκε έκτακτη συνεδρίαση του συμβουλίου εθνικής ασφαλείας στις 09:30 τοπική ώρα.Ο πύραυλος διένυσε μια απόσταση «περίπου 500 χιλιομέτρων», σύμφωνα με το νοτιοκορεάτικο επιτελείο.
Στο μήνυμά του προς το λαό της Βόρειας Κορέας για το νέο έτος, ο Κιμ Γιονγκ Ουν είχε ανακοινώσει πως η χώρα ετοιμάζεται να δοκιμάσει έναν διηπειρωτικό βαλλιστικό πύραυλο και ότι θα συνεχίσει να αναπτύσσει την αποτρεπτική της ισχύ.
Αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ απαγορεύουν στη Βόρεια Κορέα τις δοκιμές βαλλιστικών πυραύλων, αλλά η Πιονγκγιάνγκ αρνείται να τις αναγνωρίσει, υποστηρίζοντας ότι κάθε χώρα έχει δικαίωμα να αυξάνει τις αμυντικές της δυνατότητες, πόσο μάλλον όταν αντιμετωπίζει εχθρική πολιτική από μέρους της Ουάσινγκτον.