Στη φετινή 15η Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής της Βενετίας με τίτλο «Reporting from the front» (Ανταπόκριση από το μέτωπο) με γενικό επιμελητή τον βραβευμένο με Pritzker Αλεχάντρο Αραβένα, η ελληνική συμμετοχή εκπροσωπείται από τον Σύλλογο Αρχιτεκτόνων. Για την ελληνική συμμετοχή επιλέχθηκε να μην ακολουθηθεί η πεπατημένη, αντί της «παραδοσιακής» πρακτικής, δηλ. να ανατεθεί η έκθεση σε κάποια προσωπικότητα του χώρου της αρχιτεκτονικής. Την έκθεση ανέλαβε, με πρωτοβουλία του, για πρώτη φορά στην ιστορία της Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής, ο συλλογικός φορέας των αρχιτεκτόνων της χώρας κατόπιν ανάθεσης από τη Γραμματεία Χωρικού Σχεδιασμού και Αστικού Περιβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος.
Η επιλογή να εκπροσωπηθεί το εθνικό περίπτερο από ένα Σύλλογο ήταν από την αρχή μια δύσκολη υπόθεση σε ένα πολιτικό και πολιτισμικό περιβάλλον όπως αυτό της Ελλάδας, και δη στην παρούσα συγκυρία, όπου αφενός κάθε χειρονομία εντάσσεται σε ένα πολιτικά πολωμένο πεδίο, και αφετέρου, πολιτισμός και προτάσεις παράγονται σχεδόν αποκλειστικά από μεγάλα Ιδρύματα, όπου πρωτοβουλίες, καινοτόμες και ριζοσπαστικές προτάσεις ανατίθενται και καταναλώνονται από συγκεκριμένους χώρους και απευθύνονται σε συγκεκριμένο κοινό.
Η πρωτόγνωρη αυτή πρακτική πήρε μια κατεύθυνση εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και πρωτοφανή για τα διεθνή και, κυρίως, τα εγχώρια δεδομένα. Ο Σύλλογος Αρχιτεκτόνων έγινε ο συμβολικός και πραγματικός τόπος αυτοοργάνωσης, μέσω ανοιχτών προσκλήσεων αντί διαγωνιστικού τμήματος, δίνοντας τη δυνατότητα σε όλους τους ενδιαφερόμενους αρχιτέκτονες να συνεργαστούν στο δικό τους «μέτωπο». Διαμορφώθηκε μια διαδικασία που έδωσε χώρο για συνεργασία και ανταλλαγή απόψεων, για γνωριμία και διαμόρφωση νέων κοινωνικών σχέσεων, για την ανάπτυξη της προβληματικής που βιώνει ο σύγχρονος αρχιτέκτονας ως μέρος της ευρύτερης κοινωνικής κρίσης.
Η διαδικασία αυτή στήθηκε από την αρχή, με όρους που διαμόρφωσαν συλλογικά οι συμμετέχοντες, με πλήρη ισοτιμία των μελών της και τη δημοκρατικότητα που αρμόζει σε έναν ιστορικό θεσμό με βαθιά και πλούσια ιστορία όπως ο Σύλλογος Αρχιτεκτόνων. Έδωσε όμως και το στίγμα μιας διαφορετικής νοηματοδότησης από την κυρίαρχη σε αντίστοιχες διοργανώσεις. Την επιμονή στην ίδια την διαδικασία, στην «εν κινήσει» παραγωγή έργου που διαμορφώνεται από τις ίδιες τις κοινωνικές σχέσεις που χτίζουν οι συμμετέχοντες ως παραδείγματα συλλογικής οργάνωσης και όχι ως προϊόν μιας «επιμελημένης» (curated) πρότασης. Η αναζήτηση της συλλογικής δράσης, της διαμόρφωσης δικτύων και συνεργασίας που βρίσκονται στην αιχμή της πρωτοπορίας και του δημόσιου διαλόγου διεθνώς και σε μια εποχή που οι σημαντικότερες εκθέσεις στήνονται πάνω στην αναπαράσταση τέτοιων σχέσεων, η ελληνική συμμετοχή έδειξε πως αυτό γίνεται πράξη.
Η επιλογή αυτή, ξένη προς τα ελληνικά καθιερωμένα, προκάλεσε και την έντονα επιθετική στάση ΜΜΕ, η οποία εκφράστηκε πριν καν ακόμα τα εγκαίνια της έκθεσης.
Το #ThisIsACoup έγινε #ThisIsACo-op
Από τον Ιανουάριο, σε αμέτρητες συνελεύσεις και με εθελοντική παρουσία, διαμορφώθηκε ένα σώμα 100 περίπου συναδέλφων, στη συντριπτική τους πλειοψηφία νέων και γυναικών, που με αποφασιστικό τρόπο δημιούργησε μια συλλογικότητα η οποία έδωσε και τον τίτλο στην έκθεση του ελληνικού περιπτέρου #ThisIsACo-op (αυτό είναι μια Συλλογικότητα) διασκευάζοντας το γνωστό hashtag #ΤhisIsACoup, που κυριάρχησε το καλοκαίρι του ελληνικού δημοψηφίσματος. Ο τίτλος εξέφρασε το περιεχόμενο του πειράματος τονίζοντας πως απέναντι στα κοινά προβλήματα, οι λύσεις δεν μπορούν παρά να είναι συλλογικές. Η συλλογική μας απόφαση ήταν να παρουσιαστεί αυτό που συγκροτούν οι άνθρωποί της: μια συνεργατική δομή που αναπτύσσει τις τέσσερις βασικές θεματικές που επιλέχτηκαν για το «ελληνικό μέτωπο». Η κρίση της πόλης, η προσφυγική κρίση, η υφαρπαγή των κοινών αγαθών και η κρίση του επαγγέλματος του αρχιτέκτονα.
Προς αυτήν την κατεύθυνση, στον χώρο του περιπτέρου κατασκευάστηκε ένα αμφιθέατρο, ένα φόρουμ που γίνεται ο υποδοχέας όλης της προβληματικής που αντιμετωπίζει σήμερα η αρχιτεκτονική, ο χώρος και οι κοινωνίες. Μια πλατεία των κοινών (commons) και των κοινών διεθνώς προβληματισμών, μια χειρονομία που επαναφέρει τον αρχιτέκτονα στον κοινωνικό του ρόλο και στη δημόσια σφαίρα, που δίνει χώρο για πολλαπλές συνέργειες με άλλα επιστημονικά πεδία, συλλογικότητες, κινήματα και πρωτοβουλίες. Ένα χώρο που λειτουργεί ως δοχείο υποδοχής λόγου και δράσης, όπου ο θεατής μπορεί να συμμετάσχει, να πάρει μέρος στις συζητήσεις και τα δρώμενα που συμβαίνουν στο χώρο του περιπτέρου, να διαβάσει, να γράψει στον μαυροπίνακα περιμετρικά όλων των τοίχων του περιπτέρου, να γίνει μέρος της αφήγησης των εκθεμάτων που παρουσιάζονται και αφορούν τα θέματα που αντικατοπτρίζουν το μέτωπο της κρίσης.
Ήδη από τα εγκαίνια της έκθεσης το Μάιο και μέχρι τη λήξη της έκθεσης το Νοέμβριο, δεκάδες εκδηλώσεις λαμβάνουν χώρα στο αμφιθέατρο του ελληνικού περιπτέρου με τους συμμετέχοντες και διεθνείς καλεσμένους. Παράλληλο κομμάτι των εκδηλώσεων στη Βενετία αποτελούν συζητήσεις, workshop και εκδηλώσεις στην Αθήνα και την ελληνική περιφέρεια. Ο κατάλογος της έκθεσης, που θα εκδοθεί σύντομα, περιλαμβάνει μελέτες, αρχιτεκτονικά έργα και άρθρα γνώμης για τα συνολικά ζητήματα που επεξεργάστηκαν οι συμμετέχοντες.
Η φωτεινή επιγραφή του #ThisIsACo-op στο κέντρο της έκθεσης δεν θα σβήσει με το πέρας της έκθεσης. Θα επιστρέψει στην Ελλάδα για να φτιάξει κι άλλα γεγονότα, να μεταφέρει τη συνεργατική εμπειρία που ξεκίνησε από τον Σύλλογο Αρχιτεκτόνων, ένα χρήσιμο και ζωντανό κύτταρο για την πόλη και τις ανάγκες της, που φαίνεται να ενεργοποιείται ξανά μετά από πολλά χρόνια.
Η κυρία Όλγα Μπαλαούρα είναι αρχιτέκτων, μέλος της συλλογικότητας του #ThisIsACo-op