Η οικονομική κρίση έχει επιφέρει δραματικά πλήγματα στην κοινωνία, στην οικονομία και στην υγεία. Η κατάρρευση των «μεταρρυθμίσεων» και τα αρνητικά αποτελέσματά τους στους δείκτες υγείας, στην ασφάλιση του πληθυσμού και στην πρόσβαση των πολιτών στις υπηρεσίες συνθέτουν την αρνητική «εικόνα» στη χώρα μας.
Παρά τα φαινόμενα αυτά, η προσπάθεια ανασυγκρότησης του συστήματος υγείας προσκρούει στη χρονίζουσα «παθολογία» προγραμματικής επάρκειας της εθνικής πολιτικής υγείας, η οποία σηματοδοτείται από: (α) την κατάληψη του μηχανισμού λήψης αποφάσεων από το ιατροτεχνολογικό σύμπλεγμα και το συλλογικό ιατρικό μονοπώλιο, (β) τη μη αντιμετώπιση της «νόσου του κόστους» και (γ) την αγνόηση της σημασίας των συμπεριφορικών οικονομικών και τεχνικών bonus-malus για τους χρήστες και τους προμηθευτές ώστε να περιορισθούν οι μη ορθολογικές (και βλαπτικές) πρακτικές οι οποίες επιβαρύνουν το σύστημα υγείας.
Υπό το πρίσμα αυτό η πολιτική υγείας εκτρέπεται από την προοπτική αναζήτησης της (ιατρικής) αποτελεσματικότητας, της (οικονομικής) αποδοτικότητας, της (κοινωνικής) ισότητας και βεβαίως της προσπάθειας ανάταξης των συμπτωμάτων αποδόμησης του υγειονομικού τομέα από τις πολιτικές λιτότητας.
Ο εκτοπισμός της πολιτικής υγείας από την ύλη αναφοράς της «αντιρροπείται» από την ανάπτυξη μιας πληθωριστικής ρητορικής η οποία εμπεριέχει τις διαστάσεις: (α) ενός φιλελεύθερου «οικονομισμού» ο οποίος υποδύεται την προτεραιοποίηση των «καλών λογαριασμών» και (β) ενός ριζοσπαστικού «εργατισμού» ο οποίος ενδύεται την επίλυση των «δίκαιων εργασιακών αιτημάτων».
Είναι προφανές ότι οι ρητορικές αυτές υποκαθιστούν την πολιτική και βρίσκονται μακράν του πραγματικού προβλήματος στον υγειονομικό τομέα. Ωστόσο, τα κρίσιμα ζητήματα πολιτικής υγείας σχετίζονται με τη διαχείριση των μειζόνων παραγόντων κινδύνου, τη διασφάλιση της πρόσβασης και την ελαχιστοποίηση των κοινωνικοοικονομικών ανισοτήτων.
Πρόκειται για ένα ζήτημα πολιτικής και ιδεολογίας το οποίο οι τρέχουσες ρητορικές αδυνατούν να καλύψουν. Αντιθέτως, η συμβολή τους ως μηχανισμών συσκότισης της αλήθειας εμποδίζει τον εμπλουτισμό της εθνικής πολιτικής υγείας με τον αναγκαίο ριζοσπαστισμό αλλά και τη χρήσιμη «δόση» ελευθερίας, τα οποία είναι αναγκαία για την ανάπτυξη υπευθυνότητας και δημιουργικότητας στα σύγχρονα συστήματα υγείας, τα οποία ασφυκτιούν σε οργανωτικά και διαχειριστικά πλαίσια «στρατοπεδικού» χαρακτήρα της πρώτης μεταπολεμικής περιόδου.
Ο κ. Γιάννης Κυριόπουλος είναι καθηγητής Οικονομικών Υγείας.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ