Σε όλη αυτή την περίοδο της κρίσης με τις γνωστές επιπτώσεις της στη χώρα, δεν είναι μόνον η πίεση που δέχθηκε η χώρα να κάνει τα αδύνατα δυνατά και οδηγήθηκε σε μια πρωτοφανή για καιρό ειρήνης συρρίκνωση της οικονομίας της.
Ταυτόχρονα, υπήρξαν στιγμές κατά τις οποίες η Ελλάδα απειλήθηκε με τον πιο ακραίο τρόπο από τους δανειστές της, ιδίως από το Βερολίνο και κατά συνέπεια από τις Βρυξέλλες τις οποίες το πρώτο πλήρως ελέγχει.
Ποιος μπορεί να ξεχάσει λ.χ. τις ωμές απειλές του Γερμανού υπουργού Σόιμπλε, ο οποίος έθετε όχι απλώς ζήτημα έξωσης της Ελλάδας από το ευρώ αλλά και από την Ε.Ε. συνολικά – το τελευταίο το «μάζεψε» μόλις πριν από λίγες ημέρες.
Ουσιαστικά, ολόκληρη η υπόθεση του κινδύνου ελληνικής εξόδου είναι μία γερμανική «εφεύρεση» που βγαίνει κάθε τόσο από τη φαρέτρα, όπως ακριβώς και σήμερα συμβαίνει.
Οποτε λοιπόν η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο αυτής της απειλής όλα αυτά τα χρόνια, μία χώρα ήταν εκείνη που ύψωσε, για τους δικούς της προφανώς λόγους, αλλά ύψωσε, ουσιαστικό τείχος διαφωνίας απέναντι στο Βερολίνο ως προς το ελληνικό ζήτημα: οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Δεν είναι ούτε μία ούτε δύο οι φορές που η Ουάσιγκτον ευθέως έβαλε πλάτη στην Ελλάδα, προκαλώντας μεγάλο και έκδηλο εκνευρισμό στο Βερολίνο.
Και αυτό όχι μόνον σε φανερό ή λιγότερο φανερό διμερές επίπεδο, αλλά και μέσω της βαρύνουσας σημασίας των ΗΠΑ στο ΔΝΤ, που ήταν και παραμένει ο μόνος από τους δανειστές μας που έχει ταχθεί υπέρ της περικοπής του ελληνικού χρέους, κάνοντας τους Γερμανούς να τρίζουν από θυμό…
Κι ενώ συμβαίνουν όλα αυτά κι επίσης ενώ βρισκόμαστε σε μία από τις πιο κρίσιμες φάσεις της πενταετίας της κρίσης, έρχεται τώρα η κυβέρνηση να ανοίξει ένα αδιανόητο και ανούσιο είδος «πολέμου» με τη χώρα που έχει σταθερά αποτελέσει τον μόνο μας μεγάλο και ισχυρό σύμμαχο, την ώρα που είμαστε στην αρένα με τα λιοντάρια.
Η συζήτηση για την αποφυλάκιση καταδικασμένων από την ελληνική Δικαιοσύνη δολοφόνων τρομοκρατών, που έχουν σκοτώσει εν ψυχρώ τόσο Αμερικανούς όσο και Ελληνες πολίτες που οι τρομοκράτες μόνοι τους τους… έκριναν ενόχους προς θάνατο, είναι το πιο τερατώδες λάθος που μπορεί να διαπράξει σήμερα η Ελλάδα.
Το γιατί σκέπτεται να το κάνει, δεν έχει σημασία: είναι, πιθανότατα, οι παιδικές ασθένειες ενός νέο χώρου εξουσίας που πρέπει να βρει τις ισορροπίες του.
Όμως εδώ δεν μιλάμε πια για ισορροπίες: μιλάμε για μια καθαρή τρέλα: να χάνεις, χωρίς λόγο, τον πιο σημαντικό σύμμαχό σου εν μέσω τέτοιας λαίλαπας που επικρέμεται πάνω από τη χώρα.
Ο πρωθυπουργός πρέπει να κλείσει αμέσως αυτή τη συζήτηση οριστικά και αμετάκλητα.
Να πάρει την ευθύνη πάνω του και να τελειώνουμε το γρηγορότερο δυνατόν με κάτι που όχι μόνον είναι λάθος, όχι μόνον είναι άδικο για τα θύματα και τους συγγενείς τους, αλλά είναι και καταστρεπτικό για τη χώρα.
Το ζήτημα πρέπει να κλείσει τώρα και να κλείσει οριστικά, την ώρα μάλιστα που είναι ανοικτό ένα άλλο δύσκολο ζήτημα, οι σχέσεις με τη Ρωσία, το οποίο απαιτεί πολύ μεγάλη προσοχή και σοβαρότητα από την ελληνική πλευρά προς τις ΗΠΑ, καθώς έχει σοβαρότατες γεωπολιτικές διαστάσεις.
Κι αν οι εσωκομματικές ισορροπίες είναι τέτοιες που δημιουργούν πρόβλημα, ο πρωθυπουργός πρέπει να τους φέρει στα σύγκαλά τους, όσους βουλευτές του κόμματός του έχουν άλλες διαθέσεις.
Κι αν δεν το καταφέρει, πρέπει να πάψει να υπολογίζει σε αυτούς.
Τώρα.