Η Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων: Η αγαπημένη των μικρών και των μεγάλων

Ο Λιούις Κάρολ, ψευδώνυμο με το οποίο έγινε ευρύτερα γνωστός ο βρετανός συγγραφέας, μαθηματικός, φωτογράφος και κληρικός Τσαρλς Λούτγουιτζ Ντότζσον

Ο Λιούις Κάρολ, ψευδώνυμο με το οποίο έγινε ευρύτερα γνωστός ο βρετανός συγγραφέας, μαθηματικός, φωτογράφος και κληρικός Τσαρλς Λούτγουιτζ Ντότζσον, στάθηκε άνθρωπος αναμφίβολα τυχερός. Σε αντίθεση με άλλους δημιουργούς οι οποίοι αναγνωρίζονται μόνο μετά θάνατον, ο ίδιος στο τέλος της ζωής του ευτύχησε να δει το γνωστότερο πόνημά του, τις «Περιπέτειες της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων», να κατακτά τον τίτλο του δημοφιλέστερου βιβλίου παιδικής λογοτεχνίας στην Αγγλία. Τα επόμενα χρόνια η δημοτικότητά του αυξήθηκε ακόμη περισσότερο, με αποτέλεσμα στα μέσα του 20ού αιώνα να αποτελεί το διασημότερο βιβλίο του είδους του στον κόσμο. Εκατόν πενήντα χρόνια από την πρώτη του έκδοση, το 1865, η αντοχή αλλά και η πολυεπίπεδη επιρροή της «Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων» (τίτλος ο οποίος τελικά καθιερώθηκε) παραμένουν εντυπωσιακές: μεταφράστηκε σε τουλάχιστον 97 γλώσσες, γνώρισε πολλές τηλεοπτικές και κινηματογραφικές διασκευές, εμπνέοντας παράλληλα την όπερα αλλά και το μπαλέτο.
Η αλληγορία και οι ερμηνείες
Σε τι οφείλει άραγε το βιβλίο, που περιγράφει με λεπτή φαντασία και παιδικό αυθορμητισμό της περιπέτειες ενός μικρού κοριτσιού, της Αλίκης, η οποία μετά την πτώση της σε μια λαγότρυπα περιπλανιέται σε έναν αλλόκοτο κόσμο, την αγέραστη δημοτικότητά του; Πολύ μελάνι έχει χυθεί γι’ αυτό. Είναι το γεγονός ότι απευθύνεται τόσο σε παιδιά όσο και σε ενηλίκους; Το στοιχείο του συμβολισμού, της σάτιρας και της αλληγορίας που ανοίγει διάπλατα τον δρόμο στη φαντασία και στις πολλές ερμηνείες; Η ίδια η προσωπικότητα του συγγραφέα (1832-1898) και του μύθου γύρω από το πρόσωπό του με τις θεωρίες περί παιδοφιλίας που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, οι οποίες όμως φαίνεται ότι υποχωρούν τα τελευταία χρόνια; Οποια κι αν είναι η απάντηση, τα δεδομένα παραμένουν εντυπωσιακά.
Στο πλαίσιο των εκτεταμένων αναλύσεων του βιβλίου, η πλέον συνηθισμένη ερμηνεία θέλει την ηρωίδα να αποτελεί χαρακτηριστική εκπρόσωπο της καταπιεσμένης παιδικής ηλικίας κατά τη βικτωριανή περίοδο. Η κριτική της κοινωνίας της εποχής του συγγραφέα και των αγγλοσαξονικών νοοτροπιών σε συνδυασμό με το πώς επηρεάζεται η ταυτότητα του ατόμου όταν παύουν να ισχύουν οι κατεστημένοι κανόνες χαράζουν τους βασικούς άξονες. «Ποια είμαι επιτέλους; Α, αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα» λέει κάπου η Αλίκη εκφράζοντας ένα από τα κεντρικά ερωτήματα του ίδιου του έργου. Στον φανταστικό κόσμο όπου κινείται η μικρή ηρωίδα με την ίδια να μεγαλώνει και να μικραίνει ώσπου να καταλήξει κάποια στιγμή σε ένα αλλόκοτο δικαστήριο όπου οι δικαστές-τραπουλόχαρτα αποφασίζουν να της… κόψουν το κεφάλι λίγο προτού συνειδητοποιήσει πως όλα αυτά δεν ήταν παρά ένα όνειρο, οι καθιερωμένες αντιλήψεις ανατρέπονται, ενώ κοινωνικοί θεσμοί και πρακτικές μπαίνουν στο στόχαστρο και γίνονται αντικείμενο χλευασμού. Την ίδια στιγμή κοινό τόπο αποτελεί η προσπάθεια του Κάρολ να παρωδήσει άλλα λογοτεχνικά έργα που απευθύνονται επίσης σε παιδιά, αν και δεν είναι λίγοι όσοι πιστεύουν πως ένα μέρος της «Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων» μπορεί να γίνει κατανοητό καλύτερα από τον ενήλικο αναγνώστη.
Ολα άρχισαν από μια εκδρομή
Μια εκδρομή που έκανε ο Κάρολ τον Ιούλιο του 1862 από κοινού με τον αιδεσιμότατο Ρόμπινσον Ντάκγουορθ και τις τρεις κόρες του πρύτανη του Κολεγίου Christ Church, στο οποίο δίδασκε ο ίδιος, Λορίνα, Ιντιθ και Αλις Λίντελ έμελλε να σταθεί η αρχή της περιπέτειας της συγγραφής του βιβλίου. Προκειμένου να απασχολήσει τα κορίτσια στη διάρκεια της εκδρομής αυτής ο Κάρολ επινόησε και αφηγήθηκε μια ιστορία η οποία αποτέλεσε τη βάση της «Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων». Η μικρή Αλις παρότρυνε τον Κάρολ να καταγράψει την αφήγηση, γεγονός το οποίο οδήγησε στην πρώτη μορφή του έργου υπό τον τίτλο «Οι περιπέτειες της Αλίκης κάτω από τη Γη». Το χειρόγραφο εκείνο δεν προοριζόταν προς δημοσίευση και έφερε την αφιέρωση που αποκάλυπτε ότι αποτελούσε ένα «δώρο Χριστουγέννων προς ένα αγαπητό παιδί, σε ανάμνηση μιας καλοκαιρινής ημέρας».
Αρκετό καιρό αργότερα και κατόπιν παροτρύνσεων που δέχθηκε, ο Κάρολ έλαβε την απόφαση να προχωρήσει στην έκδοση του βιβλίου, γεγονός που τον ώθησε να επεξεργαστεί την τελική μορφή του έχοντας ήδη προσεγγίσει τον διακεκριμένο καλλιτέχνη Τζον Τένιελ προκειμένου να αναλάβει την εικονογράφηση. Τελικά, το βιβλίο εκδόθηκε από τον οίκο MacMillan&Co με τον τίτλο «Οι περιπέτειες της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων» τον Ιούλιο του 1865, με τον συγγραφέα να αναλαμβάνει πλήρως τα έξοδα της έκδοσης, γεγονός το οποίο τον επιβάρυνε ασφαλώς οικονομικά σε περίπτωση αποτυχίας, του εξασφάλιζε όμως τον απόλυτο έλεγχο της ποιότητας. Πραγματικά κάποια οικονομική αιμορραγία τελικά δεν απεφεύχθη καθώς, ενώ η διαδικασία της πρώτης έκδοσης που περιλάμβανε 2.000 αντίτυπα είχε ήδη αρχίσει, ο συγγραφέας πληροφορήθηκε πως ο Τένιελ δεν ήταν τελικά ευχαριστημένος από την ποιότητα εκτύπωσης των εικόνων του, με αποτέλεσμα να αποσυρθεί το βιβλίο επιβαρύνοντας τον Κάρολ. Μερικούς μήνες αργότερα, τον Νοέμβριο του 1865, η δεύτερη έκδοση του βιβλίου τυπώθηκε σε 4.000 αντίτυπα, τα οποία ο συγγραφέας χαρακτήρισε «τέλειο δείγμα καλλιτεχνικής εκτύπωσης». Τα Χριστούγεννα του 1871 εκδόθηκε η συνέχεια του βιβλίου με τίτλο «Through the Looking Glass and What Alice Found There» γνωρίζοντας επίσης εντυπωσιακή απήχηση, ενώ ο συγγραφέας ολοκλήρωσε και μια ειδική έκδοση απευθυνόμενη ειδικά σε πολύ μικρά παιδιά ως πέντε ετών. Παρ’ όλο που γενικά ο χαρακτήρας της Αλίκης θεωρείται ότι αντλεί στοιχεία από την Αλις Λίντελ –την οποία ορισμένοι βιογράφοι του υποστηρίζουν ότι ο Κάρολ ζήτησε σε γάμο -, ο ίδιος ο συγγραφέας διέψευσε πως η ηρωίδα του βιβλίου του στηρίζεται πράγματι σε κάποιο υπαρκτό πρόσωπο. Χαρακτηριστικό είναι πως, παρά την επιτυχία του βιβλίου, ο Κάρολ συνέχισε να διδάσκει στο Κολέγιο Christ Church, όπου και διέμενε, για αρκετά χρόνια αργότερα. Δεν εγκατέλειψε τη διδασκαλία παρά το 1881 προκειμένου να αφοσιωθεί πλήρως στη συγγραφή.
Στους πρώτους αναγνώστες της «Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων» περιλαμβάνονται η βασίλισσα Βικτωρία και ο νεαρός τότε Οσκαρ Γουάιλντ. Η εκτίμηση του συγγραφέα και ιστορικού σερ Γουόλτερ Μπέσαντ στα τέλη του 19ου αιώνα, όμως, σύμφωνα με την οποία επρόκειτο για ένα «από αυτά τα σπάνιου είδους βιβλία που ανήκουν σε όλες τις μελλοντικές γενιές ώσπου η ίδια η γλώσσα να περιέλθει σε αχρηστία» ήταν αυτή η οποία έμελλε να περιγράψει τη μελλοντική πορεία του έργου του Κάρολ με τη μεγαλύτερη ακρίβεια. Και, αλήθεια, 150 ολόκληρα χρόνια μετά την πρώτη κυκλοφορία του βιβλίου, ποιος είναι αυτός που θα μπορούσε να διαφωνήσει;
ΛΙΟΥΙΣ ΚΑΡΟΛ

  • Γεννήθηκε σε συντηρητική οικογένεια με ισχυρούς δεσμούς με την Αγγλικανική Εκκλησία.
  • Σημαντικό μέρος της καλλιτεχνικής ζωής του περιλαμβάνει την ενασχόλησή του με τη φωτογραφία.
  • Ιδιαίτερα έχουν σχολιαστεί οι φωτογραφίες του που απεικονίζουν γυμνά νεαρά κορίτσια, παρ’ όλο που πιθανότατα τέτοιες φωτογραφίσεις δεν ήταν ασυνήθιστες την εποχή εκείνη.
  • Αφησε μεγάλο αριθμό επιστολών και ημερολόγια, μέρος των οποίων αγνοείται σήμερα. Επισήμως θεωρείται ότι χάθηκαν από αμέλεια, ωστόσο υπάρχουν φήμες περί σκόπιμης απόκρυψης από μέλη της οικογένειας προκειμένου να προστατευθεί η φήμη του.
  • Κατά τη διάρκεια της ζωής του ο Κάρολ είχε αρκετές «παιδικές φίλες», κορίτσια στην προεφηβική ηλικία, γεγονός που έχει ερμηνευθεί από ορισμένους ως ένδειξη παιδοφιλίας, σε πλατωνικό ωστόσο επίπεδο. Πιο πρόσφατες μελέτες όμως επιχειρούν να ανατρέψουν αυτή την αντίληψη.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.