Η βόλτα για την οµορφιά µπορεί να ξεκινήσει από την ασχήμια. Από ένα από τα πιο άσχημα μέρη της Αθήνας, τη μη πεζοδρομημένη οδό Ερμού δίπλα από την πλατεία Μοναστηρακίου. Κάπου εκεί, προσπερνώντας την ατιμώρητη κατάληψη του δρόμου από τους οδηγούς ταξί, περνώντας δίπλα από πλανόδιους μουσικούς, αστυνομικούς και μαθητές που κάνουν την ιστορική πρώτη τους βόλτα στο Μοναστηράκι, αποφεύγοντας κράχτες εστιατορίων, παπατζήδες και περιπατητές κυνηγημένους από την πόλη, καταλήγεις στην Πλάκα. Ανηφορίζεις τα στενά της και μεταφέρεσαι σε έναν άλλον κόσμο.
Ας σταματήσει για λίγο το λυπητερό βιολί που ακούγεται από το βάθος· αυτή δεν είναι μια γλυκερή περιήγηση στην Αθήνα του 2014, την πόλη όπου το πιο ρομαντικό που μπορείς να συναντήσεις είναι κάποιο λυρικό stencil στους τοίχους. Το ζήτημα δεν έχει να κάνει με τον ρομαντισμό, τον λυρισμό, την αστική περιήγηση. Εχει να κάνει με τη λογική. Τα λεφτά. Και την κουτοπονηριά.
Ο μέσος κάτοικος Αθηνών δεν ανηφορίζει συχνά στην Πλάκα. Οπως όλοι οι ντόπιοι που σέβονται τον εαυτό τους, όπως οι Παριζιάνοι σνομπάρουν την τουριστική Μονμάρτρη, όπως οι Ρωμαίοι αποφεύγουν τους τουρίστες στο Τραστέβερε, έτσι και οι Αθηναίοι δεν πηγαίνουν στα γραφικά τουριστικά μέρη θεωρώντας τα μάλλον μια ανειλικρινή πλευρά της πόλης, ένα ψέμα, μια ζαχαρωμένη κορυφή ενός ξινισμένου γλυκού.
Μπορεί να μη συχνάζεις στην Πλάκα, αλλά δεν γίνεται να μην τη θαυμάσεις. Σε μια πανάσχημη πόλη, ξεχωρίζει με την αριστοκρατική αυθεντική ομορφιά της. Η σημερινή της απόμακρη εικόνα είναι αποτέλεσμα ενεργειών που ξεκίνησαν το 1983, όταν άρχισαν να κλείνουν τα νυχτερινά κέντρα που συνετέλεσαν στην παρακμή της στα 70s, όταν πεζοδρομήθηκε και έγινε σεβαστός ο διατηρητέος χαρακτήρας της.
Αλλά η οµορφιά είναι υπερτιµηµένη, αν δεν είναι αποδοτική. Την προηγούμενη εβδομάδα, ανάμεσα στην προεορταστική ατμόσφαιρα και τις επερχόμενες εκλογές, η κυβέρνηση και το ΥΠΕΚΑ επιχείρησαν να περάσουν ένα σχέδιο νόμου κυριολεκτικά την ύστατη στιγμή. Με μια προσθήκη που έγινε το βράδυ της Παρασκευής 19 Δεκεμβρίου, με μια ύπουλη τροπολογία επιχειρήθηκε να αλλάξει η εικόνα της μοναδικής προστατευόμενης περιοχής στο κέντρο της Αθήνας.
Οι διατάξεις του σχεδίου νόμου άλλαζαν το περιορισμένο καθεστώς με το οποίο δίνονταν άδειες για καταστήματα εστίασης και καφέ στην Πλάκα. Προφανώς επειδή δεν υπάρχουν αρκετά μπεργκεράδικα πολυτελείας στο κέντρο της Αθήνας, έπρεπε να ανοίξουν ορισμένα και στα Αναφιώτικα. Ο Δήμος Αθηναίων δεν είχε καν ενημερωθεί, το υπουργείο δεν είχε ιδέα «πόσες άδειες θα δώσουμε» και ασφαλώς δεν είχε γίνει καμία μελέτη για την περιοχή.
Στο ίδιο σχέδιο νόµου επιχειρήθηκε να επηρεαστεί και η δασική νομοθεσία. Να το θέσουμε απλά: Ο νέος νόμος έλεγε πως αν ένα καμένο δάσος δεν έχει αναδασωθεί μέσα σε πέντε χρόνια, τότε παύει να θεωρείται προστατευόμενη περιοχή. Ελεγε πως οι καταπατημένες περιοχές μπορούν να οικοδομούνται με όρους. Αναμόρφωνε τους δασικούς χάρτες. Και αποφάσιζε να ανασταλούν οι κατεδαφίσεις αυθαιρέτων. Τελικώς, όλα τα παραπάνω αποσύρθηκαν έπειτα από κατακραυγή βουλευτών και πολιτών, προς μεγάλη απογοήτευση όσων φωτογραφίζονταν από τα παραθυράκια των νόμων.
Υπουλα πράγματα. Πονηρά και επικίνδυνα. Μια κυβέρνηση που φέρεται έτσι στους πολίτες της, είναι μια πρόχειρη, πανικόβλητη, αναξιόπιστη και ύποπτη κυβέρνηση.
Αλλά, από την άλλη, είναι μια εικόνα που περιγράφει δίκαια την Ελλάδα του 2014. Τι όμορφο μπορείς να φανταστείς;
Τα νησιά και τις παραλίες τους; Αυτά επιχειρήθηκε να καταστραφούν το καλοκαίρι με το νομοσχέδιο για τον αιγιαλό.
Τα δάση της; Να χτιστούν και άλλο, να μην αναδασώνονται, μας είπε η κυβέρνηση λίγο πριν από τα Χριστούγεννα. Την Πλάκα; Ας την αλώσουμε μαζικά, ας επέμβουμε αισθητικά όπως κάναμε στην υπόλοιπη Αθήνα με τα γνωστά γκρίζα αποτελέσματα.
Το σχέδιο νόμου δεν πέρασε. Η καταστροφή αποφεύχθηκε. Αλλά οι διαθέσεις έγιναν σαφείς. Η συμβολική καταστροφή του όμορφου θα συνεχιστεί. Η Ελλάδα της Πλάκας και η Ελλάδα της πλάκας θα συνεχίσουν να δίνουν μια μάχη χωρίς καθόλου πλάκα.
*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 28 Δεκεμβρίου 2014
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ