«Ενα μοναδικά εμετικό ανάγνωσμα». Ετσι απoκάλεσαν, μεταξύ άλλων, το μυθιστόρημα που κέρδισε εφέτος το καλοκαίρι το Carnegie Medal, το πλέον λαμπρό βραβείο παιδικού βιβλίου στη Βρετανία. Το «Bunker Diary» του Κέβιν Μπρουκς προκάλεσε την μήνιν των κριτικών γιατί, εκτός του ότι αφηγείται την ιστορία ενός απαχθέντος και φυλακισθέντος σε ένα μπούνκερ εφήβου, περιέχει κάτι που η παιδική (και εφηβική) ηλικία του 2014 αδυνατεί να «επεξεργαστεί». Το «Bunker Diary» δεν έχει αίσιο τέλος. Ή μάλλον έχει ένα κακό, κάκιστο, τέλος. Από αυτά που μπορείς να συναντήσεις μόνο στην αληθινή ζωή.
Το βιβλίο του Μπρουκς πρέπει ανεπιφύλακτα να καεί στην πυρά (μαζί, βέβαια, επιτρέψτε μου να συμπληρώσω, με τον «Μπάμπι το ελαφάκι»). Κάτι τέτοιο είχε γίνει άλλωστε το 2007, με την παμβρετανική εκστρατεία του Happy Endings Foundation, κατά τη διάρκεια της οποίας περισυλλέγονταν και καίγονταν (σε μια γονεϊκή «auto-da-fé» που θα ζήλευε και η ισπανική Ιερά Εξέταση) όλα τα αναγνώσματα που δεν πρόσφεραν στα παιδιά το «τόσο απαραίτητο για την ψυχική τους ανάπτυξη» αίσιο τέλος. Το ντιμπέιτ για την αναγκαιότητα ή τη ματαιότητα των happy endings στα βιβλία που απευθύνονται σε ευαίσθητες ηλικίες είναι παλιό. Οχι όμως τόσο ακανθώδες όσο εκείνο που έχει να κάνει με την καθημερινή, ταυτόχρονη σχεδόν, αναμέτρηση του παιδιού με την ευτυχία και τη δυστυχία.
Οι ειδικοί υπογραμμίζουν ότι οι γονείς (ακόμη και στη σπαρασσόμενη οικονομικά Ελλάδα) παραμένουν η δημογραφική ομάδα με το μικρότερο ποσοστό ανοσίας στην «αληθινή ζωή». Οι γονείς τού «εφέτος πάμε νηπιαγωγείο» και του «σήμερα λάβαμε το πρώτο μας ερωτικό SMS» επιδίδονται νυχθημερόν σε ένα μαραθώνιο σπριντ προκειμένου να προστατέψουν τα παιδιά τους από οτιδήποτε θα μπορούσε να τα στενοχωρήσει, να τα ενοχλήσει ή να τα «ξεβολέψει».

Τα δικά μας παιδιά δεν πρέπει να εκτίθενται στην ευθραυστότητα της ανθρώπινης ζωής. Δεν πρέπει να βιώνουν απορρίψεις, προβλήματα, ματαιώσεις. Δεν πρέπει, π.χ., να ξέρουν ότι ο δάσκαλος της μουσικής λείπει κάθε Παρασκευή γιατί υποβάλλεται σε χημειοθεραπείες ή ότι ο θείος Γιάννης μπήκε «μέσα» για υπεξαίρεση. Δεν πρέπει επ’ ουδενί λόγω να εκτίθενται σε θλιβερές εικόνες (ας το πας το παιδί να δει το κέρινο ομοίωμα του Ολιβερ Τουίστ στο Μουσείο της Μαντάμ Τισό στο Λονδίνο από το να το εκθέτεις στους «αθλίους» του αθηναϊκoύ κέντρου). Οχι, τα δικά μας παιδιά δεν πρέπει να πληγώνονται. Και το κυριότερο: δεν πρέπει να αποτυγχάνουν. Το γλιτσερό προστατευτικό κουκούλι αυτής της «Alien γονεϊκότητας» εξυφαίνεται από την πρώτη κιόλας ημέρα στην παιδική χαρά. Ο δίχρονος τρώει μια τούμπα μέσα στην αμμοδόχο. Δεν προλαβαίνει, όμως, ούτε να σκεφτεί «Ουπς, τι έγινε τώρα;». Η μαμά έχει σπεύσει κοντά του να «πνίξει» εν τη γενέσει της την αντιξοότητα, την κραυγή του πόνου, την όποια προσπάθεια διαχείρισης της κρίσης, την αντιμετώπισή της και την επακόλουθη «ικανοποίηση».

«Ακόμη βαθύτερα είναι μια πεποίθηση που ενσταλάζουμε στα παιδιά, η άποψη ότι αν δεν είσαι ευτυχισμένος, είσαι αποτυχημένος» έγραφε πριν από λίγες ημέρες ο Τιμ Λοτ στον «Guardian». «Και αυτή η άποψη, τόσο αναπόσπαστο πλέον κομμάτι του «πνεύματος του καιρού μας» που σχεδόν δεν την παρατηρούμε, είναι από τους βασικούς λόγους για τους οποίους δυσκολευόμαστε να είμαστε ευτυχείς: υποθέτουμε ότι όλοι οι άλλοι είναι και ότι εμείς δεν είμαστε. Είναι ψέμα. Ως παιδί έχεις και εσύ δικαίωμα να είσαι δυστυχισμένο». Το άλγος της αποτυχίας, βέβαια, επεκτείνεται και στον γονεϊκό ρόλο. Σίγουρα είσαι αποτυχημένος γονιός αν το παιδί σου βιώνει την αποτυχία, την απόρριψη ή τη ματαίωση.

«Αυτή η ελπίδα ότι μπορούμε πάντα να κρατάμε ευτυχισμένα τα παιδιά μας», συνεχίζει ο Λοτ, «οδηγεί σε μια εσφαλμένη γονεϊκότητα, η οποία εδράζεται σε μεγάλο βαθμό στο ότι οι γονείς θέλουν να είναι τα «φιλαράκια» των παιδιών τους και όχι οι γονείς τους (διότι το να είσαι γονιός σημαίνει συχνά να είσαι επιφορτισμένος με το να διανέμεις οδύνη, τιμωρίες και ηθική αποδοκιμασία».

Τελικά, η παιδική ηλικία δεν είναι μόνο Κήπος της Εδέμ. Είναι συχνά ένα φυτώριο απορρίψεων, ματαιώσεων και αποτυχιών, από το οποίο, όμως, μπορείς να βγεις ζωντανός. Οπως σημειώνει στο «Mystery and Manners: Occasional Prose» η Φλάνερι Ο’ Κόνορ: «Οποιοσδήποτε έχει επιζήσει της παιδικής του ηλικίας έχει μαζέψει αρκετές, για τις υπόλοιπες ημέρες του, πληροφορίες για τη ζωή».

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ