Την άποψη ότι η εκτίμηση του ΔΝΤ περί χρηματοδοτικού κενού 12,6 δισ. ευρώ το 2015 ήταν μάλλον πρόωρη και υπερβολική εκφράζουν οι αναλυτές της Alpha Bank στο εβδομαδιαίο οικονομικό δελτίο της τράπεζας.
Σύμφωνα με τους ίδιους με την επανάκαμψη της Ελλάδας στις αγορές, καθώς και την ενεργή διαχείριση του χρέους και την άντληση πόρων από φορείς Γενικής Κυβέρνησης και την καλύτερη του αναμενομένου υλοποίηση του Προϋπολογισμού 2014, προκύπτει ότι το χρηματοδοτικό κενό στη διετία 2014- 2015 είναι σχεδόν μηδενικό, ακόμη και χωρίς νέο δανεισμό από τις αγορές ομολόγων.
Διαβάστε ολόκληρη την εβδομαδιαία ανάλυση της τράπεζας
Συγκεκριμένα, υποστηρίζουν πως προκύπτει πλεόνασμα χρηματοδότησης 8 δισ. ευρώ το 2014 και έλλειμμα χρηματοδότησης 0,5 δισ. ευρώ στη διετία 2014- 2015. «Χρηματοδοτικό κενό μπορεί ενδεχομένως να προκύψει μόνο στο βαθμό που θα καθυστερήσει η καταβολή των δόσεων του προγράμματος από το ΔΝΤ. Εκτιμάται, όμως, ότι ακόμη και οι ανάγκες αυτές μπορούν να καλυφθούν από τις αγορές, υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι δεν θα ανατραπεί η πορεία της δημοσιονομικής προσαρμογής προς τα πρωτογενή πλεονάσματα όπως έχει ήδη σχεδιασθεί», σημειώνεται στην έκθεση.
Στο πλαίσιο αυτό η Alpha Bank αναφέρει πως η συζητούμενη αποχώρηση του ΔΝΤ από το ελληνικό πρόγραμμα είναι δυνατή από το 2015, με δεδομένο όμως ότι το χρηματοδοτικό πρόγραμμα θα έχει εκτελεσθεί κανονικά το 2014.
Σύμφωνα με τη Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών της Alpha, το Ελληνικό Δημόσιο μπορεί τώρα να χρηματοδοτήσει χωρίς κανένα πρόβλημα τις χρηματοδοτικές του ανάγκες το 2015 (ακόμη και χωρίς την συμβολή του ΔΝΤ) και μπορεί επίσης να εξασφαλίσει σημαντικές εισροές επιχειρηματικών κεφαλαίων που θα συμβάλλουν στην επιτάχυνση της ανάπτυξης και της αύξησης της απασχόλησης.
Στην ανάλυση σημειώνεται ωστόσο πως αυτό μπορεί να γίνει μόνο υπό την προϋπόθεση ότι το ισχύον πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων θα συνεχιστεί απρόσκοπτα και ότι θα εφαρμόζεται και το 2015- 2016 (στη φάση που κύρια επιδίωξή του είναι η επιτάχυνση της ανάπτυξης που άρχισε ήδη από το 20014) με την ίδια επιτυχία που εφαρμόστηκε στην περίοδο 2012-2014 (στη φάση όπου η κύρια επιδίωξη ήταν αναγκαστικά η εξάλειψη των τεράστιων μακροοικονομικών και η δραστική βελτίωση της ανταγωνιστικότητας.