The Story of Pain
Oxford University Press,
σελ. 416, 17 ευρώ
Γιατί το βιβλίο σας είναι μια αφήγηση («story») και όχι μια ιστορία («history») του πόνου;
«Η γενική αίσθησή μας για τον πόνο είναι ότι γνωρίζουμε τι σημαίνει –ο πόνος είναι πόνος, μια ταυτολογία –και ότι η πρόσληψή του παραμένει ίδια και απαράλλακτη σε όλη την ανθρώπινη ιστορία. Θέλησα να καταστήσω πιο πολύπλοκο το όλο ζήτημα, να δείξω τις διακυμάνσεις του τρόπου με τον οποίο οι άνθρωποι μιλούν και συγκροτούν αφηγήματα για τον πόνο».
Παραπέμπετε στον Λούντβιχ Βίτγκενσταϊν για τον μηχανισμό με τον οποίο μοιραζόμαστε αυτή την προσωπική αίσθηση.
«Η βασική θέση του Βίτγκενσταϊν είναι ότι δεν υπάρχει «ιδιωτική αίσθηση». Σκεφτείτε έναν άνθρωπο σε ένα έρημο νησί, λέει. Πώς θα γνωρίζει τι είναι πόνος και τι κάτι διαφορετικό; Μπορεί να σημειώνει καθημερινά στο ημερολόγιό του ένα «π», αλλά πώς ξέρει ότι το «π» της Τρίτης είναι το ίδιο με το «π» της Πέμπτης; Χωρίς κοινό δεν υπάρχει και ιδιωτική αίσθηση, δεν μπορείς να γνωρίζεις τι ακριβώς είναι αυτό που νιώθεις. Γι’ αυτό ισχυρίζομαι ότι ο πόνος είναι ένα «συμβάν», όχι απλώς μια αίσθηση. Μια άλλη διάσταση αυτής της διαπίστωσης δείχνει η πρωτοποριακή μελέτη του αμερικανού γιατρού Χένρι Μπίτσερ, ο οποίος εργάστηκε συστηματικά μιλώντας με βαριά τραυματίες στο ιταλικό μέτωπο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Παραδόξως, περίπου το 40% αυτών ισχυρίζονταν ότι δεν πονούσαν. Επιστρέφοντας στις ΗΠΑ συνέκρινε το δείγμα του με άλλους βαριά τραυματίες, θύματα αυτοκινητικών ατυχημάτων σε μονάδες εντατικής θεραπείας. Το 100% των ερωτηθέντων απάντησαν ότι βίωναν ακραίο πόνο. Η διαφορά για τον Μπίτσερ αποδιδόταν στις προσδοκίες: για τους στρατιώτες το χειρότερο είχε ήδη συμβεί και πλέον γλιτώνουν από τον πόλεμο, για τους πολίτες οι καλές στιγμές είναι στο παρελθόν πριν από το ατύχημα και το μέλλον επιφυλάσσει μόνο κακές. Δεν έχουμε λοιπόν να κάνουμε μόνο με επιβλαβή ερεθίσματα ούτε με μια απλή αίσθηση, τα συναισθήματα επηρεάζουν το πόσο αισθάνεται κανείς τον πόνο».
Λέτε ότι ο πόνος είναι ένα «εγγενώς κοινωνικό συμβάν, κομβικό στοιχείο στη δημιουργία κοινοτήτων».
«Υπάρχει ένα διαδεδομένο στερεότυπο για την απομόνωση που προκαλεί ο πόνος. Ομως δημιουργεί και κοινότητες γιατί δημιουργεί συμπάθεια –όποιος βρεθεί σε νοσοκομείο αντιλαμβάνεται ότι γύρω του υφίσταται ένας διαρκής κύκλος απόδοσης και αποδοχής συμπόνιας. Και ακριβώς επειδή δημιουργεί κοινότητες, ο πόνος αποτελεί ένα εγγενώς πολιτικό στοιχείο».
Με τι προεκτάσεις;
«Θα σταθώ στην πολιτική οικονομία της συμπόνιας. Δύο παραδείγματα. Στον 18ο αιώνα τα βρέφη θεωρούνταν ιδιαίτερα ευαίσθητα στον πόνο, στα μέσα του 19ου αιώνα, όμως εξαιτίας μιας διαφορετικής επιστημονικής κατανόησης των δεδομένων κυριάρχησε η αντίθετη άποψη. Ως τα μέσα του 20ού αιώνα γίνονται εγχειρήσεις σε βρέφη χωρίς αναισθησία ή αναλγητικά και ο παιδικός πόνος «ανακαλύπτεται» εκ νέου τις δεκαετίες του 1950 και του 1960. Και ενώ η χρήση αναισθητικών, όπως το χλωροφόρμιο και ο αιθέρας, σε επεμβάσεις ξεκινά από τη δεκαετία του 1840, ως εκείνη του 1890 αυτά δεν χορηγούνται σε Αφροαμερικανούς γιατί υποτίθεται ότι το νευρικό τους σύστημα είναι λιγότερο ανεπτυγμένο, άρα αισθάνονται λιγότερο πόνο!».
Ο πόνος λοιπόν αποβαίνει μέτρο ιεράρχησης των ανθρώπων…
«Διαμορφώνεται μια χρονικά μεταβαλλόμενη ιεραρχία συναισθημάτων. Κάποτε οι γυναίκες θεωρούνται όντα στωικά, τα οποία ο Θεός δημιούργησε για να αντέχουν τις ωδίνες της γέννησης, κάποτε άλλοτε, όπως στα τέλη του 19ου αιώνα, αναδεικνύονται ως ευαίσθητα στον πόνο πλάσματα που χρήζουν φροντίδας».
Πώς λειτουργεί η μεταφορική γλώσσα του πόνου;
«Μεταβάλλεται με τις εποχές, διαφέρει από κουλτούρα σε κουλτούρα και μας δίνει μια ιδέα για το ίδιο το αίσθημα: ένας πόνος που «τρεμοσβήνει», όπως ένα κερί ή οι λάμπες του 19ου αιώνα, είναι πολύ διαφορετικός από έναν πόνο σαν «να σε διαπερνά ηλεκτρικό ρεύμα» –έκφραση που εμφανίζεται μετά τη διάδοση του ηλεκτρισμού. Στα μέσα του 19ου αιώνα, όταν ο σιδηρόδρομος και τα σιδηροδρομικά ατυχήματα γίνονται κοινός τόπος, αποβαίνουν και πολύ συχνές παρομοιώσεις στη γλώσσα του πόνου. Φυσικά, οι θρησκευτικές μεταφορές αποτελούν το σημαντικότερο μέσο έκφρασης ως τις αρχές του 20ού αιώνα –για να ατονήσουν δραματικά στη συνέχεια. Εχει ιδιαίτερη σημασία για τον τρόπο με τον οποίο βιώνει κανείς τον πόνο αν πιστεύει ότι έτσι ο Θεός του μεταδίδει ένα μήνυμα ή αν θεωρεί ότι πρόκειται απλώς για έναν ιό. Στην πρώτη περίπτωση η ορθή αντιμετώπιση είναι η υποταγή στη βούλησή του, στη δεύτερη ο πόλεμος κατά του εισβολέα».
Η στάση των γιατρών απέναντι στην αφήγηση των ασθενών αλλάζει;
«Είναι μια σημαντική τομή μεταξύ του 18ου ή του 19ου αιώνα και του σήμερα. Τότε οι γιατροί επιζητούν τη λήψη ενός αφηγήματος από τον ασθενή προκειμένου να τον θεραπεύσουν. Ο γιατρός (πάντοτε άνδρας) δεν αρκεί να γνωρίζει πού πονάς, οφείλει να μάθει τι τρως, τι πίνεις, πόσο πίνεις, ποια είναι η σχέση σου με τη σύζυγο και τα παιδιά σου, πώς είναι ο καιρός στην περιοχή που μένεις. Σου ζητεί, με άλλα λόγια, να μιλήσεις για τη ζωή σου. Κάτι πολύ διαφορετικό από μια κατάσταση όπου ο γιατρός δίνει εντολή να σου πάρουν αίμα ή να σου κάνουν αξονική τομογραφία –πλέον, η αφήγησή σου είναι χάσιμο χρόνου. Αν μάλιστα διαβάσει κανείς σύγχρονα φοιτητικά ιατρικά εγχειρίδια, θα δει να αναφέρεται ρητά ότι ο ασθενής που αφηγείται με πλούσιες μεταφορές τι του συμβαίνει πιθανότατα ψεύδεται και ο γιατρός οφείλει να μη δίνει πίστη στα λεγόμενά του. Η απόσταση μεταξύ γιατρού και ασθενούς αποτελεί πραγματικά θεμελιώδη μεταβολή».
Ενίοτε αναφέρεστε και σε στοιχεία της νευροεπιστήμης, η οποία φαντάζει στα μέσα ενημέρωσης ως ο τρέχων επιστημονικός συρμός.
«Η εκλαϊκευμένη εκδοχή της νευροεπιστήμης, όπως προβάλλεται σε βιβλία και τηλεοπτικά προγράμματα, είναι εξαιρετικά απλουστευτική και ντετερμινιστική. Αν δει κανείς τις αρμόδιες επιστημονικές επιθεωρήσεις, αντιλαμβάνεται ότι δεν υφίσταται ακόμη σαφής ετυμηγορία αναφορικά με την αποτελεσματικότητά της. Πάντοτε ωστόσο θα υπάρχει το ζήτημα του πώς προσλαμβάνει ο ασθενής την εμπειρία: ο πόνος, όπως είπαμε, έχει την κοινωνική του διάσταση, δεν συμβαίνουν όλα μέσα στο κρανίο του. Πέρα από μια αίσθηση τσιμπήματος, μια αίσθηση μαχαιριάς, ο πόνος του επηρεάζεται από ένα τεράστιο ανάπτυγμα συναισθηματικών ή γνωστικών πτυχών, από το χρώμα του αναλγητικού χαπιού, από το ποιος βρίσκεται δίπλα του».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ