Ο τίτλος της επιστολής του προοδευτικού Γκρόσμαν προς τον συντηρητικό Νετανιάχου ήταν: «Είναι ώρα να μιλήσετε με τον Αμπάς». Ο πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής είχε εκφράσει τότε, με συνέντευξή του στην ισραηλινή τηλεόραση, την επιθυμία του να επισκεφθεί ξανά τη γενέθλια πόλη του (Σαφέντ) η οποία σήμερα βρίσκεται σε ισραηλινό έδαφος.
Ο φιλειρηνιστής συγγραφέας, απογοητευμένος από τον φαύλο κύκλο της βίας στην περιοχή αλλά αρνούμενος στον εαυτό του «την πολυτέλεια της απελπισίας» όπως έχει δηλώσει, διείδε στις δηλώσεις του Αμπάς μια ακόμη μικρή ελπίδα. «Είστε υποχρεωμένος να ανταποκριθείτε σ’ αυτό το σήμα» έγραφε ο Γκρόσμαν στον Νετανιάχου, ακόμη και αν αυτό αποδειχθεί κενό. «Διότι αν δεν ανταποκριθείτε, αν δεν προτίθεστε να ανταποκριθείτε σοβαρά ακόμη και σε αυτό το ψιχίο ευκαιρίας, δυσκολεύομαι να καταλάβω για ποιόν ακριβώς λόγο θέλετε να εκλεγείτε πρωθυπουργός» του Ισραήλ (αν και δεν θα ήταν η πρώτη φορά), κατέληγε ο ίδιος. Φωνή βοώντος εν τη ερήμω…
Ο Νταβίντ Γκρόσμαν, ένας από τους σπουδαιότερους λογοτέχνες του Ισραήλ, έχει αγωνιστεί για την ειρήνη στη Μέση Ανατολή και τη συγκρότηση ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτος. Τον Αύγουστο του 2006, ενώ ο ίδιος συνέγραφε το αντιπολεμικό αριστούργημά του «Στο τέλος της γης» (Καστανιώτης, 2011), ο γιος του Ούρι, ο οποίος υπηρετούσε ως λοχίας στα τεθωρακισμένα του στρατού ξηράς, σκοτώθηκε από αντιαρματικό βλήμα της Χεσμπολάχ στα σύνορα με τον Λίβανο.
Το τραγικό χτύπημα της μοίρας συγκλόνισε τον Γκρόσμαν αλλά δεν του δημιούργησε κανένα αίσθημα αντεκδίκησης, καθώς «ο πόνος ήταν μεγαλύτερος από την οργή μου». Ο θάνατος του παιδιού του άλλαξε αυτό το μυθιστόρημα που κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 2008. Η πρωταγωνίστριά του, η αλησμόνητη Όρα, καθώς περιπλανιέται στη Γαλιλαία γεμάτη αγωνία και φόβο, μιλάει συνεχώς για τον δικό της γιο –συμμετέχει και αυτός σε επιχείρηση του ισραηλινού στρατού ως εθελοντής –πιστεύοντας ότι μπορεί με αυτόν τον τρόπο να τον προστατεύσει από το μοιραίο, πιστεύοντας ότι η ίδια δεν θα ακούσει ποτέ τα άσχημα νέα…
Ο Νταβίντ Γκρόσμαν μεταξύ 2009 και 2011, βιώνοντας ο ίδιος τα αισθήματα του ανθρώπου που χάνει το παιδί του, συνέθεσε ένα υβριδικό, πολυφωνικό έργο για την απώλεια στο οποίο η ανείπωτη αυτή θλίψη αρθρώνεται τελικώς μέσα από το δραματουργικό πάντρεμα της πεζογραφικής αφήγησης, της θεατρικής γλώσσας και της ποίησης. Το βιβλίο αυτό –μια ελεγεία για το πένθος που διαδραματίζεται ωστόσο σε μια ιστορική και κοινωνικοπολιτική διάσταση απομακρυσμένη από την διαμάχη Ισραηλινών και Παλαιστίνιων –κυκλοφόρησε εφέτος στην αγγλική γλώσσα υπό τον τίτλο «Falling Out of Time» (Knopf, 2014) μεταφρασμένο από την Τζέσικα Κοέν.
Όλα ξεκινούν ένα βράδυ στην κουζίνα ενός ταπεινού σπιτιού που βρίσκεται σ’ ένα μικρό χωριό. Ένας άνδρας, ένας άνδρας που θα μπορούσε να είναι ο οποιοσδήποτε, ανακοινώνει ξαφνικά στη γυναίκα του, τη γυναίκα του που θα μπορούσε να είναι η οποιαδήποτε γυναίκα, ότι σκοπεύει να φύγει από το σπίτι, ότι σκοπεύει να αναζητήσει τον νεκρό τους γιο. Στο δρόμο του συναντά κι άλλους ανθρώπους που έχασαν τα παιδιά τους και όλοι μαζί «έξω από τον χρόνο» της Ιστορίας, σαν ένας χορός βγαλμένος από αρχαιοελληνική τραγωδία, περιπλανιούνται και προσπαθούν να λυτρωθούν μέσα από έναν θρήνο συλλογικό, μέσα από έναν θρήνο συνειδητοποίησης και συμφιλίωσης τόσο με τον θάνατο όσο και με τη ζωή.
Σε συνέντευξη που παραχώρησε το 2011 στο «Βήμα», και απαντώντας στην ερώτηση αν υπάρχει πιθανότητα να επιτευχθεί ποτέ ειρήνη στην περιοχή, ο Νταβίντ Γκρόσμαν απάντησε: «Δυστυχώς οι ενδείξεις δεν είναι ευοίωνες. Ας δούμε όμως την άλλη πλευρά. Τι θα συμβεί στους Ισραηλινούς, τι θα συμβεί στους Παλαιστινίους αν αποκλείσουμε κάθε ευκαιρία; Είναι ολοφάνερο πως θα είμαστε καταδικασμένοι να ζήσουμε ένα τρομερό λουτρό αίματος. Τότε θα αναγκαστούμε να κάνουμε ειρήνη, μετά το λουτρό αίματος, εξαιτίας της εξάντλησης και της απελπισίας».
»Γιατί όμως να μας επιβληθεί με τέτοιον τρόπο η ειρήνη και να μην κάνουμε τα απαραίτητα βήματα που κάθε σώφρων Ισραηλινός και Παλαιστίνιος γνωρίζει και να ξεφύγουμε από αυτή την παγίδα; Προσωπικά δεν επιτρέπω στον εαυτό μου την πολυτέλεια της απελπισίας. Οι περισσότεροι δεν συμφωνούν με τις πολιτικές μου απόψεις, αλλά όποτε έχω μια διαφωνία με μέλη της ισραηλινής Δεξιάς τους ρωτώ: Εκτός από τα όχι, όχι, όχι που λέτε, τι θετικό προτείνετε; Τότε δεν λένε τίποτε. Δεν έχουν καμία σοβαρή απάντηση»…
Σε ένα άλλο σημείο εκείνης της συνέντευξης, που δυστυχώς παραμένει επίκαιρη, ο συγγραφέας τόνισε: «Κανένας δεν πιστεύει στη συμφιλίωση σήμερα. Το 1993 υπήρχε πολύ μεγαλύτερη ελπίδα και ενθουσιασμός γι΄ αυτό στην πλειονότητα του λαού. Αλλά μετά τα όσα συνέβησαν τα τελευταία χρόνια, τα όσα κάναμε στους Παλαιστινίους και τα όσα μας έκαναν οι Παλαιστίνιοι, τον πόλεμο στη Γάζα και τις επιθέσεις αυτοκτονίας, όλα αυτά, υπάρχει πλήρης έλλειψη εμπιστοσύνης της μιας πλευράς προς την άλλη».
»Και όποιος μιλάει για την πιθανότητα ειρήνευσης θεωρείται τρελός, ονειροπόλος σε έναν τόπο όπου δεν επιτρέπονται τα όνειρα, γιατί τα όνειρα είναι αυταπάτες. Πρόκειται για μια εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση. Χρειαζόμαστε πολύ τη βοήθεια από το εξωτερικό ώστε να αρχίσουμε να επικοινωνούμε με τους Παλαιστινίους και εκείνοι μαζί μας».