Ηταν ένα μείγμα φτηνού σαρκασμού και, θα μπορούσε τελικά κανείς να πει, σχεδόν εμμονικού πλέον μίσους:
«Η Ελλάδα μας απασχόλησε πάρα πολύ στο τελευταίο Eurogroup. Μελετήσαμε την ενδιάμεση έκθεση της Τρόικας και διαπιστώσαμε ότι η Ελλάδα δεν έχει εκπληρωσει όσα έχουν συμφωνηθεί. Γνωρίζω οτι δεν είναι απλά τα πράγματα στην Ελλάδα. Αλλά η Ελλάδα πρέπει να εκπληρώσει όσα συμφωνήθηκαν, αλλιώς δεν θα εκταμιευθεί η δόση. Μην ανησυχείτε, δεν πρόκειται να δώσουμε οικονομική βοήθεια με το ζόρι εάν κάποιος δεν την θέλει»: αυτές ήταν οι χθεσινές δηλώσεις του γερμανού υπουργού Οικονομικών Βόλφγανγκ Σόιμπλε, του ανθρώπου που αυτοκλήτως έχει δηλώσει πόσο πολύ τον θαυμάζει ο έλληνας ομόλογός του Γιάννης Στουρνάρας.
Το Βερολίνο τινάζει στον αέρα την Αθήνα. Λιγες εβδομάδες πριν από τις διπλές εκλογές, ο Σόιμπλε δίνει τον τόνο μίας ακατανόητης με λογικούς όρους επιμονής να σπρώξει τη χώρα προς την κυβερνητική κρίση. Σα να θέλει να κάνει ζημιά. Και μάλιστα που; Στην κυβέρνηση Σαμαρά η οποία τον τελευταίο ενάμιση χρόνο πορεύτηκε δυστυχώς με γνώμονα την πλήρη και απόλυτη υποταγή στις βουλήσεις του Βερολίνου.
Τώρα όμως, στην πραγματικότητα, οι Γερμανοί πετούν αυτή την κυβέρνηση σαν στημένη λεμονόκουπα: της απαγορεύουν να διαθέσει κάτι από το όποιο (λέει ότι έχει) πρωτογενές πλεόνασμα, της φέρνουν μπροστά διαρκώς την απειλή νέων μέτρων, νέων απολύσεων, θεμάτων που δεν κλείνουν με τίποτα. Με δύο λέξεις, την οδηγούν με ταχύτητα στο τέλος της.
Εκτός κι αν ο Σαμαράς αποφασίσει, έστω και τώρα, να τους βάλει ένα φρένο και να πάρει την ευθύνη γι αυτό. Να αγνοήσει επιτέλους τις εντολές τους και να μην υπακούσει άλλο.
Ομως, κάτι τέτοιο, πλέον, μοίαζει σχεδόν αδύνατον. Και έτσι, η κυβέρνηση θα πάει στις διπλές εκλογές όχι με το πλεόνασμα, την επιστροφή δήθεν στην ανάπτυξη και τα παραμύθια περί succes story, αλλά με το γερμανικό πιστόλι στον κρόταφο, όπου θα έρθει και το τέλος της.
Αλλά το κύριο ερώτημα για την Ελλάδα δεν είναι το γιατί αφήνουν πια οι γερμανοί τους ανθρώπους αυτούς στην τύχη τους – αυτό, για όποιον αντιλαμβάνεται τις αληθείς συντεταγμένες της γερμανικής πολιτικής, ήταν ασφαλώς δεδομένο ότι θα συνέβαινε.
Το κύριο ερώτημα είναι αν αυτό αφορά μόνον την κυβέρνηση ή και τη χώρα. Αν δηλαδή πίσω από τον παραλογισμό και την ακαμψία θανάτου που επιβάλλουν, βρίσκεται κάτι πιο στρατηγικό, όπως είναι η επανάκαμψη του σεναρίου της εξόδου της Ελλάδας από το κοινό νόμισμα μετά από τις Ευρωεκλογές.
Πολλοί μπορεί να το θεωρούν αδιανόητο, αλλά, καλύτερα να κρατούν μικρό καλάθι. Γιατί ίσως βολεύει τελικά τους γερμανούς οι οποίοι εισέρχονται τώρα στη φάση της οικοδόμησης της πολιτικής ένωσης της γερμανικής πια Ευρώπης. Και σε αυτή η Ελλάδα, έτσι όπως την κατέστρεψαν δήθεν για να τη “σώσουν”, ίσως να μην χωράει πια. Και να συνιστά απλώς βαρίδι.