Ανησυχητικά είναι τα ευρήματα μιας νέας μελέτης που έκαναν επιστήμονες στην Αυστραλία όσον αφορά τη φυσική κατάσταση της νέας γενιάς. Οπως προκύπτει από τη μελέτη, τα νέα παιδιά (και έφηβοι) σήμερα δεν τρέχουν το ίδιο γρήγορα ούτε έχουν την ίδια αντοχή με εκείνη των γονιών τους όταν βρίσκονταν στην ίδια ηλικία με αυτά. Ως βασικό υπεύθυνο οι ερευνητές υποδεικνύουν τον σύγχρονο τρόπο ζωής (διατροφή, συνήθειες κλπ) που οδηγούν σε παχυσαρκία και άλλα προβλήματα υγείας, κυρίως εκείνα που συνδέονται με την καρδιά.
Τα ευρήματα
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Γκραντ Τόμκινσον, καθηγητή της Σχολής Επιστημών Υγείας του πανεπιστημίου της Νότιας Αυστραλίας, ανέλυσαν 50 σχετικές δημοσιευμένες μελέτες που αφορούσαν πάνω από 25 εκατ. παιδιά σε 28 χώρες για μια περίοδο 46 ετών (1964-2010). Διαπίστωσαν ότι τα σημερινά παιδιά ηλικίας 9-17 ετών καλύπτουν την απόσταση του ενός μιλίου (1,6 χλμ) κατά 90 δευτ. πιο αργά (κατά μέσον όρο) από τα παιδιά ίδιας ηλικίας πριν από 30 έτη. «Ένα μεγάλο ποσοστό αυτής της πτωτικής τάσης στη φυσική κατάσταση των παιδιών μπορεί να εξηγηθεί από την αύξηση της μάζας του λίπους τους» αναφέρει ο Τόμκινσον.
To φαινόμενο
Είναι η πρώτη μελέτη που δείχνει ότι υπάρχει διαφορά και μάλιστα αξιοσημείωτη στη φυσική κατάσταση της νέας γενιάς σε σχέση με την προηγούμενη. Το φαινόμενο παρατηρείται εξίσου και στα αγόρια και στα κορίτσια και συνδέεται, σύμφωνα με τους ερευνητές, με την παχυσαρκία τα ποσοστά της οποίας διαφέρουν από χώρα σε χώρα. Η νέα γενιά του δυτικού κόσμου, όπως ήταν αναμενόμενο, είναι εκείνη που εμφανίζει τα μεγαλύτερα ποσοστά μειωμένης φυσικής κατάστασης σε σχέση με την προηγούμενη γενιά όμως το φαινόμενο είναι υπαρκτό και σε χώρες όπως η Νότια Κορέα, η ενδοχώρα της Κίνας κ.α
Η λύση
Σύμφωνα με τους ερευνητές η κακή φυσική κατάσταση στα παιδιά και τους εφήβους είναι δείκτης εμφάνισης καρδιαγγειακών προβλημάτων αργότερα στη ζωή τους. Τονίζουν ότι οι γονείς πρέπει να φροντίζουν ώστε τα παιδιά τους να έχουν ποιοτική και υγιεινή διατροφή ενώ παράλληλα να τα ενθαρρύνουν να ασκούνται σωματικά. Η μελέτη παρουσιάστηκε σε συνέδριο της αμερικανικής καρδιολογικής ένωσης.