«Όταν ο στρατηγός Ομπασάντζο καταλάμβανε στα μέσα της δεκαετίας του 1970 τη γη, όπου κατόπιν θα χτιζόταν η νέα πρωτεύουσα της Νιγηρίας, δεν θα μπορούσε να φανταστεί πως 35 χρόνια μετά, η Αμπούτζα θα παρέμενε ένα μεγαλεπήβολο, πλην όμως ανολοκλήρωτο κατασκευαστικό έργο».
Με αυτόν τον τρόπο αρχίζει το οδοιπορικό του βρετανικού δικτύου BBC στην Αμπούτζα, «μια από τις πιο ακριβές και ταυτόχρονα μια από τις λιγότερο γοητευτικές πόλεις σε όλη την Αφρική», όπως τη χαρακτηρίζει.
Η Αμπούτζα είναι η αποκαλούμενη και «κλεμμένη» πρωτεύουσα της χώρας: μια μεγαλούπολη που χτίστηκε πάνω σε έδαφος που απέσπασε με τη βία, σαράντα χρόνια πριν, ο στρατηγός Ομπασάντζο από τη φυλή των Γκουάρι, που κατοικούσαν στη περιοχή.
Χιλιάδες Γκουάρι εκδιώχτηκαν στις αρχές του 1970 από τις εστίες του κι αναγκάστηκαν να μετακομίσουν λίγο μακρύτερα, στις παρυφές των γειτονικών βουνών που κυκλώνουν την Αμπούτζα. «Οι Γκουάρι εξακολουθούν να παλεύουν δικαστικά προκειμένου να λάβουν τις χρηματικές αποζημιώσεις που δικαιούνται για τον βίαιο ξεριζωμό τους από την κυβέρνηση του Ομπασάντζο, μια τεράστια έκταση γης που πλέον αξίζει περισσότερο από κάθε άλλη σε όλη την Αφρική», σημειώνει ο ρεπόρτερ του BBC, Αλεξ Πρέστον.
Η πραγματικότητα όμως είναι ακόμη πιο σκληρή. Η Αμπούτζα το 2011 γιόρτασε μεν τα εικοστά της γενέθλια, αλλά ακόμη και σήμερα εξακολουθεί να μοιάζει με αχανές εργοτάξιο: και στις δυο πλευρές πολλών κεντρικών δρόμων στέκονται τεράστια γιαπιά από κάθε είδους κτίρια και ουρανοξύστες, ενώ πολλές –συχνά κακόγουστες αρχιτεκτονικά – επαύλεις διαθέτουν πισίνες χωρίς νερό.
Χτίστηκε με κεφάλαια από ξέπλυμα μαύρου χρήματος
Επισης, το 65% των σπιτιών που χτίστηκαν πρόσφατα σε ένα υποτίθεται αναπτυσσόμενο προάστιο της πρωτεύουσας εξακολουθούν να μην κατοικούνται, ενώ μια ματιά σε έναν οποιονδήποτε δρόμο της πόλης πείθει ακόμη και τον πλέον δύσπιστο για τους λόγους που η Αμπούτζα δείχνει τόσο μα τόσο παρατημένη κι έρημη. «Όλοι οι ουρανοξύστες αποτελούν κενά μνημεία μιας πόλης που χτίστηκε με κεφάλαια που οι κλεπτοκράτες πολιτικοί χρησιμοποίησαν για ξέπλυμα χρημάτων», εξηγεί ο Πρέστον.
Κατόπιν κάνει μια βόλτα στις μικρές παραγκουπόλεις που είναι χτισμένες στους γύρω λόφους για να δει από κοντά τη ζωή των εκδιωγμένων από τη γη τους Γκουάρι. «Μου είπαν πως εκεί είναι η πραγματική Αμπούτζα και πράγματι, άνθρωποι άρχισαν να εμφανίζονται στους δρόμους, γυναίκες να ισορροπούν μεγάλα καλάθια στο κεφάλι τους μεταφέροντας πράγματα, αγροτικά αυτοκίνητα να περνάνε διαρκώς από μπροστά μου, μικρά παιδιά να παίζουν ποδόσφαιρο στους δρόμους και δυνατή τοπική μουσική να ακούγεται από παντού», γράφει.
«Εμείς δεν πάμε στην ψευτο-Αμπούτζα, είναι ένα μέρος όπου δεν αξίζει να ζει κανείς. Η ζωή εδώ είναι πιο δύσκολη, αλλά στην πρωτεύουσα όλα κινούνται με βάση το χρήμα και το κέρδος», δηλώνει ο Φρανκ, ένας Νιγηριανός της φυλής Γκουάρι. Και καταλήγει απειλητικά: «Συνεχίζουμε, παρά τη φτώχεια μας, να χαμογελάμε, αλλά κάποια στιγμή θα έρθει η στιγμή που θα σταματήσουμε να το κάνουμε αυτό και η οργή μας θα ξεσπάσει».