Η «Σταχτοπούτα» του Ροσίνι βασίζεται στο γνωστό παραμύθι του Περό, έχει όμως και βασικές διαφορές: ένας ανδρικός χαρακτήρας αντικαθιστά τον ρόλο της νεράιδας-νονάς που ως άλλος από μηχανής θεός βοηθά την ηρωίδα να πάει στον χορό ενώ η κακιά μητριά «μεταμορφώνεται» σε σκληρό πατριό. Καθώς μάλιστα την εποχή που γράφτηκε η όπερα ήταν αδιανόητο για την πρωταγωνίστρια να δείξει επί σκηνής τις γάμπες της, στο έργο δεν υπάρχει γοβάκι: ο πρίγκιπας βρίσκει την αγαπημένη του χάρη σε ένα βραχιόλι…
Ωστόσο, η δημοφιλής κωμική όπερα του ιταλού συνθέτη με την οποία ανοίγει η σεζόν της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο θέατρο Ολύμπια χαρακτηρίζεται από υπέροχες μελωδίες, έντονα θεατρικές σκηνές και διαρκείς ανατροπές κειμένου.
Η εν λόγω παραγωγή σηματοδοτεί το ντεμπούτο στην ΕΛΣ της νεαρής, ανερχόμενης σκηνοθέτριας Ροδούλας Γαϊτάνου η οποία στα 32 της χρόνια έχει ήδη διαγράψει αξιοσημείωτη διαδρομή σε βρετανικά θέατρα, μεταξύ αυτών και η περίφημη Βασιλική Οπερα του Λονδίνου, όπου τα τελευταία χρόνια διατηρεί σταθερή συνεργασία, αφού εδώ και μια πενταετία ζει και εργάζεται στη βρετανική πρωτεύουσα.
«Είναι η πρώτη μου «Σταχτοπούτα» αλλά θα έλεγα ότι είμαι αρκετά εξοικειωμένη με τη μουσική του Ροσίνι» λέει η ίδια. Δηλώνει ευτυχής για τη συνεργασία της με τη Λυρική. Γεννημένη στην Αθήνα και παιδί μουσικής οικογένειας, έχει κυριολεκτικά μεγαλώσει στο Ολύμπια. Η όπερα είναι ο φυσικός της χώρος, «δεύτερο δέρμα» όπως η ίδια το προσδιορίζει.
Εν προκειμένω, τοποθετεί τη «Σταχτοπούτα» σε ένα off Broadway θέατρο της Νέας Υόρκης στα 1929, την εποχή της Μεγάλης Υφεσης. Πώς οδηγήθηκε άραγε εκεί; «Βασική μου έμπνευση υπήρξε το ίδιο το έργο» λέει η Ροδούλα Γαϊτάνου. «Η ηρωίδα περνά δύσκολα γιατί το περιβάλλον της τής φέρεται πολύ άσχημα, ωμά και βίαια. Σκεπτόμουν λοιπόν τι είναι αυτό που οδηγεί τους ανθρώπους να φτάνουν σε αυτό το σημείο βιαιότητας και ωμότητας. Θεωρώ πως έχει να κάνει με τις κοινωνικές και οικονομικές αντιξοότητες που μας κάνουν να χάνουμε την ανθρωπιά μας. Το μήνυμα του έργου είναι ότι αν μπορέσεις να διατηρήσεις ακέραιη την καλοσύνη της ψυχής σου απέναντι σε όλες τις κακουχίες της ζωής, αυτό κάποια στιγμή θα σε βγάλει νικητή…».
Η Ροδούλα Γαϊτάνου επισημαίνει πως μια ακόμη από τις κεντρικές ιδέες του έργου είναι η πάλη των τάξεων και η έντονη επιθυμία ορισμένων ανθρώπων για κοινωνική ανέλιξη, πλούτο και δόξα. Στο πλαίσιο αυτό, ο κάθετος κοινωνικός διαχωρισμός βρίσκει άμεση προβολή στην καθημερινότητα ενός θεάτρου, ως μια κοινωνική μικρογραφία: οι αφανείς ήρωες του παρασκηνίου, οι αστέρες της σκηνής, οι ιθύνοντες που λαμβάνουν αποφάσεις. Η αντανάκλαση αυτή αποτέλεσε και την έμπνευση για την τοποθέτηση της δράσης σε ένα θέατρο που βρίσκεται σε παρακμή, την περίοδο του οικονομικού κραχ.
Η Σταχτοπούτα είναι η θετή κόρη του επιστάτη Μανίφικο και η ψυχή του θεάτρου. Είναι γεννημένη για τη σκηνή, αλλά έχει επωμιστεί όλα τα βάρη της σκληρής καθημερινότητας. Ο πατριός της προωθεί με φανατισμό τις δύο φυσικές του κόρες, οι οποίες χωρίς ίχνος ταλέντου αλλά με μεγάλες δόσεις ματαιοδοξίας οδηγούν το θέατρο μαθηματικά στην καταστροφή. Ολα θα αλλάξουν όταν ο ηλικιωμένος ιδιοκτήτης πεθαίνει και αφήνει τη διαχείριση του θεάτρου στον γιο του Ραμίρο, έναν άσωτο ήρωα, ο οποίος επιστρέφει να αναλάβει τις υποχρεώσεις του με την προϋπόθεση όμως να βρει την κατάλληλη σύντροφο. Ολοι θα περάσουν από ακρόαση και η αρετή και η καλοσύνη θα λάμψουν…
Με δεδομένο ότι την απασχολούν η ύφεση, η κρίση, λέξεις με δραματική επικαιρότητα, σκέφτηκε άραγε να μεταφέρει τη δράση στο σήμερα, στην εποχή μας; «Η αλήθεια είναι ότι πέρασε από το μυαλό μου» λέει η Ροδούλα Γαϊτάνου. «Ωστόσο, από πλευράς αισθητικής, ένιωσα να με ελκύει περισσότερο κάτι πιο μακρινό. Αλλωστε, δεν ξέρω κατά πόσο μπορείς να μυθοποιήσεις κάτι τόσο οικείο όσο αυτό που ζούμε σήμερα. Ισως σε ευτυχέστερες εποχές να ήταν ένα πολύ σύγχρονο ανέβασμα…».
Διάλογος με το σήμερα
Η Ροδούλα Γαϊτάνου δεν σκέπτεται να επιστρέψει στην Ελλάδα. Λέει πως σε κάποιον που θέλει να ασχοληθεί με την όπερα η χώρα μας παρέχει περιορισμένες ευκαιρίες. «Γενικά η αγορά της όπερας είναι περιορισμένη» πιστεύει. Η ίδια διαθέτει πολύ στέρεο υπόβαθρο στη μουσική και όχι μόνο. Σπούδασε βιολί και θεωρητικά στην Αθήνα, συνέχισε με σπουδές Μουσικολογίας στη Σορβόννη, Μουσικής Δραματουργίας και Σκηνοθεσίας Οπερας στο Πανεπιστήμιο Paris 8 και Θεάτρου στη Διεθνή Σχολή Θεάτρου Ζακ Λεκόκ. Στο Λονδίνο βρέθηκε όταν κατάφερε να εξασφαλίσει μια θέση στο Πρόγραμμα Νέων Καλλιτεχνών του Κόβεντ Γκάρντεν, όπου έχει κάνει ήδη τρεις δικές της παραγωγές.
Η Ροδούλα Γαϊτάνου δεν σκέπτεται να επιστρέψει στην Ελλάδα. Λέει πως σε κάποιον που θέλει να ασχοληθεί με την όπερα η χώρα μας παρέχει περιορισμένες ευκαιρίες. «Γενικά η αγορά της όπερας είναι περιορισμένη» πιστεύει. Η ίδια διαθέτει πολύ στέρεο υπόβαθρο στη μουσική και όχι μόνο. Σπούδασε βιολί και θεωρητικά στην Αθήνα, συνέχισε με σπουδές Μουσικολογίας στη Σορβόννη, Μουσικής Δραματουργίας και Σκηνοθεσίας Οπερας στο Πανεπιστήμιο Paris 8 και Θεάτρου στη Διεθνή Σχολή Θεάτρου Ζακ Λεκόκ. Στο Λονδίνο βρέθηκε όταν κατάφερε να εξασφαλίσει μια θέση στο Πρόγραμμα Νέων Καλλιτεχνών του Κόβεντ Γκάρντεν, όπου έχει κάνει ήδη τρεις δικές της παραγωγές.
Πώς επέλεξε άραγε τη σκηνοθεσία όπερας; «Εχοντας μεγαλώσει με πολλή μουσική γύρω μου, κάποια στιγμή εκεί γύρω στην εφηβεία στράφηκα πολύ στο θέατρο και είχα μια διχογνωμία σχετικά με το τι από τα δύο να διαλέξω» λέει και συνεχίζει: «Ολοκληρώνοντας τις μουσικές σπουδές μου η σκηνοθεσία όπερας ήρθε ως φυσικός συνδυασμός αυτών των δύο ενδιαφερόντων». Θεωρεί ότι η σκηνοθεσία όπερας έχει πράγματι διαφορετικούς κώδικες από άλλα είδη. Οφείλει κανείς να γνωρίζει πολύ καλά τη μουσική. «Πιστεύω ότι η όπερα μετά το ’50-’60 θα μπορούσε να είναι ένα νεκρό είδος» λέει. «Το κοινό της σύγχρονης μουσικής είναι περιορισμένο, τα έργα του ρεπερτορίου επαναλαμβάνονται, οπότε αν η σκηνοθεσία δεν είναι σε θέση να προσφέρει κάτι καινούργιο, τότε υπάρχει θέμα. Τα έργα αυτά γράφτηκαν πριν από 200 χρόνια για το κοινό εκείνης της εποχής. Σαφώς μπορούν να συγκινήσουν με την αφαιρετική ιδιότητα της μουσικής, αλλά αν ο σκηνοθέτης δεν ερχόταν να επανεφεύρει το είδος, θα μπορούσαμε απλώς να ακούμε όπερα σε CD…».
πότε & πού:
Η «Σταχτοπούτα» του Ροσίνι θα παρουσιαστεί στις 25, 26, 30/10 και 1, 2, 3, 10, 13/11 στο θέατρο Ολύμπια (Ακαδημίας 59-61) από την Εθνική Λυρική Σκηνή. Μουσική διεύθυνση: Γιώργος Πέτρου/Κωνσταντίνος Δημηνάκης. Σκηνοθεσία: Ροδούλα Γαϊτάνου, σκηνικά-φωτισμοί: Σάιμον Κόρντερ, κοστούμια: Αλεξία Θεοδωράκη. Στον ρόλο του τίτλου σε διπλή διανομή εμφανίζονται οι μεσόφωνοι Μαίρη-Ελεν Νέζη και Ειρήνη Καράγιαννη. Συμμετέχουν η Ορχήστρα και η Χορωδία της ΕΛΣ.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ