Εφαλτήριο έκφρασης για την ελληνική αρχιτεκτονική και το ντιζάιν του 20ού αιώνα αποτέλεσε η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης (ΔΕΘ) από συστάσεώς της, αφού τα εκθεσιακά περίπτερα –και όχι μόνο –έδωσαν την ευκαιρία σε δεκάδες έλληνες μηχανικούς και σχεδιαστές να οραματιστούν, να πειραματιστούν και να συνθέσουν, σε εποχές που η Ελλάδα πάλευε να κρατήσει ανοιχτή την επικοινωνία και τον βηματισμό με τις διεθνείς εξελίξεις. Με αφορμή τα εγκαίνια της 78ης ΔΕΘ, η ηλεκτρονική έκδοση του «Βήματος» αναζήτησε στα ψηφιακά αρχεία μερικά δείγματα αυτής της αξιέπαινης προσπάθειας, που οφείλει να ξαναβρεί μιμητές.
Λίγα χρόνια μετά τον θάνατο του ιδρυτή της Νικόλαου Γερμανού (Βάβδος Χαλκιδικής 1862 – Θεσσαλονίκη 1935), το 1938 η ΔΕΘ προκήρυξε αρχιτεκτονικό διαγωνισμό με αντικείμενο -μεταξύ άλλων- την εκπόνηση «σχεδίου γενικής κατόψεως απάντων των υπό εκτέλεσιν έργων, συμπεριλαμβανομένων και των συναφών εξωραϊστικών τοιούτων, ήτοι πλατειών, δενδροστοιχιών, πιδάκων κτλ.», «κατόψεων, προσόψεων και τομών των κατ’ έκαστα κτιρίων ή συγκροτημάτων αυτών» και «ειδικού σχεδίου δια το περίφραγμα του χώρου και την Κυρίαν Είσοδον της Διεθνούς Εκθέσεως».
Μάλιστα, δόθηκε στους διαγωνιζόμενους «πλήρης ελευθερία εις ό,τι αφορά την γενικήν διαρρύθμισιν του όλου χώρου και την θέσιν των καθ’ έκαστα κτιρίων». Τα σχέδια θα έκρινε η πενταμελής «ελλανόδικος επιτροπή», η οποία απαρτιζόταν από τον υπουργό γενικό διοικητή Μακεδονίας, καθηγητές του ΕΜΠ και μέλη του ΤΕΕ, ενώ θα απονέμονταν τέσσερα χρηματικά βραβεία (1ο: 200.000 δρχ., 2ο: 50.000 δρχ., 3ο και 4ο: από 25.000 δρχ.).
Οι αρχές που έπρεπε να υπηρετηθούν ήταν η ορθή συγκοινωνιακή σύνδεση και προσπέλαση της έκθεσης, η συγκοινωνιακή εξυπηρέτηση των κτιρίων, ο «σαφής και αυτόματος προσανατολισμός των επισκεπτών», η «απλή οργάνωσις της λειτουργίας», η «σκόπιμος κτιριολογική σύνθεσις», η αποφυγή του «υπερβολικά διακοσμητικού τονισμού» και, φυσικά, η «οικονομική δυνατότης πραγματοποιήσεως των σχεδίων».
«Ατυχώς», έγραφαν τα «Τεχνικά Χρονικά», οι υποβληθείσες επτά μελέτες «τόσον από απόψεως γενικής συγκοινωνιακής και κτιριολογικής διαμορφώσεως, όσον και αρχιτεκτονικής δεν παρουσιάζουν τοιαύτην αρτιότητα και πειστικότητα, ώστε μία εξ αυτών να είναι δυνατόν να προταθή προς εκτέλεσιν». Ωστόσο, τα βραβεία δόθηκαν.
Το πρώτο έλαβε ο Π. Καπερώνης για τη μελέτη «Πλούτος», το δεύτερο ο Ν. Αραχωβίτης για τη μελέτη «26 Οκτωβρίου 1912», το τρίτο δόθηκε στη μελέτη των Γ. και Δ. Δημητριάδη «4η Αυγούστου», ενώ τέταρτο βραβείο δεν δόθηκε. Από τα ονόματα και μόνο των δύο τελευταίων μελετών προέκυπτε σαφέστατα ο «εθνικός» προσανατολισμός, που προπαγάνδιζε η φασιστικής εμπνεύσεως δικτατορία του Ιωάννη Μεταξά.
Ο πόλεμος διέλυσε τη διεθνή έκθεση, η οποία χρειάστηκε μία δεκαετία για να ξαναστηθεί και αρκετά χρόνια για να επανέλθει στη φυσιολογική της κατάσταση. Η επιστροφή του θεσμού στις διεθνείς αγορές και η ανάπτυξη που υπήρχε σε όλη την Ευρώπη έφερε άνθηση στις εκθεσιακές δραστηριότητες.
Μεγάλες εταιρείες από την Ελλάδα και το εξωτερικό πρωτοστάτησαν στην κατασκευή περιπτέρων. Η ΔΕΗ το 1958 προχωράει σε ένα φαντασμογορικό σόου με φώτα και χρώματα. «Ένα όργιο φωτός και χρωμάτων αποτελούν την νυκτερινή εικόνα του περιπτέρου της ΔΕΗ στην Διεθνή Έκθεσιν Θεσσαλονίκης. Η εντύπωσις που δημιουργείται στους επισκέπτας είναι πραγματικά μοναδική. Η αρμονία και ο συγχρονισμός του εναλλασσόμενου φωτισμού, που απετέλεσε αντικείμενον επισταμένης μελέτης του μηχανολόγου, κ. Άγι Καζάζη, κατάπλήσσουν με την τελειότητά τους» έγραφε η «Αρχιτεκτονική».
Τράπεζες ανταγωνίζονταν σε στυλ και αισθητική. Το 1959, στην 24η ΔΕΘ, έκλεψαν την παράσταση τα περίπτερα της Εμπορικής Τραπέζης της Ελλάδος και της Ιονικής και Λαϊκής Τραπέζης, που σχεδιάστηκαν από τον Κώστα Καψαμπέλη. Δύο «καλαίσθητα, λιτά και επιβλητικά» μόνιμα περίπτερα – υποκαταστήματα «αποτελούν ένα ακόμη σταθμό στην πρωτοποριακή πολιτική των δύο ισχυρών πιστωτικών ιδρυμάτων» σημείωνε η «Αρχιτεκτονική». «Η συμβολική παρουσία των δύο Τραπεζών στον χώρο της ΔΕΘ» τόνιζε «είχε ως σκοπό την εξυπηρέτηση των εκθετών και των επισκεπτών», ενώ «συγχρόνως αποτέλεσε την πρώτη εκδήλωση του ενδιαφέροντος των τραπεζών αυτών προς την Βόρειο Ελλάδα».
Αντίστοιχα, το 1960 ο ΟΤΕ κατασκεύασε το μόνιμο περίπτερό του, το οποίο σχεδιάστηκε από τον Π. Τσολάκη και τον Α. Ι. Ζάννο. Η ανάθεση της μελέτης του περιπτέρου έγινε έπειτα από αρχιτεκτονικό διαγωνισμό. Μέσα σε τρεις μήνες ολοκληρώθηκε η μελέτη κατασκευής και έγινε η αποπεράτωση του κτιρίου, εμβαδού 3.200 τ.μ. από τις τεχνικές υπηρεσίες του ΟΤΕ.
Υπήρχαν εταιρείες που για να διαφοροποιηθούν επέλεγαν διαφορετικές τακτικές. Η βελγική αεροπορική εταιρεία SABENA αποφάσισε να συμμετάσχει στην 26η ΔΕΘ του με «πανηγυρικό χαρακτήρα», καθώς συμπλήρωνε 40 χρόνια από την ίδρυσή της. Έτσι, αντί οποιουδήποτε άλλου διαφημιστικού stand ανέθεσε στον γνωστό γλύπτη της εποχής Θ. Βασιλείου να φιλοτεχνήσει καλλιτεχνικό έργο για τη συμμετοχή της στην έκθεση.
Άλλωστε, η 26η ΔΕΘ πρέπει να άφησε γενικότερα καλή εντύπωση. Η «Αρχιτεκτονική» έγραφε (τεύχος 29) ότι «σε όλα τα περίπτερα παρετηρήθη μία ωργανωμένη άμιλλα, που συνετέλεσε αφάνταστα στην αισθητική και την ουσιαστική πλευρά της Εκθέσεως». «Οπωσδήποτε θα πρέπει να τονισθή το ενδιαφέρον, που εξεδήλωσε το κοινόν της Εκθέσεως διότι αποτελεί και αληθινή απόδειξη για την επιμέλεια και την καλαισθησία, με την οποία περιέβαλαν τα προϊόντα τους οι εκθέται» σημείωνε.
Ο πειραματισμός άλλωστε ήταν διαρκής. Για παράδειγμα, το περίπτερον της εταιρείας «ΚΗΜ», που σχεδίασε η Αναστασία Γεωργιάδου, ήταν «λυόμενο και η κατασκευή του ελαφρότατη», είχε διαστάσεις «7,50×11,00 μ. με ξύλινο φέροντα σκελετό και πάνω από novopan», ο δε φέρων σκελετός είχε «χρώμα γκρι-μπλε σκούρο».
Μεγάλες βιομηχανίες έδιναν ένα εντυπωσιακό «παρών». Το 1963 η «Παπαστράτος ΑΒΕΣ» δημιούργησε το δικό της περίπτερο, σε μελέτη του Ν. Καλογερά και διακόσμηση του Θ. Μακρή. Για τη σύνθεσή του «ελήφθησαν υπ’ όψιν τέσσερις βασικές αρχές» γράφει η «Αρχιτεκτονική» (τεύχος 35). «Προσέκλυσις της προσοχής του κοινού, ευκολία εις την τοποθέτησιν και αξοποίησιν των εκθεμάτων, άνεσις εσωτερικής κυκλοφορίας, δυνατότης ανεώσεως κατ’ έτος της εξωτερικής μορφής» σημειώνεται.
«Τα υλικά κατασκευής των μονίμων φερόντων στοιχείων είναι: μπετόν αρμέ οι πυραμίδες, οι δε στύλοι από γωνίες σιδηρές με ενισχύσεις από λάμες. Τα εξωτερικά πετάσματα-τοίχοι έχουν ένα πλαίσιο μεταλλικό και είναι από ελαφρά υλικά. Οι τέσσερεις υπαρμίδες γεφυρώνονται με γυαλί» συνεχίζει.
Το 1964 για τις ανάγκες της 29η έκθεσης, η ΔΕΘ στο απώγειο της δόξας της, με πρόεδρο πια τον εκδότη Ιωάννη Βελλίδη και διευθυντή τον Παύλο Ζάννα, προχώρησε σε αρχιτεκτονικό διαγωνισμό για το κτίριο «υποδοχής και ψυχαγωγίας επισκεπτών». Η ομάδα των Γ. Αναιρούση, Κ. Παπαϊωάννου, Κ. Φινέ και Ν. Χατζηθεοδώρου κατέθεσε δύο προτάσεις και έλαβε το πρώτο και το τρίτο βραβείο αντίστοιχα, ενώ το δεύτερο πήγε στην ομάδα των Δημήτριου Αντωνακάκη, Ελένης Γκούση και Σουζάνας Κολοκυθά – Αντωνακάκη.
Το 1965 δημοσιεύται στην «Αρχιτεκτονική» το περίπτερο της υφαντουργίας Δημητριάδη, το οποίο σχεδίασε ο νέος τότε καθηγητής, Δημήτρης Φατούρος. «Μελετήθηκε το χειμώνα του 1960-61 και κατασκευάστηκε το καλοκαίρι του 1961. Λειτούργησε για πρώτη φορά την 26η περίοδο της ΔΕΘ, τον Σεπτέμβριο του 1961» έγραφε το περιοδικό.
Το 1965 η Εθνική Τραπέζα της Ελλάδος (ΕΤΕ) έφτιαξε ένα εντυπωσιακό περίπτερο, που μελετήθηκε από τους αρχιτέκτονες Ν. Βαλσαμάκη και Σ. Βασιλείου. Το υποκατάστημα της ΕΤΕ έγινε για την εξυπηρέτηση των πελατών της στη ΔΕΘ. Η κατασκευή ήταν μεταλλική, με κολόνες ορθογωνικού, δοκάρια U και με στέγη από ξύλινα καδρόνια, σανίδωμα και μόνωση κατά της υγρασίας. Η οροφή ήταν από καρυδιά, ενώ τα μάρμαρα Ρόδου και Καπανδριτίου. Τα έπιπλα εκτός από τις πολυθρόνες και το τραπέζι του Mies van Der Rohe είχαν σχεδιαστεί για την περίπτωση από τον αρχιτέκτονα του έργου.
Το 1966 στην 31η ΔΕΘ, το περίπτερο της ΕΛΛΕΝΙΤ, που σχεδίασε η αρχιτέκτων Έλσα Γιγάντε – Λιαναντωνάκη και κατασκευάστηκε από προϊόντα αμιαντοτσιμέντου, έλαβε το πρώτο βραβείο «εξ όλων των ελλήνων εκθετών δια την καλυτέραν αισθητικήν εμφάνισιν του περιπτέρου» και «χρυσούν μετάλλιον δια την καλυτέραν παρουσίασιν των προϊόντων της εταιρίας και την ικανοποιητικωτέρα οργάνωση από πλευράς συγκεντρώσεως των επισκεπτών του περιπτέρου».
Αναπόφευκτα ήρθαν και οι πρώτες κλαδικές εκθέσεις, όπως η έκθεση δομικών υλικών «Thessconex», η οποία πραγματοποιήθηκε από τις 31 Μαρτίου έως τις 7 Απριλίου 1969. «Η Διεθνής Έκθεσις Δομικής Θεσσαλονίκης είναι τέκνο της πείρας, της ανάγκης και της μεθόδου. Η πείρα είναι ελληνική: Είναι οι συγκεντρωμένες γνώσεις 32 περιόδων της Διεθνούς Εκθέσεως Θεσσαλονίκης» έγραφε το περιοδικό «Αρχιτεκτονική» στο τελευταίο του τεύχος, λίγο πριν σταματήσει η έκδοσή του επί της δικτατορίας των συνταγματαρχών.
Η «Thessconex» ήταν καρπός της συνεργασίας της ΔΕΘ με την «The Building Trades Exhibition» του Λονδίνου. Το οπτικό υλικό της έκθεσης φτιάχτηκε από τον πρωτοπόρο της ελληνικής γραφιστικής Φρέντυ Κάραμποτ, ο οποίος είχε μακρά συνεργασία με τον εκθεσιακό φορέα, έχοντας δημιουργήσει πανέμορφες αφίσες και φυλλάδια που τυπώθηκαν σε πολλές ξένες γλώσσες.
Το αποκορύφωμα της αρχιτεκτονικής δραστηριότητας που συνδέεται με τη ΔΕΘ ήταν ο πύργος του ΟΤΕ, ο οποίος ξεπέρασε τα στενά όρια του εκθεσιακού κέντρου και κατέστη ένα νεωτερικό σύμβολο της Θεσσαλονίκης.
Στην 34η ΔΕΘ του 1969 παραδόθηκε ο πρώτος όροφος του πύργου, που είχε γίνει πια το μόνιμο περίπτερο του ΟΤΕ στη ΔΕΘ. Το 1969 η «Ηχώ του ΟΤΕ» έγραφε ότι το περίπτερο «δέχεται καθημερινώς χιλιάδες επισκεπτών, οι οποίοι δεικνύουν μεγάλον ενδιαφέρον τόσον δια τον τρόπον λειτουργίας των συγχρόνων μηχανημάτων που εκτίθενται όσον και δια την πρόοδον των τηλεπικοινωνιών εις την χώραν μας». Μάλιστα, ο πύργος του ΟΤΕ είχε τους περισσότερους επισκέπτες από όλα τα περίπτερα της ΔΕΘ. Άγνωστος ήρωας ο αρχιτέκτων του πύργου Αλέξανδρος Αναστασιάδης, ενώ η εσωτερική διακόσμιση έγινε από τον Χαράλαμπο Γονίδη.
Η αυγή του 21ου αιώνα παρολίγο να φέρει ανατροπή για τη ΔΕΘ. Στις 9 Σεπτεμβρίου του 2005 ο διάσημος ισπανός αρχιτέκτων Σαντιάγο Καλατράβα παρουσίασε την αρχιτεκτονική και πολεοδομική μελέτη «Τhe Light of Greece», που προέβλεπε την ανάπλαση της ΔΕΘ και την ενσωμάτωσή της στην ευρύτερη περιοχή του κέντρου. «Αυτό θα της εξασφαλίσει την ταύτισή της με το κέντρο της πόλης. Ο χώρος αυτός πρέπει να είναι ανοιχτός για τους πολίτες και όχι γκετοποιημένος, όπως είναι σήμερα» επισήμανε ο ίδιος. Όμως η πρόταση Καλατράβα, η οποία αφορούσε πια όλη τη Θεσσαλονίκη και όχι μόνο τη ΔΕΘ, αντιμετώπισε δριμύτατη κριτική, πολεμήθηκε και εγκαταλείφθηκε σιωπηρά.