Ο ευρωσκεπτικισμός, δηλαδή η αμφιβολία για το αν η συμμετοχή στην ευρωζώνη εξακολουθεί να εξυπηρετεί τα ελληνικά συμφέροντα, δεν εμφανίζεται ισχυρός μόνο στην κοινωνία αλλά απλώνεται μέσα στην ίδια την κυβέρνηση, όσο κι αν οι υπουργοί δεν προτίθενται προς το παρόν να το ομολογήσουν δημοσίως. Μιλούν όμως ιδιωτικώς για την κατάρρευση της εργασίας και του κεφαλαίου, τη μαζική φυγή των νέων στο εξωτερικό, την ασφυκτική ομηρεία του τραπεζικού συστήματος, την αποδυνάμωση νευραλγικών θεσμών –από το ΕΣΥ ως τον Στρατό –και τον εφιαλτικό κλυδωνισμό του κοινοβουλευτισμού που όλα μαζί συγκροτούν μια ασύλληπτη «εθνική θυσία» για την παραμονή στο ευρώ.
Κορυφαίος υπουργός τονίζει στις ιδιωτικές συζητήσεις του ότι η Ελλάδα δεν πρέπει να υποτιμά την «ατλαντική συνιστώσα» εννοώντας ότι η παραδοσιακή συμμαχία με τις ΗΠΑ πρέπει να αναθερμανθεί έτσι ώστε, αν μια νέα διαπραγμάτευση με την τρόικα αποτύχει, να αξιοποιηθεί υποστηρικτικά και σταθεροποιητικά για τη διάσωση της οικονομίας, της κοινωνίας και της Δημοκρατίας μέσα από την ανάκτηση του εθνικού νομίσματος. Ο ίδιος υπουργός, ο οποίος δεν αποτελεί εξαίρεση αλλά εντάσσεται στο «κυρίως ρεύμα» εντός του Υπουργικού Συμβουλίου, παραδέχεται ευθέως την καταστροφή που έχει ήδη συντελεστεί, η οποία περιλαμβάνει και τη φθορά του δημοκρατικού φρονήματος του ελληνικού λαού, και προτείνει εκλογές. Πιστεύει ότι η κυβέρνηση πρέπει να τολμήσει και να ανανεώσει το ταχύτερο την εντολή της έτσι ώστε να καταστήσει «πολιτικά ουδέτερες» τις ευρωεκλογές του Μαΐου, οι οποίες, όπως εκτιμά, θα οδηγήσουν τη Νέα Δημοκρατία στην τρίτη θέση μετά τον ΣΥΡΙΖΑ και τη Χρυσή Αυγή. Υποστηρίζει δηλαδή ότι η κυβέρνηση δεν θα μπορέσει να επιβιώσει των ευρωεκλογών αν δεν έχει φροντίσει να ανανεώσει νωρίτερα την εντολή της.
Ο Πρωθυπουργός γνωρίζει τους παραπάνω προβληματισμούς αλλά αποφεύγει να αποκαλύψει κατά πόσον τους συμμερίζεται. Οσοι όμως τον γνωρίζουν έστω και λίγο βεβαιώνουν ότι μέσα του βράζει και ότι δεν πρόκειται αυτόν τον «βρασμό» να τον κρατήσει μυστικό για πολύ καιρό ακόμη. Ο κ. Σαμαράς εξελέγη με την εντολή να επιχειρήσει μια νέα διαπραγμάτευση με τους εταίρους. Η διαπραγμάτευση δεν έγινε γιατί προείχε η ενίσχυση της ελληνικής αξιοπιστίας, ενώ στη συνέχεια επιβλήθηκε από το Βερολίνο πανευρωπαϊκή σιωπή λόγω γερμανικών εκλογών. Φτάνει λοιπόν ο καιρός για να λυθεί η σιωπή, ενώ η Ελλάδα πλησιάζει, έστω με μεγάλη καθυστέρηση, στην απώτατη «κόκκινη γραμμή». Νέος στραγγαλισμός μέσω φόρων και μειώσεων αποδοχών δεν θα γίνει αποδεκτός, μια νέα ευρωπαϊκή πολιτική ανόρθωσης της οικονομίας πρέπει άμεσα να εφαρμοστεί, ενώ οι ξένοι γύπες θα πρέπει να απομακρυνθούν από το τραπεζικό σύστημα έτσι ώστε να τεθεί τέρμα στην ύφεση, στη βαλκανιοποίηση και στον εκφασισμό της Ελλάδας. Κοντολογίς, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, ο κ. Σαμαράς δεν θα ανεχθεί για πολύ τη θυσία της οικονομίας και της Δημοκρατίας στον βωμό των βερολινέζικων σκοπιμοτήτων. Και αυτό, αν ισχύει, είναι κάτι ιδιαίτερα αισιόδοξο.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ