«Κάναμε σεξ μία φορά την εβδομάδα… Το σώμα μου ανταποκρινόταν, αλλά αντλούσα την ικανοποίηση που παίρνεις όταν επιστρέφεις βιβλία στη βιβλιοθήκη… Ενιωθα το σώμα μου ένα δωμάτιο που δεν ήθελα να το κάνει άνω-κάτω. Το ακριβώς αντίθετο με τη δεκτικότητα στην αρχή της σχέσης μας, τότε που το σώμα μου ήταν ένα δωμάτιο στο οποίο δεν με πείραζε να μπει και με τα παπούτσια». Πρόκειται για μία από τις εκατοντάδες συνεντεύξεις γυναικών με μόνιμη σχέση και απισχνασμένη λίμπιντο που περισυνέλεξε ο αμερικανός συγγραφέας Ντάνιελ Μπέργκνερ στο βιβλίο του «What Do Women Want? Adventures in the Science of Female Desire» (Τι θέλουν οι γυναίκες; Περιπέτειες στην επιστήμη της γυναικείας επιθυμίας) που κυκλοφόρησε εσχάτως, προκαλώντας τεκτονικές δονήσεις στην επιστημονική κοινότητα και στον διεθνή Τύπο. Δεν πρόκειται για γυναίκες «ψυχρές», ανοργασμικές ή με κάποια διαταραχή με ανορθόδοξο όνομα. Πρόκειται για συνηθισμένες γυναίκες με σταθερό σύντροφο. Οι ίδιες βεβαιώνουν ότι στην αρχή της σχέσης τους η ερωτική τους επιθυμία είναι χειμαρρώδης. Μετά την παρέλευση ενός διαστήματος (συνήθως ένα έως τέσσερα χρόνια αργότερα) το σεξ καταλήγει να τις ενδιαφέρει όσο μια θελκτική, αλλά δαιδαλώδης συνταγή μαγειρικής. Την κρατάς στο αρχείο σου, αλλά δεν την εκτελείς σχεδόν ποτέ.
Σύμφωνα με τον Μπέργκνερ, η χαρτογράφηση της γυναικείας σεξουαλικότητας παρεμποδίζεται, αιώνες τώρα, από εξόχως παραπλανητικούς «αστικούς μύθους» (για 1.500 χρόνια, π.χ., η επιστημονική κοινότητα είχε αποδεχθεί πλήρως αυτό που είχε διακηρύξει ο Γαληνός εκ Περγάμου, κορυφαίος ιατρικός «γκουρού» της αρχαιότητας, ότι για να επιτευχθεί η σύλληψη, η γυναίκα πρέπει να έχει οργασμό). Δεν είναι τυχαίο ότι στη ραχοκοκαλιά της 200 σελίδων έρευνας του αμερικανού συγγραφέα (που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, συνεντεύξεις με ψυχολόγους, ψυχιάτρους και ζωολόγους, ειδικούς στα πρωτεύοντα θηλαστικά) βρίσκεται η αγωνία να καταρρίψει τον πιο διαδεδομένο από όλους: την αντίληψη ότι η γυναίκα είναι εκ φύσεως εμποτισμένη με λιγότερη «σεξουαλική ορμή» από τον άνδρα, προγραμματισμένη για την αναπαραγωγή, τη φροντίδα των τέκνων και τη συναισθηματική επαφή, αλλά όχι απαραιτήτως για το σεξ αυτό καθαυτό· ως εκ τούτου, σταθερά προσανατολισμένη στην εύθραυστη βεβαιότητα της μονογαμικής σχέσης. Ο Μπέργκνερ επιρρίπτει ευθέως τις ευθύνες στους αναπτυξιακούς ψυχολόγους για τη διασπορά αυτής της απαρχαιωμένης «θεωρίας» που έχει εγκλωβίσει τα θήλεα σε «πολιτισμικά κλουβιά διαστρεβλωτικά της λίμπιντό τους». Και επιστρατεύει έρευνες που αποδεικνύουν ακριβώς το αντίθετο. Οτι στο κατάλληλο περιβάλλον οι γυναίκες επιδεικνύουν πιο ελευθεριάζουσα σεξουαλική συμπεριφορά, βαριούνται πιο εύκολα, είναι πιο ακόρεστες, πιο επιθετικές σεξουαλικά.
Παγιδευμένοι στο σημείο G;
O Mπέργκνερ θα αναφερθεί επιπλέον εκτενώς στην επιστημονική έρευνα (εδώ και πάνω από δέκα χρόνια) για ένα χάπι που να διασφαλίζει τη γυναικεία ερωτική επιθυμία. Λέει, μάλιστα, ότι μοιάζει πλέον με εμμονή. Ηδη από την 27η Μαρτίου 1998, την ιστορική ημέρα που η αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων ενέκρινε το βιάγκρα της Pfizer «θεραπεύοντας» τη στυτική δυσλειτουργία στους άνδρες, τα μεγάλα κεφάλια των φαρμακοβιομηχανιών αναζητούν δαιμονισμένα το ελιξίριο των γυναικών. Μόνο που η γυναικεία επιθυμία δεν είναι τόσο mainstream όσο η ανδρική. Δεν αφορά ένα απλό πρόβλημα υδραυλικής, που αντιμετωπίζεται με το κατάλληλο χημικό «γράσο» (όπως ήταν τελικά το βιάγκρα), αντιθέτως απαιτεί μια χρονοβόρα περιήγηση στους ημιφωτισμένους διαδρόμους της γυναικείας ψυχής και ανατομίας. Και ούτε τα στοιχειώδη δεν φαίνεται να έχουν διαλευκανθεί. «Παρ’ όλες τις δυνατότητες της σύγχρονης επιστήμης», γράφει ο Μπέργκνερ, «το φαινομενικά απλό ανατομικό ερώτημα “Υπάρχει σημείο G;” παραμένει αναπάντητο». Αυτός ο μυστηριώδης αδένας στο πρόσθιο τοίχωμα του κόλπου που εντόπισε πρώτος το 1950 ο γερμανοεβραίος γυναικολόγος Ερνστ Γκράφενμπεργκ είναι κάτι σαν το Τρίγωνο των Βερμούδων στο δυτικό τμήμα του Βόρειου Ατλαντικού: πολλοί παγιδεύτηκαν σε αυτό, αλλά σχεδόν κανείς δεν επέζησε να περιγράψει τι αληθινά έζησε.
Τα ίδια τα επιστημονικά πειράματα που διενεργούνται ανά τον πλανήτη μοιάζουν μάλλον ανασταλτικά της λίμπιντο (σε οποιοδήποτε φύλο): γκάτζετ που μετρούν την αιμάτωση του κόλπου ή καλωδιωμένα «σκουφιά» που μετρούν την κίνηση στις κόρες των ματιών σε γυναίκες την ώρα που βομβαρδίζονται από μια τεράστια γκάμα από πορνογραφικές εικόνες, θηλυκά χάμστερ και αραχνοειδή που ζευγαρώνουν διά της βίας μέσα στο εργαστήριο κ.ο.κ. Ολα πασχίζουν να διεισδύσουν στον πυρήνα της γυναικείας σεξουαλικότητας, κάτω από κοινωνικούς πειθαναγκασμούς και πολιτισμικές επιδράσεις. Ως μεγάλη ελπίδα φέρεται πλέον ένα φάρμακο με το όνομα Lybrido (καθώς και ένα ακόμη με το παρεμφερές όνομα Lybridos) της εταιρείας Tuiten. Περιέχει ένα συστατικό του κανονικού βιάγκρα, αλλά φιλοδοξεί να επιδράσει και στις σωστές περιοχές του γυναικείου εγκεφάλου. Αν όλα πάνε κατ’ ευχήν και δοθεί η έγκριση, το 2016 θα βρίσκεται στην αγορά. Λίαν ενδεικτική η ιστορία του ίδιου του ανθρώπου πίσω από το χάπι. Ο ολλανδός εμπνευστής του Lybrido, Αντριάαν Tουίτεν, ήταν 20 χρόνων και κάτι όταν η τότε κοπέλα του, με την οποία ήταν ερωτευμένος από τα 13 του, αποφάσισε, έτσι μια μέρα, να τον εγκαταλείψει. «Κεραυνοβολήθηκα» θα εκμυστηρευθεί σε συνέντευξή του στον Μπέργκνερ στο «New York Times Magazine». Η ηχηρή αυτή «χυλόπιτα» της πρώιμης νεότητάς του θα είναι αυτή που θα πυροδοτήσει το πάθος του να διερευνήσει, μέσω της βιοχημείας, το θηλυκό σύμπαν και θα προλειάνει το έδαφος για μια λαμπρή καριέρα στην ψυχοφαρμακολογία.
Η εξομολόγηση της Λίνας
Ηδη από το φθινόπωρο του 2011 που εμφανίστηκαν οι αγγελίες (για μόλις 420 «θέσεις») σε εφημερίδες και ραδιόφωνα, εκατοντάδες Αμερικανίδες συρρέουν, χαρωπά πειραματόζωα για τις κλινικές δοκιμές του Lybrido. Ανάμεσά τους η 44χρονη Λίνα, δασκάλα που επισκέπτεται το Κέντρο Σεξουαλικής Ιατρικής σε ένα προάστιο της Βαλτιμόρης για να συμπληρώσει ερωτηματολόγια και να δώσει εκτενείς συνεντεύξεις για τη σεξουαλική της ζωή. Στην ειδικό με τη λευκή μπλούζα που την ανακρίνει, η Λίνα καταθέτει ότι φτάνει σε οργασμό κάθε φορά που κάνει σεξ με τον σύζυγό της. Δεν είναι, όμως, αυτό το πρόβλημα. «Είναι κάτι που με σταματάει από το να θέλω να κάνω σεξ. Δεν ξέρω τι είναι αυτό».
Η Λίνα αφηγείται με κάθε λεπτομέρεια τη γνωριμία της με τον άνδρα της πριν από περίπου δύο δεκαετίες σε ένα μπαρ. Θυμάται τα μαύρα του μαλλιά, τα λίγο παιδιάστικα χαρακτηριστικά του, το πώς όλα μαζί του έμοιαζαν να «κουμπώνουν» τέλεια: «Δεν κρατιόμουν, το μόνο που ήθελα ήταν να βρεθώ μόνη σπίτι μαζί του». Πρέπει να ήταν εκεί κοντά στην άφιξη του δεύτερου παιδιού τους, εκεί γύρω στο 2004, που κάτι ύπουλο άρχισε να εισβάλλει ανάμεσά τους. Αρχικά θεώρησε πως είχε να κάνει με την υπερβολική κόπωση και τις απαιτήσεις των παιδιών, στη συνέχεια αδυνατούσε να του δώσει ένα όνομα. Και μετά εγκαινιάστηκε η συνήθης «συμπτωματολογία»: η αγωνία να πάει πιο νωρίς από εκείνον για ύπνο, η «κατάδυση» σε ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο, η ελπίδα ότι εκείνος θα ήταν υπερβολικά κουρασμένος για να επιθυμήσει το οτιδήποτε. Και βέβαια εγκαινιάστηκαν και οι νύχτες που εκείνη αναγκαστικά τον περιμένει στο κρεβάτι, σαν θήραμα που τρέμει τον ερχομό του σαρκοφάγου πίσω από τις φυλλωσιές. «Φοβάμαι. Αν τώρα έχει εξασθενήσει τόσο η ερωτική μου επιθυμία, τι θα γίνει αργότερα;».
Ο κίνδυνος της σεξουαλικής αναρχίας
Η Λίνα, όπως και εκατομμύρια γυναίκες ανά τον κόσμο, ελπίζει σε αυτό το θαυματουργό χάπι, κάτι τέλος πάντων που θα μπορεί να βάλει στο βιολογικό νεσεσέρ της, μια μικρή βιοχημική εξαπάτηση που θα τη σώσει από μια αφιλήδονη άβυσσο. Αυτό το χάπι μπορεί να είναι η φαρμακευτική λύση για τη μονογαμία. Από την άλλη πλευρά, τονίζει ο Μπέργκνερ, αν αυτό το μαγικό δισκίο εφευρεθεί, τελικά ο πλανήτης θα πρέπει να είναι έτοιμος για πρωτόγνωρους κοινωνικούς κλυδωνισμούς. Ακριβώς όπως το 1960 που κυκλοφόρησε το πρώτο αντισυλληπτικό χάπι. Η σεξουαλική επανάσταση των 60s βρήκε την καύσιμη ύλη της, ο φεμινισμός το αγαπημένο του φαρμακευτικό φοντάν, η γυναίκα τον έλεγχο του σώματός της, ο άνδρας την ησυχία του. Αν όμως παρασκευαστεί ένα βιάγκρα για γυναίκες, ποιος είναι προετοιμασμένος για τη θηλυκή σεξουαλική αναρχία που ενδεχομένως θα επακολουθήσει; Ο ίδιος ο Μπέργκνερ διαβλέπει τις ανησυχίες της ίδιας της παγκόσμιας φαρμακοβιομηχανίας. Μήπως τελικά αυτό που ονειρεύονται να παρασκευάσουν απελευθερώσει «μοιραίες» δυνάμεις; «Θέλεις να φτιάξεις κάτι δραστικό, αλλά όχι υπερβολικά… αποτελεσματικό» εκμυστηρεύεται ο Αντριου Γκολντστάιν, ο οποίος, μεταξύ άλλων, είχε εμπλακεί στην ανάπτυξη του πρώτου διεγερτικού της γυναικείας επιθυμίας με το όνομα «Flibanserin» (εκ της φλιμπανσερίνης). «Υπάρχει η ανάγκη να δείξουμε ότι δεν θα μετατρέψουμε τις γυναίκες σε νυμφομανείς».
Οι κύριοι με τις λευκές μπλούζες και τα μπουκαλάκια στα εργαστήρια θα πρέπει να προσέχουν μήπως τελικά κατασκευάσουν (ή ελευθερώσουν αισίως από τα δεσμά της) «μια σεξουαλικά επιθετική γυναίκα». Τι θα γίνει αν εκείνη που αιώνες τώρα έχει εγγράψει στον κοινωνικό ρόλο της τη σεξουαλική «σωφροσύνη» αφεθεί στον σεξουαλικό εκτραχηλισμό; Τι θα γίνει, αλήθεια, αν ο συναισθηματικός στυλοβάτης της πυρηνικής οικογένειας αρχίσει τις ξεπέτες; Θεσμοί και δομές θα πρέπει να είναι έτοιμοι να προστατευτούν από έναν θηλυκό Φρανκενστάιν με ολέθρια λίμπιντο.
*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 14 Ιουλίου 2013